Το ιστορικό κέντρο της Κόρδοβας
Χτισμένη στη βόρεια όχθη του Γουαδαλκιβίρ, η Κόρδοβα έγινε διάσημη κατά τη ρωμαϊκή εποχή σαν γενέτειρα του Σενέκα και του Λουκιανού τον 1ο αιώνα π.Χ. Μέχρι τότε ήταν πρωτεύουσα της επαρχίας Μπετίκα και η μεγαλύτερη πόλη της Ιβηρίας, αλλά η εποχή της μεγάλης ακμής και ευημερίας της τοποθετείται πολλούς αιώνες αργότερα.
Κατά τον 8ο αιώνα, όταν η χριστιανική Ευρώπη ζούσε ακόμη την πιο σκοτεινή της εποχή, η Κόρδοβα έγινε πρωτεύουσα της αλ Ανταλούς (Ανδαλουσίας) υπό τον εμίρη των Ομεϋαδών, Αμπντ ελ Ραχμάν Α΄. Κυνηγημένοι από τη Δαμασκό από τους Αβασίδες, οι Ομεϋάδς κατέκτησαν την Ισπανία με σκοπό να δημιουργήσουν μια οικονομική και στρατιωτική δύναμη αρκετά μεγάλη για να ανταγωνιστούν τη Δαμασκό και τη Βαγδάτη.
Τα σύνορα του εμιράτου επεκτάθηκαν ταχύτατα και έφταναν από το Γιβραλτάρ μέχρι τα Πυρηναία, ενώ και το ανεκτικό πνεύμα του εμίρη διασφάλιζε την μακρόχρονη κυριαρχική ευημερία της περιοχής. Η βασιλική του Αγίου Βικεντίου μοιράστηκε ανάμεσα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους και στην πόλη κατοικούσαν ειρηνικά Άραβες, Βερβερίνοι, εβραίοι και Βησιγότθοι. Η Κόρδοβα έγινε κέντρο μιας ακμάζουσας γεωργικής περιοχής που εισήγαγε στην Ευρώπη τα πορτοκάλια, τα βερίκοκα, το ρύζι και τις μελιτζάνες, ενώ παραλλήλως η πόλη καθιέρωσε τη φήμη της σαν κέντρο παραγωγής υφασμάτων.
Για να ευχαριστήσει τον Θεό, το 785 ο Αμπντ ελ Ραχμάν Α΄ αποφάσισε να ιδρύσει ένα τέμενος που θα γινόταν σύμβολο της μεγαλοπρέπειας του εμιράτου των Ομεϋαδών. Αγόρασε μια βασιλική από τους χριστιανούς και στη θέση της ανήγειρα αυτό που θα γινόταν ο πυρήνας του Μεθκίτα Μαγιόρ. Κατασκευάστηκε στα πρότυπα του τεμένους της Δαμασκού, όμως σύντομα το ξεπέρασε σε μεγαλοπρέπεια. Σε 4 στάδια επέκτασης που χρειάστηκαν περισσότερο από 2 αιώνες, η Μεθκίτα έφτασε σιγά-σιγά στο τελικό μέγεθός της. Το χαράμ (ιερή περιοχή) ήταν 180 x 30 μέτρα και κάλυπτε σχεδόν 1,5 εκτάριο. Στο εσωτερικό, ένα δάσος με 1293 κίονες από γρανίτη, ίασπη και μάρμαρο ήταν χωρισμένοι από 19 διαδρόμους. Τα υλικά τους είχαν ληφθεί από ρωμαϊκά και βησιγοτθικά κτίρια από τη νότια Ισπανία και στήριζαν στοές σε σχήμα πετάλων κατασκευασμένες είτε από πλίνθους είτε από λευκή πέτρα. Σε αυτό τον τεράστιο χώρο, που σταδιακά καλύφθηκε με υπέροχα μωσαϊκά, είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς το μιχράμπ, το ιερό που βλέπει προς τη Μέκκα.
Το κτίριο το οποίο στα νότια περιορίζεται από τον ποταμό Γουαδαλκιβίρ και περικλείεται από ψηλά τείχη με προπύργια, ανοίγει προς βορρά στην Πάτιο ντε λος Ναράνχος, το προαύλιο στο οποίο οι πιστοί εκτελούν την ιεροτελεστική πλύση στις 4 πηγές που κατασκευάστηκαν ανάμεσα στις πορτοκαλιές τον 10ο αιώνα.
Η Κόρδοβα απήλαυσε τη μεγαλύτερη δόξα κατά τον 11ο και 12ο αιώνα. Είχε περίπου ένα εκατομμύριο κατοίκους και ήταν διαιρεμένη σε 21 περιφέρειες, εκάστη των οποίων είχε τα τεμένη, τις αγορές και τα δημόσια λουτρά της.
Η πόλη επίσης ήταν κέντρο όπου άνθισαν οι τέχνες και οι επιστήμες. Το 1126 έγινε γενέτειρα του Ιμπν Ρασίντ (του μεγάλου Άραβα φιλοσόφου γνωστού σαν Αβερόπ) και σε λιγότερο από 10 χρόνια αργότερα, του εβραίου Μωϋσή Μπεν Μαϊμόν, φυσικού και θεολόγου, γνωστου σαν Μαϊμονίδη. Οι εβραίοι έμποροι αποτελούσαν ηγετικές μορφές στη ζωή της πόλης. Σήμερα, η συνοικία τους, Γιουντερία, πίσω από τη Μεθκίτα, έχει παραμείνει σε μεγάλο βαθμό αναλλοίωτη. Τα δρομάκια περιβάλλονται από λευκούς τοίχους πίσω από τους οποίους υπάρχουν υπέροχες αστικές οικίες, ανθισμένες αυλές, σιδερόφρακτες πύλες και βυρσοδεψεία για τα οποία η Κόρδοβα φημιζόταν πάντοτε.
Μετά την ανακατάληψη της Ισπανίας από τους χριστιανούς το 1236, η Μεθκίτα εγκαινιάστηκε εκ νέου σαν χριστιανικός ναός και η πόλη εμπλουτίστηκε με οχυρωμένα ανάκτορα όπως το Αλκαζάρ ντε λος Ρέγιες Κριστιάνος και η Τόρε ντε λα Καλαόρα. Οι γραμμές της Μεθκίτα, πάντως, παρέμειναν αναλλοίωτες μέχρι το τέλος του 14ου αιώνα όταν κατεδαφίστηκε ο μιναρές για να δημιουργηθεί χώρος για την Πουέρτα ντελ Περντόν, μια επιβλητική είσοδο σε ρυθμό μουντεχάρ που είχε στην κορυφή της την Τόρε ντελ Αλμινάρ, ένα κωδωνοστάσιο ύψους 93 μέτρων, από όπου μπορεί κανείς να έχει θέα ολόκληρη την πόλη. Την ίδια περίοδο κατασκευάστηκε μέσα στη Μεθκίτα το πρώτο χριστιανικό παρεκκλήσιο, η Καπίλα ντε Βιλαβιθιόσα. Τον 16ο αιώνα, ο αυτοκράτωρ της Αγίας Ρωμαϊκης Αυτοκρατορίας Κάρολος Ε΄ έδωσε την εξουσιοδότησή του για την κατασκευή ενός καθεδρικού ναού στην καρδιά της Μεθκίτα. Η δομή αυτού του ναού, που σχεδιάστηκε από την οικογένεια αρχιτεκτόνων Ερνάν Ρουίθ, αναμιγνύει στοιχεία ύστερου γοτθικού και ρυθμού Αναγεννήσεως, στους οποίους προστέθηκε κατά τον 19ο αιώνα ένα περίπλοκο ξύλινο εκκλησιαστικό χοροστάσιο.
Οι ευγενείς της Κόρδοβας κατασκεύασαν επίσης επιβλητικά ανάκτορα, όπως το Παλάθιο ντε Βιάνα, όμως αυτά δεν επηρέασαν το πνεύμα της μαυριτανικής πόλης. Σήμερα η Κόρδοβα είναι ένα εκπληκτικό πέτρινο σύνολο της αρμονικής πολιτιστικής και οικονομικής συνύπαρξης των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «UNESCO – ΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου