Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζιο
(29 Σεπτεμβρίου 1571 - 18 Ιουλίου 1610)
Βία και μεγαλείο
Οταν έφτασε στη Ρώμη, ο Μικελάντζελο Μερίζι ήταν ορφανός, φτωχός και απροστάτευτος και δεν είχε τίποτε εκτός από μια ήδη υπολογίσιμη ικανότητα στη ζωγραφική. Παρά το γεγονός ότι η ζωή του είχε ξεκινήσει μάλλον με καλούς οιωνούς - ο πατέρας του, Φέρμο Μερίζι, ήταν αρχιτέκτονας στην υπηρεσία του Μαρκησίου του Καραβάτζιο, από όπου προέρχεται και το παρωνύμιο του ζωγράφου - ο νεαρός επίδοξος καλλιτέχνης διέθετε πνεύμα τόσο ασυμβίβαστο που άγγιζε την ολοκληρωτική ασέβεια προς όλους και προς όλα.
Θεατρικός ρεαλισμός
Γεννήθηκε πιθανώς στο Μιλάνο περίπου το 1571 και μαθήτευσε κοντά στον ζωγράφο Σιμόνε Πετερτσάνο, φτάνοντας όμως στη Ρώμη, κάποια στιγμή ανάμεσα στο 1588 και στο 1592, ο Καραβάτζιο ένιωθε ήδη μια απέχθεια για την παράδοση. H ατμόσφαιρα της παρακμής στην οποία βρέθηκε από τη μία ταίριαζε στον χαρακτήρα του, από την άλλη αποτύπωνε το πόσο υποτιμημένη ήταν εκείνη την εποχή η έμφυτη δεξιότητά του. Αναγκάστηκε για λίγα χρόνια να εργαστεί για ζωγράφους πολύ λιγότερο ταλαντούχους από αυτόν, κάτι που προφανώς ενοχλούσε βαθύτατα τον οξύθυμο νεαρό και έτσι σπάνια έμενε σε ένα εργαστήριο για μεγάλο διάστημα.
Την πρώτη ευκαιρία για αναγνώριση την έδωσε στον Καραβάτζιο ο καρδινάλιος Φραντσέσκο ντελ Μόντε, πιθανώς το 1595. Οι σαράντα περίπου πίνακες που είχε ζωγραφίσει ως τότε ο Καραβάτζιο ήδη δείχνουν μια ευθύτητα και μια κλίση προς έναν θεατρικό ρεαλισμό, ώστε κάποιοι μελετητές πιστεύουν ότι τους ζωγράφισε κατευθείαν από το φυσικό. (Παρεμπιπτόντως, άλλοι μελετητές, με διαφορετικά ενδιαφέροντα, έχουν συχνά εγείρει εδώ ένα ζήτημα ομοφυλοφιλίας του ζωγράφου, καθ' ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους πρώτους πίνακες απεικονίζουν αγόρια στην εφηβεία.)
Τεράστιο σκάνδαλο
Ο εκρηκτικός χαρακτήρας τόσο της τέχνης του όσο και του ίδιου φάνηκε γρήγορα και μάλιστα με την πρώτη μεγάλη παραγγελία που δέχτηκε. Με τη μεσολάβηση του Ντελ Μόντε, ο Καραβάτζιο εξασφάλισε, το 1597, την παραγγελία για την εικονογράφηση του παρεκκλησίου Κονταρέλι στον ναό του Αγίου Λουδοβίκου των Γάλλων, στη Ρώμη. Επρόκειτο για τεράστιο σκάνδαλο. Απεικονίζοντας τρεις σκηνές από τη ζωή του Ευαγγελιστή Ματθαίου («Ο Αγιος Ματθαίος και ο άγγελος», «H κλήση του Αγίου Ματθαίου» και «Το μαρτύριο του Αγίου Ματθαίου»), ο Καραβάτζιο αγνόησε τους περισσότερους παραδομένους κανόνες για τέτοιες απεικονίσεις και επινόησε έναν δραματικό, σύγχρονό του ρεαλισμό, με παροιμιώδη σκληρότητα. Ειδικά στον πρώτο πίνακα, ο Ματθαίος απεικονίζεται όχι ως ευσεβής πατέρας αλλά ως κοινός αγρότης ή εργάτης - και μάλιστα με μια δόση αφέλειας ή βλακείας - ενώ ο άγγελος του σπρώχνει το χέρι για να γράψει το Ευαγγέλιο σαν να καθοδηγεί αναλφάβητο. Τόσο πολύ ενοχλήθηκε η Εκκλησία από αυτή την ερμηνεία του Καραβάτζιο ώστε ο ζωγράφος αναγκάστηκε να ξαναφτιάξει τον πίνακα.
Δεν ήταν η μόνη φορά. H ζωγραφική του Καραβάτζιο προκαλούσε συχνά την ενόχληση της Εκκλησίας, η οποία είχε αρχίσει να βρίσκει έναν απροσδόκητο σύμμαχο στον ισχυρό κύκλο των πιο ακαδημαϊκών ζωγράφων. Παρά τα σκάνδαλα όμως που προκάλεσαν και άλλοι πίνακες - όπως η «Παναγία με προσκυνητές» (ή η «Παναγία του Λορέτο») και ο «Θάνατος της Παρθένου» - ο Καραβάτζιο ήταν ήδη στην ηλικία των τριάντα ετών ο πιο ξακουστός από τους συγχρόνους του. Ευτυχώς, δεν ήταν μόνο η Εκκλησία ισχυρός παράγοντας στη Ρώμη της εποχής. Οι άνθρωποι της γνώσης, οι πιο προοδευτικοί καλλιτέχνες και οι πιο φωτισμένοι αξιωματούχοι θαύμαζαν τον Καραβάτζιο, ο οποίος ξαφνικά άρχισε να κατακλύζεται από παραγγελίες.
Αλλεπάλληλες συλλήψεις
H φήμη του μεγάλωνε, το ίδιο και τα εισοδήματά του, όμως φαίνεται πως ήταν αναπόφευκτο ο ατίθασος χαρακτήρας του να σφραγίσει, εκτός από την τέχνη του, και τη ζωή του. Μπορεί ο ζωγράφος να είχε καλύψει μεγάλη απόσταση από τα πρώτα χρόνια του στη Ρώμη, όμως δεν έπαψε ποτέ να έχει διαρκή προβλήματα με τον νόμο. Το 1600 ένας ζωγράφος τον κατηγόρησε για βιαιοπραγία, ενώ την επόμενη χρονιά ο Καραβάτζιο τραυμάτισε έναν στρατιώτη. Το 1603 φυλακίστηκε βάσει της διαμαρτυρίας ενός άλλου ζωγράφου. Το 1604 κατηγορήθηκε ότι εκσφενδόνισε μια πιατέλα με αγκινάρες στο κεφάλι ενός σερβιτόρου και λίγο αργότερα, την ίδια χρονιά, ότι πέταξε πέτρες σε μια στρατιωτική φρουρά. Τον Μάιο του 1605 συνελήφθη για κατάχρηση όπλων και τον Ιούλιο αναγκάστηκε να κρυφτεί για ένα διάστημα, επειδή είχε τραυματίσει κάποιον που υπερασπιζόταν τη μνηστή του. Τελικά την επόμενη χρονιά, κατά τη διάρκεια έντονης διαφωνίας για μια παρτίδα παλακόρντα (μορφή πρώιμου τένις), ο Καραβάτζιο σκότωσε κάποιον Ρανούτσιο Τομασόνι.
Τρομοκρατημένος - ίσως όχι τόσο από την πράξη του αλλά από τις πιθανές συνέπειές της - ο Καραβάτζιο εγκατέλειψε τη Ρώμη και περιπλανήθηκε αρκετά προτού καταλήξει πρώτα στη Νάπολη και ύστερα στη Μάλτα, στις αρχές του 1608. Αρχικά τον υποδέχτηκαν με τιμές, ως μεγάλος ζωγράφος που ήταν, και εκεί ο Καραβάτζιο ζωγράφισε ένα από τα πιο μεγάλα αριστουργήματά του, τον «Αποκεφαλισμό του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή» για τον Καθεδρικό Ναό της Βαλέτα. Ωστόσο, είτε επειδή έφτασε η είδηση για το έγκλημα που είχε διαπράξει στη Ρώμη είτε επειδή υπέπεσε σε νέα παραπτώματα, φυλακίστηκε για μία ακόμη φορά. Απέδρασε ωστόσο και κατέφυγε στη Σικελία.
Χάρη μετά θάνατον
Ο Καραβάτζιο όχι μόνο επινόησε ένα μοναδικό ύφος - τον βίαιο ρεαλισμό και τη δραματική φωτοσκίαση που αποκαλείται τενεμπρισμός - αλλά άφησε ανεκτίμητο κληροδότημα στους κατοπινούς δημιουργούς. Οι άμεσοι ακόλουθοί του - η πιο σημαντική από τους οποίους ήταν η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι - ονομάστηκαν Καραβατζίστι, ενώ ίσως ο πιο σπουδαίος ζωγράφος που συνδέεται με την παράδοση του Καραβάτζιο είναι ο Ζορζ ντε Λα Τουρ. Δεν είναι δύσκολο όμως να δει κανείς στοιχεία του ύφους του στο έργο των μεγαλύτερων ίσως ύστερων δασκάλων της δυτικής ζωγραφικής, του Ντιέγκο Βελάσκες και του Ρέμπραντ.
H τύχη του ίδιου του Καραβάτζιο ήταν ολωσδιόλου διαφορετική από τη δόξα που του επεφύλαξε η Ιστορία. H απελπισμένη φυγή και περιπλάνησή του μπορούσαν να τερματιστούν μόνο με παπική χάρη, την οποία προσπαθούσαν να επιτύχουν για καιρό διάφοροι υποστηρικτές του. Ο ίδιος φαίνεται ότι είχε αποφασίσει να επιστρέψει αλλά τον πρόλαβε η πνευμονία και πέθανε στο Πορτ' Ερκολε της Τοσκάνης, τον Ιούλιο του 1610. H εντολή του Πάπα να δοθεί χάρη στον σπουδαίο ζωγράφο έφτασε τρεις ημέρες μετά τον θάνατό του.
ΑΠΟ ΤΟ http://www.tovima.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου