Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

THE VERLA MILL MUSEUM (FINLAND) - ΒΕΡΛΑ-ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΞΥΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΥΛΟΣ (ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ)

Βέρλα – Εργοστάσιο ξυλείας και μύλος
Περί τα μέσα του 20ου αιώνα οι σύγχρονες μέθοδοι στη διαδικασία της υλοτομίας είχαν επιβληθεί σε μια βιομηχανία που αναπτύχθηκε με ραγδαίους ρυθμούς από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ακολούθως, το εργοστάσιο ξυλείας και ο μύλος που βρίσκονταν στο ενδιάμεσο της απόστασης μεταξύ δύο μικρών φινλανδικών πόλεων, της Γιάαλα και της Βαλκεάλα, αναγκάστηκαν να κλείσουν τον Ιούλιο του 1964. Στη διάρκεια της ακμής τους απασχολούσαν 140 υπαλλήλους και παρήγαγαν 2.200 τόνους ξυλείας τον χρόνο. Η βιομηχανική επανάσταση έφτασε στην κοιλάδα του χειμάρρου Κίμι όπου βρισκόταν το εργοστάσιο Βέρλα και το αντίστοιχο χωριό περί το 1870. Μέσα σε λίγα μόνο χρόνια πραγματοποιήθηκε στην κοιλάδα μια εισβολή από πριονιστήρια, εργαστήρια ξυλουργίας και εργοστάσια χαρτοποιίας που ιδρύθηκαν κυρίως από αλλοδαπούς με πολλά κεφάλαια, πρωτίστως Γερμανούς ή Νορβηγούς. Ο νεαρός μηχανικός Ούγκο Νόιμαν, από την άλλη πλευρά, ήταν Ελβετός. Το 1872 ήταν ο πρώτος που κατασκεύασε εταιρία για την παραγωγή ξυλοπολτού που χρησιμοποιείται για την κατασκευή χαρτιού, όμως το φιλόδοξο σχέδιό του επρόκειτο να αποτύχει. Ο Νόιμαν δεν είχε επαρκή κεφάλαια για να επεκτείνει το εργοστάσιο και αντιμετώπισε προβλήματα με τη μεταφορά των προϊόντων. Επί πλέον, λόγω πτώσης των τιμών στη ρωσική αγορά που ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ξυλοπολτού και μια πυρκαγιά το 1876 κατέστρεψαν τελικώς τη νέα αυτή εταιρία. Το 1882 ο Αυστριακός Γκότλιμπ Κράιντλ και οι Γερμανοί Λούις Χένελ και Φρίντριχ Βίλχελμ Ντίπελ κατασκεύασαν ένα καινούργιο, μεγαλύτερο και καλύτερα εξοπλισμένο εργοστάσιο. Ο ντίπελ, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε αποκτήσει το πλειοψηφικό πακέτο την μετοχών της επιχείρησης, πέθανε το 1906, η εταιρία όμως, συνέχισε την παραγωγή ακόμη και κατά τη διάρκεια του φινλανδικού εμφυλίου πολέμου το 1918. Ακολούθως αγοράστηκε από κάποια άλλη εταιρία κατασκευής ξυλείας που είχε την έδρα της στο ίδιο ποτάμι, αλλά οι νέοι ιδιοκτήτες δεν ανανέωσαν τα μηχανήματα και η παραγωγή άρχισε σταδιακά να ελαττώνεται. Οι μόνες μετατροπές που έγιναν από την εταιρία με την πάροδο των δεκαετιών ήταν ένα νέο φράγμα στη δεκαετία του 1920 και ένα εργοστάσιο υδροηλεκτρικής παραγωγής το 1954. Όταν ο τελευταίος εργαζόμενος έφτασε σε ηλικία συνταξιοδότησης, η εταιρία UPM – Κίμελε έκλεισε το εργοστάσιο, αλλά αποφάσισε να διατηρήσει αυτό το εκπληκτικό απομεινάρι της βιομηχανικής επανάστασης. Αρχικώς, ολόκληρο το συγκρότημα (εργοστάσιο, κατοικία του ιδιοκτήτη και καταλύματα των εργατών που ολοκληρώθηκαν το 1886) ήταν κατασκευασμένο από ξύλο. Οι περισσότεροι από τους εργάτες ζούσαν σε φτωχικές καλύβες που βρίσκονταν από την άλλη πλευρά του ποταμού. Λόγω των κήπων τους ταίριαζαν αρμονικά με τη βλάστηση που υπήρχε στην περιοχή. Το τμήμα αποξήρανσης του πολτού καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1892 και αντικαταστάθηκε από ένα εντυπωσιακό τετραώροφο κτίριο που σχεδιάστηκε από τον Καρλ Έντουαρντ Ντίπελ και κατασκευάστηκε από κόκκινο τούβλο για να αποφευχθεί επανάληψη του ατυχούς γεγονότος. Το 1895 κατασκευάστηκε και το άλλο κτίριο, αυτή τη φορά διώροφο, που περιλάμβανε το παλιό ξύλινο εργοστάσιο. Η τελευταία από τις κατασκευές που σχεδιάστηκε από τον Ντίπελ, ο οποίος είχε υιοθετήσει σύγχρονες κατασκευαστικές τεχνικές έστω και αν τα κτίρια που είχαν νεογοτθική εμφάνιση, ήταν η αποθήκη το 1902, οι τοίχοι της οποίας ήταν από αργιλοπυριτικό κάλιο (άστριο). Τα χειροκίνητα μηχανήματα με τα οποία γινόταν η επεξεργασία του ξύλου αξίζουν ιδιαίτερης μνείας. Πρώτα από όλα έκοβαν τους κορμούς σε κομμάτια μήκους 1,5 μέτρου με τη χρήση ενός χειροκίνητου κυκλικού πριονιού. Ακολούθως αφαιρούσαν τον φλοιό από τα κομμάτια και τα περνούσαν ανάμεσα από δύο αλεστικές μηχανές, μέσα στις οποίες υπήρχε ένα βάρος από πέτρα που ζύγιζε 3 τόνους. Από εδώ έστελναν τον ξυλοπολτό στους αναμικτήρες, οι οποίοι στην πράξη ήταν συμπιεστές σύνθλιψης ικανοί να εξάγουν το μεγαλύτερο μέρος της πλεονάζουσας υγρασίας από τον πολτό. Στη συνέχεια κρεμούσαν τις σανίδες για να στεγνώσουν σε θερμοκρασία περίπου 70ο. Μετά από 3 ημέρες τις μετρούσαν για να τις διαχωρίσουν στο επιθυμητό πάχος και στη συνέχεια τις πακετάριζαν σε σωρούς που έκαστος ζύγιζε 200 κιλά. Το 1972 το εργοστάσιο Βέρλα μετατράπηκε σε μουσείο. Έκτοτε, τα μηχανήματα για την επεξεργασία του ξύλου και την παραγωγή ξυλείας παρέμειναν στη θέση τους σε ανάμνηση της εποχής των πρωτοπόρων μιας βιομηχανίας στην οποία η Φινλανδία εξακολουθεί να είναι πρωτοπόρος.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «UNESCO – ΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ»

Δεν υπάρχουν σχόλια: