Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

''ΟΛΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΔΥΣΚΟΛΑ'': ΠΑΛΙΑ ΣΕΙΡΑ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ

Όλα του γάμου δύσκολα
Σατιρική σειρά 6 επεισοδίων διάρκειας 30 λεπτών
Πρεμιέρα στην ΕΡΤ τη Παρασκευή 20 Μαρτίου 1981
Παραγωγή του Μιχάλη Μαραγκάκη
Σενάριο της Μαρίας Πολενάκη
Σκηνοθεσία των Βασίλη Γεωργιάδη (3) και Μιχάλη Παπανικολάου (3)
Ηθοποιοί Γιώργος Πάντζας, Μαρία Σπαντιδάκη, Δέσπω Διαμαντίδου, Λουίζα Ποδηματά, Νάσος Κεδράκας, Γιάννης Ζαβραδινός.
Αυτοτελείς σατιρικές ιστορίες με θέμα το γάμο ενός νεαρού ερωτευμένου ζευγαριού και τα προβλήματα συγκατοίκησης που δημιουργούνται μεταξύ τους εξαιτίας των διαφορετικών τους χαρακτήρων και της επέμβασης των πεθερικών….
ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΔΗΓΟ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΩΝ ΣΕΙΡΩΝ 1967-1998

MACAU - ΜΑΚΑΟΥ

Μακάου
Η Ειδική Διοικητική Περιφέρεια Μακάου της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (κινέζικα: 中華人民共和國澳門特別行政區 πορτογαλικά: Região Administrativa Especial de Macau da República Popular da China [ πορτογαλικά ], συντομογραφία RAEM), ευρύτερα γνωστή ως Μακάο, είναι μια μικρή περιοχή της νοτιοανατολικής ακτής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, με έκταση 27.3 km² και 460,000 πληθυσμό. Διοικούμενο από την Πορτογαλία ως το 1999, ήταν η παλιότερη ευρωπαϊκή αποικία στην Κίνα, χρονολογούμενη από τον 16ο αιώνα. Η διοίκηση του Μακάο μεταβιβάστηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1999 στη Λ.Δ. της Κίνας και είναι τώρα μία από τις δύο ειδικές διοικητικές περιφέρειες της χώρας, μαζί με το Χονγκ Κονγκ.
Επίσημη γλώσσα του Μακάο είναι τόσο η μανδαρινική κινεζική όσο και η πορτογαλική. Επίσης χρησιμοποιείται επίσημα η καντονεζική διάλεκτος της κινεζικής.
Γεωγραφία
Το Μακάου ή Μακάο (Macau ή Macao) άλλοτε υπερπόντιο εδαφικό διαμέρισμα της Πορτογαλίας, βρίσκεται στις νότιες ακτές της Κίνας, στην οποία επιστράφηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1999. Βρίσκεται στη δυτική πλευρά των εκβολών του ποταμού Τσου (Τσου Τσιανγκ), νότια από την Καντόνα και απέναντι από την πρώην βρετανική αποικία τού Χονγκ Κονγκ. Περιλαμβάνει μια μικρή και στενή χερσόνησο τής κινεζικής επαρχίας Κουάνγκ-τουνγκ και τα νησιά Τάιπα και Κουλόανε. Έχει συνολική έκταση 16,9 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η πόλη του Μακάου καταλαμβάνει ολόκληρη σχεδόν τη χερσόνησο. Η ονομασία της προέρχεται από την κινεζική λέξη Α-μανγκάο, δηλαδή Όρμος της θεάς Α-μα, προστάτιδας των ναυτικών.
Τόσο η χερσόνησος όσο και τα νησιά αποτελούνται από γρανιτικούς λόφους που περιβάλλονται από μικρές επίπεδες εκτάσεις. Το υψηλότερο σημείο του εδαφικού διαμερίσματος βρίσκεται στο νησί Κουλόανε και φθάνει τα 174 μέτρα. Δεν υπάρχουν μόνιμα ποτάμια ρεύματα και το γλυκό νερό είτε συλλέγεται από τις βροχές είτε εισάγεται.
Το Μακάου βρίσκεται στην τροπική ζώνη. Τα 4/5 των ετήσιων βροχών του, που κυμαίνονται από 1.000 ως 2.500 χιλιοστόμετρα, πέφτουν κατά τη θερινή περίοδο των βροχών, όταν από τον Απρίλιο ώς τον Σεπτέμβριο πνέει ο νοτιοδυτικός μουσώνας. Εκτός από βροχεροί, οι θερινοί μήνες είναι επίσης θερμοί, υγροί και γενικά δυσάρεστοι. Οι χειμώνες αντίθετα, μπορεί να είναι θαυμάσιοι.
Η φυσική βλάστηση, πριν από την αποψίλωση τών λόφων για την παραγωγή καυσόξυλων και τη δημιουργία χώρου για κατοικίες, αποτελούνταν από αείφυλλα δάση μουσώνων. Στα νησιά υπάρχουν κατά τόπους μικρές γεωργικές εκτάσεις, αλλά οι γεωργικοί οικισμοί είναι μικροί. Στα κύρια προϊόντα συγκαταλέγονται τα λαχανικά και τα φασόλια.
Ιστορία
Το πρώτο πορτογαλικό πλοίο αγκυροβόλησε στις εκβολές του ποταμού Τσου το 1513 και ακολούθησαν τακτικές επισκέψεις των Πορτογάλων. Το εμπόριο με την Κίνα πήρε επίσημη μορφή το 1553 και το Μακάου έγινε το κύριο κέντρο διακίνησης τού διεθνούς εμπορίου με την Κίνα και την Ιαπωνία. Αν και το εμπόριο τής Κίνας με τον έξω κόσμο σταδιακά επικεντρώθηκε στην Καντόνα, στα τέλη του 18ου αιώνα οι έμποροι μπορούσαν να εισέλθουν στην πόλη αυτή μόνο κατά τη διάρκεια τής εμπορικής περιόδου (από τον Νοέμβριο ώς τον Μάιο). Έτσι η διεθνής εμπορική κοινότητα εγκαταστάθηκε στο Μακάου. Στα τέλη του 19ου αιώνα, όμως, το Χονγκ Κονγκ υποσκέλισε το εμπόριο τού Μακάου και σε λίγα χρόνια οι έμποροι εγκατέλειψαν την πορτογαλική κτήση, που ποτέ δεν επανέκτησε την πρότερη εμπορική σημασία της.
Δημογραφία
Ο πληθυσμός υπολογιζόταν, το 1998, σε 426.000. Ανέκαθεν στο Μακάου υπήρχαν σχετικά λίγοι Πορτογάλοι, ενώ οι ντόπιοι Κινέζοι αποτελούν τη μεγάλη πλειονότητα τών κατοίκων.
Οικονομία
Εκτός από αποθέματα αλιευμάτων στις εκβολές τού ποταμού Τσου, το Μακάου διαθέτει περιορισμένου φυσικούς πόρους. Αποτελεί, όμως, ελεύθερο λιμάνι και το εμπόριο κατέχει σημαντική θέση στην οικονομία του. Το 1996, το ΑΕΠ ανερχόταν σε 7,3 εκ. δολάρια ΗΠΑ (17.600 δολ. ΗΠΑ κατά κεφαλήν). Κύριο εξαγώγιμο προϊόν είναι τα κλωστοϋφαντουρικά προϊόντα, αλλά εξάγονται επίσης πυροτεχνήματα, παιχνίδια, κινεζικά κρασιά, λιβάνι, κασέλες από ξύλο καμφορόδεντρου, τεχνητά άνθη και ηλεκτρονικά.
Το Μακάου είναι γνωστό για τη βιομηχανία στοιχήματος και τα καζίνο του

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ (ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ)

Θεόδωρος Πάγκαλος
Στρατιωτικός και πολιτικός από τη Σαλαμίνα. Γεννήθηκε το 1878 από πατέρα γιατρό και πολιτευόμενο, αρβανίτικης καταγωγής. Αφού περάτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του, κατατάχθηκε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε το 1900, πρώτος στην τάξη του, ως ανθυπολοχαγός πεζικού. Συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία και συγκεκριμένα στην Ακαδημία Πολέμου του Παρισιού. Έφρασε μέχρι το βαθμό του αντιστρατήγου (1924) και αποστρατεύτηκε οριστικά το 1926. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος έλαβε μέρος στο Κίνημα του 1909 ως ένα από τα πιο ενεργά μέλη του Στρατιωτικού Συνδέσμου και στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13. Το 1916 υποστήριξε τον Ελευθέριο Βενιζέλο στη διαμάχη του με τον βασιλιά Κωνσταντίνο και ανταμείφθηκε με σημαντική θέση στο Υπουργείο Πολέμου. Μετέσχε στη Μικρασιατική Εκστρατεία ως Επιτελάρχης, αλλά το 1920 αποστρατεύτηκε με το βαθμό του υποστρατήγου, όταν οι «κωνσταντινικοί» ήλθαν στην εξουσία.Το 1922 υποστήριξε την Επανάσταση Πλαστήρα, που κατήργησε τη Μοναρχία και ανακήρυξε τη Β' Ελληνική Δημοκρατία. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επικράτησή της, αν και απόστρατος, καθώς ηγήθηκε των δυνάμεων που κατέλαβαν την Αθήνα. Επανελθών εις την ενεργό υπηρεσία, ανέλαβε διοικητής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια την προεδρία της ανακριτικής επιτροπής για τους υπευθύνους της Μικρασιατικής Καταστροφής, που οδήγησε στη «Δίκη των 6».Το Νοέμβριο του 1922 ανέλαβε για ένα μήνα το Υπουργείο Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Γονατά και στη συνέχεια τοποθετήθηκε διοικητής της νεοσύστατης Στρατιάς του Έβρου. Εργάσθηκε υπεράνθρωπα, και συντόμου χρονικού διαστήματος κατόρθωσε να τη μετατρέψει σε μια αξιόμαχη μονάδα, ενόψει της επικείμενης Συνθήκης της Λωζάνης, που θα καθόριζε, μεταξύ άλλων, και την έκταση του ελληνικού κράτους.Ο Πάγκαλος αντιτάχθηκε στη Συνθήκη της Λωζάνης, καθώς επιθυμούσε να επιτεθεί στην Τουρκία και να φθάσει ως την Κωνσταντινούπολη. Εξαναγκάστηκε σε παραίτηση, αλλά η σθεναρή στάση του τον έκανε δημοφιλή σε μεγάλο τμήμα του στρατού. Επανήλθε στο στράτευμα για την καταστολή του αντιβενιζελικού κινήματος των Λεοναρδόπουλου - Γαργαλίδη (22 Οκτωβρίου 1923). Σε μια περίοδο έντονης κυβερνητικής αστάθειας, ο Πάγκαλος αποφάσισε να βάλει τη δική του σφραγίδα στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 1923 εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης με το Δημοκρατικό Κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, το οποίο ανέλαβε την εξουσία στις 12 Μαρτίου 1924. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος έγινε Υπουργός Εννόμου Τάξεως και μετά δύο μήνες ανέλαβε το Υπουργείο Στρατιωτικών. Παραιτήθηκε στις 26 Ιουλίου, όταν την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, τον οποίο διαδέχθηκε ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος στις 27 Οκτωβρίου 1924.Στις 25 Ιουνίου 1925 ο Θεόδωρος Πάγκαλος ηγήθηκε στρατιωτικού πραξικοπήματος και ανέτρεψε την κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου, με το επιχείρημα ότι η χώρα πήγαινε από το κακό στο χειρότερο, εξαιτίας της πολιτικής αστάθειας. Από την πρώτη στιγμή, δεν έκρυψε τις προθέσεις του: «Είμεθα κατάστασις. Δι' ημάς δεν υπάρχει Βενιζελισμός και Κωνσταντινισμός, διότι δεν υπάρχουν πλέον τα εκπροσωπούντα τα δύο ταύτα κόμματα, πρόσωπα. Ο μεν Βενιζέλος απέθανε πολιτικώς, ο δε Κωνσταντίνος φυσιολογικώς».Κατόρθωσε να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και σχημάτισε επιτροπή για τον καταρτισμό νέου Συντάγματος. Το νέο Σύνταγμα ψηφίσθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1925, αλλά δημοσιεύτηκε ουσιωδώς τροποποιημένο από τον ίδιο στις 29 Σεπτεμβρίου 1925. Την ίδια ημέρα διέλυσε τη Βουλή, επειδή «είχε εκπέσει στη συνείδηση του έθνους», όπως δήλωσε.Σχεδόν αμέσως άρχισαν οι διώξεις όσων αμφισβητούσαν την εξουσία του. Το νεοσύστατο, τότε, ΚΚΕ μπήκε από τους πρώτους στο στόχαστρο, όπως και το παλιό του αφεντικό, ο στρατηγός Πλαστήρας. Ο Τύπος τέθηκε υπό αυστηρό καθεστώς λογοκρισίας και δημοσιογράφοι οδηγήθηκαν στη φυλακή. Ψηφίστηκε μια σειρά από καταπιεστικούς νόμους, με χαρακτηριστικότερη τη διάταξη που προέβλεπε ότι το μήκος της φούστας των γυναικών δεν επιτρεπόταν να ξεπερνά τους 30 πόντους από το έδαφος. Ο στρατηγός μπορεί να ήταν ένας άριστα καταρτισμένος αξιωματικός και ικανότατος επιτελής, αλλά υπήρξε ακραίος και οξύς στις ενέργειές του, παρασυρόμενος από την έντονη ιδιοσυγκρασία του.Ο Θεόδωρος Πάγκαλος προκήρυξε εκλογές για τις 7 Μαρτίου 1926, οι οποίες δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, γιατί εν τω μεταξύ είχε κηρύξει απροκάλυπτα δικτατορία (4 Ιανουαρίου 1926). Στις 19 Μαρτίου ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης υπέβαλε την παραίτησή του από την Προεδρία της Δημοκρατίας. Ο Πάγκαλος προκήρυξε αμέσως προεδρική εκλογή και εκτέθηκε ο ίδιος ως υποψήφιος, με αντίπαλο τον καθηγητή της Νομικής Κωνσταντίνο Δεμερτζή, της συνασπισμένης αντιπολίτευσης. Όταν ο Δεμερτζής αποσύρθηκε από την εκλογή, καθώς τα κόμματα που τον υποστήριζαν διέρρηξαν το συνασπισμό τους, ο Πάγκαλος παρέμεινε μοναδικός υποψήφιος κι εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας στις 5 Απριλίου 1926, διατηρήσας παράλληλα και την Πρωθυπουργία. Στις 19 Ιουνίου, για να δώσει επίφαση νομιμότητας στο καθεστώς του, έχρισε πρωθυπουργό τον Αθανάσιο Ευταξία.Ο Πάγκαλος έδειξε αξιοσημείωτη πολιτική και διπλωματική ανεπάρκεια κατά τη διάρκεια της εξουσίας του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο βραχύβιος Ελληνουβουλγαρικός Πόλεμος (18 - 22 Οκτωβρίου 1925), «Το Επεισόδιο του Πετριτσίου», όπως έμεινε στην ιστορία, που στοίχισε στη χώρα μας μια καταδίκη από την Κοινωνία των Εθνών και την καταβολή χρηματικής αποζημίωση στη Βουλγαρία.Η κατάσταση είχε φθάσει στο απροχώρητο με την ουσιαστική κατάργηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και την κακή κατάσταση της οικονομίας. Τα σφάλματα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, η εσωτερική κακοδιοίκηση και οι ποικίλες ατασθαλίες από το περιβάλλον του δικτάτορα, όπως και η στροφή του στον αντιβενιζελικό κόσμο, σφράγισαν την τύχη του καθεστώτος. Στις 24 Αυγούστου 1926 ο Πάγκαλος ανετράπη, όχι από τους βενιζελικούς, όπως θα ανέμενε κανείς, αλλά πρωτίστως από τους πραιτοριανούς του καθεστώτος του. Το αντιπραξικόπημα, υπό την ηγεσία του Κονδύλη, τον βρήκε να παραθερίζει ξένοιαστο στις Σπέτσες.Ο Πάγκαλος έμεινε στη φυλακή Ιτζεδίν της Κρήτης για δύο χρόνια κι αφέθηκε ελεύθερος στις 10 Ιουλίου 1928, με την αμνηστία που χορήγησε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν ανέλαβε και πάλι την πρωθυπουργία. Από το 1928 ιδιώτευσε και δεν έπαιξε έκτοτε κανένα ρόλο στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας, παρά μόνο το 1950, όταν κατήλθε υποψήφιος βουλευτής, αλλά δεν εξελέγη. Πέθανε στην Κηφισιά στις 27 Φεβρουαρίου 1952.Επί της διακυβέρνησής του δημιουργήθηκε η Αεροπορική Άμυνα, ένα ταμείο για τη συγκρότηση της Πολεμικής Αεροπορίας, η Σιβιτανίδειος Σχολή, το Ελληνικό Μελόδραμα (πρόδρομος της Λυρικής Σκηνής). Θεμελιώθηκε το Μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού επί της οδού Πανεπιστημίου (εμπορικό κέντρο σήμερα), ενώ ιδρύθηκε και λειτούργησε η Ακαδημία Αθηνών, με πρωτοβουλία του επί της Παιδείας Υπουργού του, Δημητρίου Αιγινήτη.Ο Θεόδωρος Πάγκαλος απέκτησε δύο τέκνα. Τον υποναύαρχο Θησέα Πάγκαλο και τον αξιωματικό της Αεροπορίας Γεώργιο Πάγκαλο. Γιος του Γεωργίου και εγγονός του δικτάτορα είναι ο δικηγόρος - οικονομολόγος Θεόδωρος Πάγκαλος (1938), ηγετικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, βουλευτής και πρώην υπουργός Εξωτερικών.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2009

GAMAL ABDEL NASSER - ΓΚΑΜΑΛ ΑΜΠΝΤΕΛ ΝΑΣΕΡ

Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ
Ο Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ (1918 - 1970) ήταν Αιγύπτιος στρατιωτικός, πραξικοπηματίας και πολιτικός, ανέλαβε την προεδρία της Αιγύπτου μετά από πραξικόπημα.
Γιος ταχυδρομικού υπαλλήλου, γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1918 και σπούδασε στη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία του Καΐρου, από την οποία και απεφοίτησε το 1938, ενώ διακρίθηκε στον πόλεμο εναντίον του Ισραήλ το 1948. Υπήρξε ένας από τους βασικούς ιδρυτές της παραστρατιωτικής οργάνωσης των «Ελεύθερων Αξιωματικών», η οποία, εκμεταλλευόμενη τη πικρία του λαού εκ του πολέμου με το Ισραήλ, ανέτρεψε την αιγυπτιακή δυναστεία του Βασιλιά Φαρούκ Α΄ στις 23 Ιουλίου 1952 και το 1953 ανακήρυξε την Αίγυπτο δημοκρατία ισλαμικού τύπου.
Στη συνέχεια το 1954 ο Νάσερ ανέτρεψε και τον πρώτο Πρόεδρο της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας Συνταγματάρχη Μωχάμετ Ναγκίμπ θέτοντάς τον σε κατ΄ οίκον περιορισμό (με αιτιολογία τη μετριοπαθή στάση του απέναντι στο Σουδάν) και ανέλαβε την προεδρία κατόπιν ανελεύθερων εκλογών το 1956 υπό την (αφανή) διπλωματική προστασία της Σοβιετικής Ένωσης. Τον ίδιο χρόνο η Αγγλία και οι ΗΠΑ συνομολογούν με την Αίγυπτο για την (βοήθεια) στη κατασκευή του μεγάλου φράγματος του Ασουάν και παράλληλα ο Νάσερ ζήτησε μεγάλες στρατιωτικές προμήθειες για τον στρατιωτικό εξοπλισμό της χώρας.
Μοίρασε την εθνική γη στους ακτήμονες και εθνικοποίησε πολλές ξένες επιχειρήσεις, με πρώτιστη τη διαχειριζόμενη τη Διώρυγα Σουέζ. Τότε ξέσπασε οξύτατη κρίση και μάλιστα μετά την ανάληψη εκ μέρους της Αγγλίας και Γαλλίας συνεπικουρούμενες και από το Ισραήλ μεγάλης στρατιωτικής επέμβασης την οποία τελικά τα Ηνωμένα Έθνη καταδίκασαν ως παράνομη και οι δύο Δυνάμεις αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν. Η εξέλιξη αυτή έκανε τον Νάσερ να φαντάζει ως ήρωας.
Το 1958 ίδρυσε την Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία συμπράττοντας με τη Συρία, την Ιορδανία και τον Λίβανο σε ένα διακρατικό τύπο εθνικοσοσιαλισμού η οποία όμως αργότερα το 1961 αυτοδιαλύθηκε. Συνεχίζοντας οι ΗΠΑ και η Αγγλία να αρνούνται την στρατιωτική εξοπλιστική προμήθεια του Αιγυπτιακού στρατού ο Νάσερ τότε στράφηκε προς τη Ρωσία. Το γεγονός χαιρετίστηκε ιδιαίτερα από το Κρεμλίνο και ο Πρόεδρος Χρουστσώφ του επεφύλαξε θερμή υποδοχή. Τότε η Σοβιετική Ένωση ανέλαβε και τη κατασκευή του φράγματος του Ασουάν. Ήταν 9 Ιανουαρίου 1960 που οι Πρόεδροι Νάσερ και Χρουστσώφ επιβαίνοντες ποταμόπλοιου έριξαν μικρές πέτρες ως θεμέλιους λίθους στο σημείο κατασκευής του φράγματος.
Την 7 Ιουνίου του 1960 ο Νάσερ επισκέφθηκε την Αθήνα κατόπιν επίσημης πρόσκλησης του Βασιλιά Παύλου. Από την επίσκεψη αυτή αναπτύχθηκαν ιδρυτικοί δεσμοί Ελληνοαραβικού Επιμελητηρίου και απαλείφθηκαν οι κατά των Ελλήνων της Αιγύπτου αξιώσεις δήμευσης περιουσιών και απελάσεων. Την επίσκεψη εκείνη ανταπέδωσε ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος στον οποίο ο Νάσερ επεφύλαξε θερμή υποδοχή. Ήταν ο πρώτος επίσημος της Δύσης που επισκέφθηκε τη χώρα μετά την μεταστροφή της Αιγύπτου στο Ανατολικό μπλοκ. Πρωτεργάτης εισηγητής της (αναγκαιότητας) ανταλλαγής αυτών των επισκέψεων ήταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος.
Η επιρροή του Νάσερ δεν μειώθηκε παρά τη συντριπτική ήττα των Αράβων από τους Ισραηλινούς στον πόλεμο των έξι ημερών τον Ιούνιο του (1967). Με τη λήξη του οποίου σε ραδιοφωνικό μήνυμά του ανήγγειλε στον Αιγυπτιακό λαό την παραίτησή του. Η είδηση συγκίνησε τον αιγυπτιακό λαό τόσο που ξεχύθηκε στους δρόμους του Καΐρου σε μια τεράστια πορεία - συγκέντρωση, ζητώντας την παραμονή του στη Προεδρία. Έτσι και παρέμεινε. Στις 28 Σεπτεμβρίου του 1970 κάποιος Υπουργός του που ανέμενε κάποια υπογραφή αντιλαμβάνεται ότι ο Πρόεδρος χάνει τις αισθήσεις του. Σε λίγα λεπτά ξεψύχησε από καρδιακό επεισόδιο μέσα στη Προεδρική Έπαυλη. Η κηδεία του Νάσερ θεωρείται μέχρι σήμερα η πολυπληθέστερη που έχει γίνει ποτέ στον αραβικό κόσμο και όχι μόνο.
Πολλοί υπήρξαν επικριτές του έργου του όπως και πολλοί οι θαυμαστές του. Επί των ημερών του κατέρρευσε η ανθούσα μέχρι τότε ελληνική παροικία της Αιγύπτου λόγω των εθνικοποιήσεων και της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα συναλλάγματος, ο ίδιος εφήρμοσε μια αστυνομοκρατούμενη εσωτερική πολιτική που δυστυχώς εφαρμόσθηκε και σε άλλες χώρες της Μεσογείου, ενέπλεξε τη χώρα σε δύο πολέμους, με την Υεμένη, πενταετή (1962-1967) και με το Ισραήλ (πόλεμος των έξι ημερών) το 1967 με ασυγχώρητα μεγάλο αριθμό νεκρών, έστρεψε τη χώρα προς τη Σοβιετική Ένωση για να λάβει εξοπλισμούς που δεν μπόρεσαν να ενεργοποιηθούν στις κατάλληλες στιγμές ξεπουλώντας όλη τη παραγωγή δημητριακών και βάμβακος στη Σοβιετική Ένωση. Μια στροφή που μετά το θάνατό του αποδείχθηκε λανθασμένη και ακολούθησε αναστροφή έτσι ώστε ο Κίσσινγκερ να χαρακτηρισθεί και «μάγος» της Διπλωματίας. Ξεκίνησε ένα εθνικοσοσιαλιστικό πολιτικό πρόγραμμα που εκ των πραγμάτων όχι μόνο δεν καρποφόρησε αλλά το μόνο που πέτυχε ήταν να γίνει ο ίδιος ίνδαλμα σε αρκετούς άλλους πραξικοπηματίες της Μεσογείου και όχι μόνο.
Αντίθετα οι οπαδοί του, του εγκωμιάζουν τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις του. Του αναγνωρίζουν την απαλλαγή της χώρας από τη Δυναστεία του Φαρούκ που κάτω από το πάθος της καλοπέρασης και της χαρτοπαιξίας δεν αντιλαμβανότανε τις δυσκολίες που πέρναγε η χώρα, ανεξάρτητα του διπλωματικού επεισοδίου που έίχε δημιουργήσει εξ υπαιτιότητάς του σε βάρος της Ελληνικής Βασιλικής Οικογένειας, που αποκαταστάθηκε όμως επί Νάσερ. Ανεξάρτητα όμως όλων των παραπάνω είναι γεγονός πως ο Νάσερ υπήρξε η πρώτη πολιτική φυσιογνωμία που προσπάθησε να αποκαταστήσει γενικά την αξιοπρέπεια στους Άραβες που την είχαν μακρόχρονα ταπεινώσει οι Δυτικοί.

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

VICTOR HUGO - ΒΙΚΤΟΡ ΟΥΓΚΩ

Βίκτωρ Ουγκώ
Ο Βίκτωρ Ουγκώ (γαλλικά: Victor Marie Vicomte Hugo) (26 Φεβρουαρίου 1802 – 22 Μαΐου 1885) ήταν
Γάλλος μυθιστοριογράφος, ποιητής και δραματουργός, ο πλέον σημαντικός και προβεβλημένος εκπρόσωπος του κινήματος του γαλλικού ρομαντισμού.
Από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του αντιλήφθηκε το λογοτεχνικό του ταλέντο και ξεκίνησε τις μεταφράσεις έργων από τα λατινικά καθώς και δικές του πρωτότυπες ποιητικές εργασίες. Η αξία του αναγνωρίστηκε σύντομα μέσα στο γαλλικό ακαδημαϊκό κύκλο αλλά και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την πολιτική μεταλλασσόμενος βαθμιαία από φιλομοναρχικό συντηρητικό σε ριζοσπάστη δημοκρατικό. Την τελευταία περίοδο της ζωής του γνώρισε τη λατρεία του γαλλικού έθνους, ταυτιζόμενος με την ίδια τη Γαλλία, όπως ο ίδιος έλεγε στο ποίημά του Lettre à une femme (Γράμμα σε μία γυναίκα): "Je ne sais plus mon nom, je m'appelle Patrie!" (Δε γνωρίζω πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς). Προ πάντων, όμως, ως ο μεγαλύτερος Γάλλος συγγραφέας του άμεσου μετεπαναστατικού περιβάλλοντος, ήταν ο ποιητής του νέου κόσμου, ο προφητικός, παραισθησιακός φιλόσοφος και μυθοπλάστης μιας ριζικά νέας εποχής.
Η ζωή του
Παιδική ηλικία και νεότητα
Γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν (Besançon) της επαρχίας Franche-Comté της ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιός του Ιωσήφ Λεοπόλδου Σιγισβέρτου Ουγκώ (Joseph Léopold Sigisbert Hugo) και της Σοφί Τρεμπισέ (Sophie Trébuchet). Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός (έγινε στρατηγός της Αυτοκρατορίας το 1809) του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική.
Ως αποτέλεσμα της ασυμφωνίας πεποιθήσεων του ζεύγους Ουγκώ ήρθε το 1803 ο σύντομος χωρισμός του και η μετακίνηση της Σοφί και των παιδιών στο Παρίσι. Το 1807 η οικογένεια επανενώθηκε για δύο χρόνια με την απόφαση της Σοφί να μεταβεί στην Ιταλία, όπου ο σύζυγός της υπηρετούσε ως κυβερνήτης επαρχίας. Το 1809 φεύγουν πάλι και παραμένουν για δύο χρόνια στην κωμόπολη Feuillantines ενώ η οριστική διάσταση των γονιών του Βίκτωρα φτάνει το 1813, οπότε και εγκαθίστανται με τη μητέρα του οριστικά στη γαλλική πρωτεύουσα. Εκεί διέμεινε από το 1815 έως το 1818 στο οικοτροφείο Pension Cordier ενώ παρακολουθούσε μαθήματα στο περίφημο Κολλέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου (Collège Louis-le Grand).

Από πολύ νωρίς ξεκίνησε να γράφει ποιήματα και να μεταφράζει κλασσικούς Λατίνους ποιητές όπως ο Βιργίλιος. Η πρώιμη φιλοδοξία του τον έσπρωξε να γράψει σε ηλικία μόλις δεκατεσσάρων ετών σε μία εφημερίδα της εποχής: "Je veux être Chateaubriand ou rien" (Επιθυμώ να γίνω ή Σατωβριάνδος ή τίποτα). Στα 1817 βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία για κάποιο ποίημά του και το 1819 από τα Ανθεστήρια της Τουλούζης (Académie des Jeux floraux de Toulouse), γεγονότα, που έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να αφιερωθεί στη λογοτεχνία παρά τα σχέδιά του να φοιτήσει ο γιος του στην Πολυτεχνική Σχολή. Λίγο καιρό αργότερα θα εγκαταλείψει και τις σπουδές του στη Νομική Σχολή.

Πρώιμη ποιητική και πεζογραφία
Το 1819 ιδρύει μαζί με τους αδερφούς του το περιοδικό Conservateur Littéraire όπου υποστηρίζει τις θέσεις του Σατωβριάνδου (François René Chateaubriand). Τρία χρόνια αργότερα δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή Nouvelles Odes et Poésies Diverses λαμβάνοντας για αυτήν βασιλική επιχορήγηση από τον Λουδοβίκο. Την ίδια εποχή συνεργάζεται με το περιοδικό Muse Française και συχνάζει στο λογοτεχνικό σαλόνι του Καρόλου Νοντιέ (Charles Nodier), όπου συναναστρέφεται με τον Αλφρέδο Ντε Βινί (Alfred de Vigny) και το Λαμαρτίνο (Lamartine).
Στις 27 Ιουνίου 1821 πεθαίνει η μητέρα του και ένα μήνα, περίπου, αργότερα στις 20 Ιουλίου ο πατέρας του ξαναπαντρεύεται. Στις 20 Οκτωβρίου 1822 ο Ουγκώ παντρεύεται την Αδέλα Φουσέ (Adèle Foucher). Ένας γάμος, που όπως και αυτός των γονιών του, χαρακτηρίζεται από δυσαρμονία μεταξύ των συζύγων και οδηγεί το συγγραφέα σε μία μακροχρόνια σχέση με τη μούσα και ερωμένη του ηθοποιό Ζιλιέτ Ντρουέ (Juliette Drouet) μέχρι το θάνατ
ό της το 1882. Πλην αυτού, όμως, ο γάμος του υποκρύπτει και μία τραγωδία μιας και ο μικρότερος αδερφός του Ευγένιος, όντας κρυφά ερωτευμένος με την Αδέλα, χάνει τα λογικά του την ημέρα του γάμου και παραμένει μέχρι το τέλος της ζωής του σε ίδρυμα.
Το 1823 κάνει το λογοτεχνικό του ντεμπούτο με το μυθιστόρημα Χαν της Ισλανδίας (Han d'Islande), το οποίο κυκλοφόρησε με ψευδώνυμο σε τέσσερεις μικρούς τόμους.
Η ποιητική συλλογή, που τον καθιερώνει εκδίδεται στα 1826 και είναι οι Ωδές και Μπαλάντες (Odes et Ballades), με την οποία αναγνωρίζεται σαν αξιόλογος λυρικός ποιητής και τεχνίτης του στίχου. Ακολουθεί τον ίδιο χρόνο το μυθιστόρημα Μπιγκ Ζαργκάλ (Bug-Jargal) και το 1827 το θεατρικό έργο Κρόμβελ (Cromwell).
Στο μνημειώδη Πρόλογο του Κρόμβελ (Préface de Cromwell) ο Ουγκώ προτείνει στους συγχρόνους του δραματουργούς να απαλλαγούν από τις φόρμες, που επέβαλλε ο γαλλικός θεατρικός κλασικισμός, εισάγοντας στη θεατρική τέχνη το ρομαντικό δράμα. Έχοντας ήδη γνωρίσει το σαιξπηρικό έργο, τη γερμανική θεατρογραφία και τη δραματουργία του Σλέγκελ (Schlegel) με τον πρόλογό του δίνει το έναυσμα μίας πολύχρονης διαμάχης μεταξύ γαλλικού κλασικισμού και Ρομαντισμού. Επιπλέον με τον Κρόμβελ εισηγείται ένα υπόδειγμα σύγχρονου ιστορικού δράματος, που υπακούει στη σαιξπηρική τεχνική. Εντωμεταξύ στις 29 Ιανουαρίου 1828 πεθαίνει ο πατέρας του και από εκείνη τη στιγμή ο Ουγκώ αρχίζει να αυτοαποκαλείται βαρώνος.

Από την καταξίωση στην εξορία
Η περίοδος των ετών 1830 έως 1843 αποτελεί διάστημα καταξίωσης του Γάλλου λογοτέχνη με πλούσια παραγωγή έργων. Το 1830 ανεβαίνει με μεγάλη επιτυχία το θεατρικό του έργο Ερνάνης (Hernani) και το 1831 κυκλοφορεί το διάσημο μυθιστόρημά του Η Παναγία των Παρισίων (Notre-Dame de Paris), που σύντομα μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες. Παράλληλα δημοσιεύει έργα λυρικής ποίησης, εμπνευσμένα από το ειδύλλιό του με τη Ζιλιέτ Ντρουέ. Στα 1841, έπειτα από δύο άκαρπες υποψηφιότητες, εκλέγεται μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie française).
Η ζωή του, εντούτοις, θα σημαδευτεί μέχρι τέλους από μία προσωπική τραγωδία, το θάνατο από πνιγμό της νεόνυμφης κόρης του Λεοπολδίνης (Léopoldine) και του συζύγου της Καρόλου Βακερί (Charles Vacquerie) στις 4 Σεπτεμβρίου 1843. Ο Ουγκώ εκείνες τις μέρες βρισκόταν σε ταξίδι στα Πυρηναία και πληροφορήθηκε το γεγονός διαβάζοντας τυχαία κάποια εφημερίδα. Η καταλυτική επίδρασή του συμβάντος πάνω του φάνηκε από το ότι δε δημοσίευσε κανένα έργο του τουλάχιστον για μία δεκαετία.
Το ενδιαφέρον του τώρα κερδίζει η πολιτική και αρχικά υποστηρίζει με θέρμη το βασιλιά Λουδοβίκο – Φίλιππο (Louis-Philippe) ενώ λίγο αργότερα συνδέεται φιλικά με τη θερμή θαυμάστρια του έργου του, δούκισσα της Ορλεάνης, προσδοκώντας την ανάθεση κάποιου υπουργείου στην περίπτωση που ο σύζυγός της αναλάμβανε την εξουσία. Ο θάνατος του δούκα της Ορλεάνης, παρά ταύτα,
ακυρώνει τις όποιες φιλοδοξίες του συγγραφέα.
Στα 1845 ο Λουδοβίκος – Φίλιππος τον ονόμασε Pair de France, μέλος δηλαδή της Άνω Βουλής. Εκεί εκφώνησε λόγους ενάντια στη θανατική καταδίκη και την κοινωνική αδικία ενώ υποστήριξε την ελευθερία του Τύπου και την αυτοδιάθεση της Πολωνίας. Μετά την Επανάσταση του 1848 και την ανακήρυξη της Β’ Γαλλικής Δημοκρατία εκλέγεται, με τη βοήθεια του Λέοντος Γαμβέτα, βουλευτής Παρισίων στη Συντακτική και ακόλουθα στη Νομοθετική Συνέλευση. Τότε αναδεικνύεται σε θερμό υποστηρικτή του Λουδοβίκου – Ναπολέοντα, ανιψιού του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, συντασσόμενος ενεργά με την προώθηση της υποψηφιότητάς του για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η πραξικοπηματική κατάλυση της δημοκρατίας από το Λουδοβίκο – Ναπολέοντα το 1851 και η ανάδειξή του σε Αυτοκράτορα κάνει τον Ουγκώ να αλλάξει τις φιλοβοναπαρτικές του αντιλήψεις και να στραφεί με μένος εναντίον του. Η επικείμενη δίωξή του, μετά από αυτό, τον αναγκάζει να διαφύγει στις Βρυξέλλες εγκαινιάζοντας έτσι την μακρά περίοδο αυτοεξορίας του, που θα διαρκέσει περίπου είκοσι χρόνια.
Η περίοδος της εξορίας
Στη διάρκεια της εξορίας του δημοσίευσε δύο πολιτικά μανιφέστα ενάντια στον Ναπολέοντα Γ’, το Ναπολέων ο Μικρός (Napoléon le Petit, 1852) και το Επιστολές στο Λουδοβίκο Βοναπάρτη (Lettres à Louis Bonaparte, 1855), που διαδόθηκαν ευρέως παράνομα στη Γαλλία, ενώ αργότερα συνέγραψε αναφορικά με τα γεγονότα της εποχής το έργο Η ιστορία ενός εγκλήματος (Histoire d'un crime, Α’ μέρος 1877 και Β’ μέρος 1878). Το 1853 κυκλοφορεί και την ποιητική του συλλογή Τιμωρίες (Les Châtiments) όπου με λυρισμό επαγγέλλεται το θρίαμβο της παγκόσμιας δημοκρατίας.
Αρχικά εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, το 1852, όμως, μετέβη στο βρετανικό νησί Τζέρσεϋ, το οποίο η ανησυχία των τοπικών αρχών για τη δράση του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το 1855 για να μεταβεί στο γειτονικό νησί Γκέρνσεϋ. Εντωμεταξύ το Σεπτέμβριο του 1853 μυείτα
ι από την Ντελφίν Ντε Ζιραρντέν (Delphine de Girardin), που τον επισκέπτεται στο Τζέρσεϋ, στον πνευματισμό, την επικοινωνία δηλαδή με πνεύματα νεκρών μέσω περιστρεφόμενων και ομιλούντων τραπεζιών.
Στη διετία της παραμονής του στο Τζέρσεϋ κατατρύχεται από την εμμονή του θανάτου και τον απασχολούν τα μυστήρια της ψυχής και του κόσμου. Τότε συγγράφει τα έργα Το Τέλος του Σατανά (La fin de Satan) και Θεός (Dieu), όπου στο πρώτο μεν πραγματεύεται το πρόβλημα του Κακού και στο δεύτερο το πρόβλημα του Απείρου. Και τα δύο εκδόθηκαν μεταθανάτια και έχουν τη μορφή αποκαλυπτικών οραμάτων κινούμενα από τη λανθάνουσα τάση του Ουγκώ για ποίηση σε φόρμα ενόρασης.
Στο νησί Γκέρνσεϋ διαμένει στο Hauteville - House από όπου έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί τη θάλασσα και τις απέναντι γαλλικές ακτές. Εκεί, στρεφόμενος από τη μεταφυσική αναζήτηση στην ανθρώπινη εποποιία, συγγράφει την ποιητική συλλογή Ο Θρύλος των Αιώνων (La Légende des Siècles, 1859) και ολοκληρώνει το αριστούργημά του Οι Άθλιοι (Les Misérables, 1862). Οι Άθλιοι, που άμα τη εκδόσει τους σαγήνευσαν τα λαϊκά στρώματα, θεωρήθηκαν ως το πρώτο μοντέρνο μυθιστόρημα. Σε αυτό το έργο, το οποίο δουλεύει περίπου από το 1828, ο Ουγκώ αποτυπώνει μισό αιώνα γαλλικής ιστορίας. Αποτελεί μία επική τοιχογραφία των μεγάλων γεγονότων της Γαλλίας συνδυαζόμενων με την ιστόρηση ενός μεγάλου έρωτα. Το βιβλίο δεν ενθουσίασε τον κύκλο των διανοουμένων κριτικών ενώ περιελήφθη από τον Πάπα Πίο ΙΔ’ στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων.
Η επιστροφή στη Γαλλία και το τέλος
Το 1859 ο Ναπολέων Γ’ προσφέρει αμνηστία σε όλους τους πολιτικούς εξόριστους αλλά ο Ουγκώ αρνείται να επιστρέψει μην επιθυμώντας να κάνει οποιαδήποτε παραχώρηση έναντι του μονάρχη. Το 1863 κυκλοφορεί μία βιογραφία του από τη γυναίκα του Αδέλα, η οποία πέθανε πέντε χρόνια αργότερα. Το ξέσπασμα του Γαλλοπρωσικού Πολέμου τον οδηγεί στην επιστροφή του στη Γαλλία τον Αύγουστο του 1870, λίγο μετά την ανακήρυξη της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Ως βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης ψηφίζει κατά της ειρήνης και αμέσως παραιτείται. Ακολουθούν η πολιορκία των Παρισίων και η ήττα της Γαλλίας. Ο Ουγκώ απομακρύνεται και πάλι από την πατρίδα του το 1871 κατά τη διάρκεια της επικράτησης της Παρισινής Κομμούνας και παραμένει στις Βρυξέλλες και το Λουξεμβούργο. Το ίδιο έτος πεθαίνει ο γιός του Κάρολος (Charles) και το επόμενο η κόρη του Αδέλα εισάγεται στο άσυλο ψυχικά ασθενών Saint-Mandé. Στα δύο προηγούμενα οικογενειακά δράματα προστίθεται το 1873 και ο θάνατος του γιου του Φραγκίσκου – Βίκτωρα (François-Victor).
Στις 30 Ιανουαρίου 1876 ο Βίκτωρ Ουγκώ ονομάζεται ισόβιος Γερουσιαστής από τη Γαλλική Δημοκρατία. Την τελευταία αυτή πολιτική περίοδο της ζωής του γίνεται το είδωλο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ο ίδιος είναι πλέον οπαδός ενός ουτοπικού σοσιαλισμού πιστεύοντας στην κοινωνική συμφιλίωση και την ειρηνική επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, σε σχέση με την επαναστατική βία. Θεωρεί ότι ο ατομικός δρόμος προς την ηθική τελείωση, προς την καλοσύνη οδηγεί στη "σωτηρία" του ατόμου και της κοινωνίας.
Το Φεβρουάριο του 1881 οργανώνεται ένας πανεθνικός εορτασμός προκειμένου να τιμηθεί η είσοδός του στην ένατη δεκαετία της ζωής του. Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν την 25η Φεβρουαρίου με την απόδοση ενός βάζου Σεβρών, παραδοσιακού δώρου προς ηγεμόνες και την 27η Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε προς τιμήν του μία από τις μεγαλύτερες παρελάσεις στη γαλλική ιστορία.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ πέθανε στις 22 Μαΐου 1885 σε ηλικία 83 ετών έχοντας λάβει εν ζωή σπάνια δόξα για πνευματικό δημιουργό. Στη Γαλλία κηρύχθηκε εθνικό πένθος και την ημέρα της κηδείας (1η Ιουνίου) δύο, περίπου, εκατομμύρια κόσμου συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό από την Αψίδα του Θριάμβου, όπου είχε τοποθετηθεί η σορός του, στο Πάνθεον, που ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

MAKARIOS III - ΜΑΚΑΡΙΟΣ Γ΄

Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ΙΙΙ O Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’ γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1913 στο χωριό Άνω Παναγιά της Πάφου. Γονείς του ήταν ο Χριστόδουλος Μούσκος και η Ελένη Αθανασίου. Σε νεαρή ηλικία πήγε στη Μονή Κύκκου όπου και προσελήφθη ως δόκιμος.
Στις 7 Αυγούστου 1938 χειροτονήθηκε Διάκονος και μετονομάστηκε από Μιχάλης σε Μακάριο. Τον ίδιο χρόνο στάληκε ως υπότροφος της Μονής Κύκκου στην Αθήνα για θεολογικές σπουδές στο Εθνικό Πανεπιστήμιο. Αφού απεφοίτησε το 1942 από τη Θεολογική Σχολή, ενεγράφη στη Νομική Σχολή όπου παρακολουθούσε μαθήματα μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη Γερμανική κατοχή οπότε και επέστρεψε στην Κύπρο για μικρό χρονικό διάστημα. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, χειροτονήθηκε σε Πρεσβύτερο και σε Αρχιμανδρίτη στις 13 Ιανουαρίου 1946 στο ναό της Αγίας Ειρήνης, όπου υπηρέτησε για πέντε χρόνια ως Διάκονος με το Μητροπολίτη Αργυροκάστου Παντελεήμονα και προϊστάμενος του ναού Αγίας Παρασκευής στον Πειραιά.
Την ίδια χρονιά, του δόθηκε υποτροφία από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών
και πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για περαιτέρω θεολογικές σπουδές. Παρακολούθησε για δυο χρόνια μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης με ειδίκευση στην Κοινωνιολογία της θρησκείας.
Στις 8 Απριλίου 1948 εκλέγηκε Μητροπολίτης Κιτίου και στις 13 Ιουνίου χειροτονήθηκε σε Επίσκοπο. Η δράση του ως Μητροπολίτη Κιτίου ήταν καθ’ όλα γόνιμη, αφού ανακαίνισε τη Μητρόπολη στη Λάρνακα, βελτίωσε την οικονομική κατάσταση του κλήρου, ίδρυσε Φιλόπτωχες Αδελφότητες και αναπτέρωσε το ηθικό του εξουθενημένου λαού.
Ως Πρόεδρος του Γραφείου Εθναρχίας, πήγε το 1949 στην Ελλάδα όπου είχε συνομιλίες με τον Βασιλιά, τον Πρωθυπουργό και άλλους επισήμους, για το Κυπριακό πρόβλημα. Μετά από εισήγησή του, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της
Κύπρου οργάνωσε στις 15 Ιανουαρίου 1950 Παγκύπριο Δημοψήφισμα κατά το οποίο 97% του Ελληνικού Κυπριακού πληθυσμού ψήφισαν υπέρ της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα.
Στις 20 Οκτωβρίου 1950 εκλέγηκε Αρχιεπίσκοπος και Εθνάρχης, σε διαδοχή του Μακαρίου Β΄. Αμέσως μετά την εκλογή του ως Αρχιεπισκόπου, ίδρυσε την Παγκύπρια Εθνική Οργάνωση Νεολαίας. Αργότερα επισκέφτηκε και πάλι την Αθήνα, όπου προσπάθησε να πείσει την Ελληνική Κυβέρνηση να προσφύγει στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό ζήτημα. Επιστρέφοντας στην Κύπρο υπέβαλε διαμαρτυρία στην Επιτροπή μη αυτοκυβερνωμένων εδαφών των Ηνωμένων Εθνών για την παράλειψη της Μ. Βρετανίας να υποβάλει έκθεση για την πολιτική κατάσταση στην Κύπρο.
Τον Οκτώβριο του 1952 πήγε στη Νέα Υόρκη, όπου συγκροτείτο η Ζ΄ Σύνοδος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, για να προωθήσει το Κυπριακό ζήτημα στο διεθνές πεδίο. Ερχόμενος πίσω στην Κύπρο απηύθυνε επιστολή στον Κυβερνήτη ζητώντ
ας του την προώθηση της εφαρμογής του δικαιώματος αυτοδιάθεσης. Η απάντηση του Κυβερνήτη ήταν αρνητική και ο Αρχιεπίσκοπος επέκρινε την πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας στην Κύπρο. Τον Αύγουστο του 1953 απηύθυνε αίτηση προς το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ για να περιληφθεί στην ημερήσια διάταξη της Η΄ Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού θέμα εφαρμογής του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του Κυπριακού λαού.
Στις 9 Μαρτίου 1956 εξορίστηκε στις Σεϋχέλλες, αφού οι συνομιλίες που είχε με τον Κυβερνήτη για το μέλλον της Κύπρου δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Αφού αφέθηκε ελεύθερος, μετά από ένα περίπου χρόνο, η Βρετανική Κυβέρνηση τον κάλεσε στο Λονδίνο, όπου και υπογράφηκε η Συμφωνία του Λονδίνου, που ήταν η συνέχεια της Συμφωνίας της Ζυρίχης. Με τις Συμφωνίες αυτές η Κύπρος θα ανακηρυσσόταν ανεξάρτητη Δημοκρατία.
Στις 16 Αυγούστου του 1960 η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη Δημοκρατία και ο Μακάριος ανέλαβε καθήκοντα προέδρου, αφού κέρδισε τις εκλογές στις 13 Δεκεμβρίου 1959, με ποσοστό 66.29%
Το Φεβρουάριο του 1968 ο Μακάριος επανεκλέγηκε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Στις 8 Μαρτίου 1970 έγινε δολοφονική απόπειρα
εναντίον του Μακαρίου, ο οποίος επέβαινε ελικοπτέρου, που θα τον μετέφερε στην ιερά Μονή Μαχαιρά για το μνημόσυνο του Υπαρχηγού της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου. Ο Μακάριος δεν έπαθε τίποτε, αλλά τραυματίσθηκε ο χειριστής του ελικοπτέρου, ο οποίος κατόρθωσε να το προσγειώσει σε οικόπεδο κοντά στην Αρχιεπισκοπή.
Μεγάλη σημασία έδιδε επίσης ο Μακάριος και στα θρησκευτικά του καθήκοντα ως προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου, αλλά και ως ηγετική φυσιογνωμία στο χώρο της Ορθοδοξίας. Έτσι, το Μάρτιο του 1971 μετέβη στην Κένυα, όπου κατέθεσε το θεμέλιο λίθο της Ιερατικής Σχολής, η οποία περατώθηκε το 1974 με δαπάνες της Αρχιεπισκοπής. Κατά την επίσκεψη του στην Κένυα προέβη σε ομαδικές βαπτίσεις πέντε χιλιάδων ιθαγενών περίπου.
Το Φεβρουάριο του 1973 ο Μακάριος επανεξελέγη για τρίτη φορά Πρόεδρος της
Κυπριακής Δημοκρατίας. Την 7ην Μαρτίου του ιδίου έτους οι τρεις Μητροπολίτες της Κύπρου αποφάσισαν «την καθαίρεσιν του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ από του Επισκοπικού και κληρικού καθόλου αξιώματος και την επαναφοράν τούτου εις την τάξιν των λαϊκών», διότι δεν ανταποκρίθη εις την απαίτησίν των να παραιτηθεί του Προεδρικού αξιώματος. Η πράξη αυτή των τριών Μητροπολιτών καταδικάσθηκε από το λαό και δεν αναγνωρίσθηκε από τους Αρχηγούς των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Από της 5ης μέχρι της 14ης Ιουλίου 1973 συνήλθε στη Λευκωσία Μείζων και Υπερτελής Σύνοδος, η οποία, αφού εκήρυξε αντικανονικήν και, κατ’ ακολουθίαν, άκυρον, ανυπόστατον και ανενέργητον την απόφαση των τριών Μητροπολιτών, εκάλεσεν αυτούς εις επάνοδον εις την μετά του Αρχιεπισκόπου προτέραν κανονικήν σχέσιν και κοινωνίαν και εν συνεχεία καθήρεσεν αυτούς, επειδή παρήκουσαν στις υποδείξεις και προτροπάς αυτής.
Την 15ην Ιουλίου του 1974 το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών διενήργησε πραξικόπημα για την ανατροπή του Μακαρίου. Ο Μακαριώτατος, διασωθείς ως εκ θαύματος, αναχώρησε την επομένη, μέσω Μάλτας, στη Βρετανία και από εκεί στις Ηνωμένες Πολιτείας Αμερικής, όπου και μίλησε ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας. Την 20ην Ιουλίου του ιδίου έτους, η Τουρκία χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα το πραξικόπημα, εισέβαλε στην Κύπρο και κατέλαβε το 36% περίπου του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, εκδίωξε το 28% περίπου των Ελληνοκυπρίων από τις πατρογονικές τους εστίες, σκότωσε αμάχους και προκάλεσε τεράστιες καταστροφές.

Απεβίωσε στις 3 Αυγούστου του 1977.
Ο Μακάριος ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ των Θεολογικών Σχολών των Πανεπιστημίων της Βοστώνης και της Αθήνας, των Νομικών Σχολών των Πανεπιστημίων Κεράλα των Ινδιών, Θεσσαλονίκης, Μπογκοτά της Κολομβίας και Μάλτας και της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών. Επίσης τιμήθηκε με τα ανώτερα παράσημα των πλείστων Εκκλησιών και Κρατών και με τα χρυσά μετάλλια Ελληνικών και ξένων Δήμων...
ΑΠΟ ΤΟ www.ikypros.com

''ΚΛΕΙΣΤΟΙ ΔΡΟΜΟΙ'': ΠΑΛΙΟ ΣΙΡΙΑΛ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ

Κλειστοί δρόμοι
Διασκευή του μυθιστορήματος του Π. Νιρβάνα «Το αγριολούλουδο»
Κοινωνικό σίριαλ εποχής 13 επεισοδίων διάρκειας 45 λεπτών
Πρεμιέρα στην ΕΤ-2 τη Κυριακή 3 Απριλίου 1988
Παραγωγή της Βίλης Ανδρέου
Σκηνικά του Μιχάλη Σδούγκου
Φωτογραφία του Αλέξανδρου Μάνεση
Μουσική της Ελένης Καραίνδρου
Σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Μιχαηλίδη
Ηθοποιοί Κατερίνα Μαραγκού (Μαρία), Αντώνης Θεοδωρακόπουλος (Άλκης), Τζένη Ρουσσέα (Καίτη), Γιώργος Μοσχίδης (Κράλης), Γιώργος Τσιτσόπουλος (Βιτούρης), Μηνάς Χατζησάββας (Κώστας), Νίκος Γαροφάλου (Νικολαίδης)
…Στην Αθήνα του 1915, Άλκης Κράλης, επιστρέφει από τις ιατρικές του σπουδές στη Γερμανία. Αρχικά τον φιλοξενεί η θεία του η Καίτη, μια δυναμική, φιλόδοξη κι όμορφη γυναίκα που σχεδιάζει για τον ανιψιό της ένα πλούσιο γάμο και μια μεγάλη ακαδημαϊκή καριέρα. Εκείνος όμως ερωτεύεται μια όμορφη χωριατοπούλα τη Μαρία, τη παντρεύεται και τη φέρνει στην Αθήνα μαζί του. Στη συνέχεια αφοσιώνεται όλο και περισσότερο στη καριέρα του, παραμελώντας τη σύζυγό του, με αποτέλεσμα εκείνη να πέσει σε βαθιά μελαγχολία μαραζώνοντας όπως «ένα αγριολούλουδο στο βάζο». Τον εγκαταλείπει κι επιστρέφει στο νησί της και μόνο τότε ο Άλκης, συνειδητοποιεί το μέγεθος της ευθύνης του. Την ακολουθεί στο νησί, εκείνη αρνείται να τον ξαναδεί και να τον συγχωρήσει κι όταν πεθάνει λίγες μέρες αργότερα, ο Άλκης αποφασίζει να ζήσει εκεί την υπόλοιπη ζωή του, προσφέροντας τις γνώσεις του στην υπηρεσία των απλών και ταπεινών ανθρώπων. Ωστόσο, μόλις ένα χρόνο μετά το θάνατό της, επιστρέφει στην Αθήνα και αφοσιώνεται και πάλι στη καριέρα του….
Σαρκαστική διασκευή του ρομαντικού μυθιστορήματος, στην οποία ο διασκευαστής και σκηνοθέτης τονίζει την ανδρική επιπολαιότητα και υμνεί τη γυναικεία φύση.
Από τις καλύτερες διασκευές λογοτεχνικών έργων στη τηλεόραση, σε μια προσεγμένη παραγωγή όπου δεσπόζει η σκηνοθετική ματιά του Γιώργου Μιχαηλίδη (ο ίδιος θεωρεί το σίριαλ ως τη καλύτερη δουλειά του στη τηλεόραση). Ο σκηνοθέτης τονίζει την ανδρική επιπολαιότητα και υμνεί τη μοναχική και ρομαντική φύση της Μαρίας που ψάχνει απεγνωσμένα την αγάπη και καταστρέφεται από αυτήν. Σημαντικά αξιόλογη η ερμηνεία της Κατερίνας Μαραγκού στο κεντρικό ρόλο.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΔΗΓΟ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΩΝ ΣΕΙΡΩΝ 1967-1998

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΥΜΟΥΝΔΟΥΡΟΣ

Αλέξανδρος Κουμουνδούρος Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος (1815 - 1883) ήταν δέκα φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Γεννήθηκε στον Καμπο Αβιας, στην μεσσηνιακη Μανη και καταγόταν από ιστορική οικογένεια της Μάνης. Ήταν γιός του αγωνιστή Σπύρου Κομουνδούρου, γόνου μεγάλης Μανιάτικης οικογένειας, στρατηγού και επάρχου Πύργου. Παιδί σχεδόν είχε κινδυνέψει να αιχμαλωτιστεί από τους Τουρκοαιγυπτίους του Ιμπραήμ. Φοίτησε στο γυμνάσιο Ναυπλίου και σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Άσκησε τη δικηγορία για ένα μικρό διάστημα στην Καλαμάτα και έγινε αντιεισαγγελέας πρωτοδικών. Το 1841 έσπευσε να πολεμήσει στην επαναστατημένη Κρήτη όντας αρχηγός σώματος, αποτελούμενου απο άλλους νέους φοιτητές και επιστήμονες. Μάλιστα στην μάχη του Αποκορώνου κινδύνευσε να αιχμαλωτιστεί απο τους Τούρκους.
Ασχολήθηκε με την πολιτική και το 1850 εκλέχτηκε για πρώτη φορά βουλευτής Μεσσηνίας. Απο τότε εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής μέχρι τον θάνατό του. Διετέλεσε υπουργός Οικονομικών (1856,1863) στην κυβέρνηση Βούλγαρη, Δικαιοσύνης (1862), Παιδείας και Εκκλησιαστικώς (1864) και Εσωτερικών (1864-1865],1877) ενω χρημάτισε και δύο φορές πρόεδρος της Βουλής (1855). Το 1864 έγινε απόπειρα δολοφονίας του στην οδό Σταδίου στην είσοδο της Συνέλευσης. Τον επόμενο χρόνο ίδρυσε το Κουμουνδουρικό κόμμα και τον ίδιο χρόνο έγινε πρωθυπουργός. Από το 1865 έως τον θάνατο του, ορκίστηκε 10 φορές πρωθυπουργός.
Ως υπουργός και πρωθυπουργός κατάφερε να εξασφαλίσει στο ακέραιο τα συμφέροντα της Ελλάδας, χάρη στη μετριοπάθεια του, την ευθύτητα του, την ψυχραιμία του και την εξαιρετική του τόλμη. Το 1866 είχε τεθεί το Κρητικό ζήτημα, το οποίο όμως
κατάφερε να το ξεπεράσει με επιτυχία αφού δεν υποτάχθηκε στις απαιτήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων που ήθελαν η Ελλάδα να παρασυρθεί σε πόλεμο με την Τουρκία, γιατί πίστευε οτι μια φιλοπόλεμη πολιτική δεν θα ωφελούσε σε τίποτα την Ελλάδα, από την στιγμή που δεν είχε προετοιμαστεί κατάλληλα για πόλεμο. Επίσης όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, επιτυχία της διακυβέρνησής του θεωρείται η ειρηνική προσάρτηση της Θεσσαλίας και της νοτίου Ηπείρου (Άρτα) αφού πρώτα δεν δίστασε να απειλήσει την Τουρκία με επίθεση 40.000 Ελλήνων στρατιωτών στην Θεσσαλία.
Στο εσωτερικό της χώρας, ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος φρόντισε για την διευθέτηση πολλών εσωτερικών προβλημάτων. Φρόντισε με νόμους τη ρύθμιση της φορολογίας ενώ με τα κατάλληλα μέτρα κατάφερε να περιορίσει την ληστεία, καθώς ήταν η εποχή που είχε συμβεί η σφαγή στο Δήλεσι καθώς και η απαγωγή του πρωθυπουργού Σωτήριου Σωτηρόπουλου από τον Λήσταρχο Λαφαζάνη στα Φιλιατρά Μεσσηνίας, σε στεριά και θά
λασσα. Σημαντικός ήταν και ο νόμος «περί ευθύνης υπουργών», με τον οποίο αμέσως παραπέμφθηκαν σε ειδικό δικαστήριο όλοι οι συνεργάτες του υπουργείου του Δημητρίου Βούλγαρη (1877) με την κατηγορία της πλαστογραφίας και της αντιποίησης αρχής. Επίσης μερικά απο τα σημαντικά μέτρα που έλαβε ήταν η ανακατανομή 2.650.000 στρεμμάτων γης καθώς και η αμνηστία που έδωσε σε 100 ληστές με σκοπό να πολεμήσουν στην Κρήτη.
Απεβίωσε στην Αθήνα σε ηλικία 68 ετών. Είχε αποκτήσει 3 παιδιά τους: Κωνσταντίνο, υποστράτηγο και βουλευτή, Σπυρίδωνα, βουλευτή, υπουργό ναυτικών και πρόεδρο της Βουλής, και Όλγα, παντρεμένη με τον εφοπλιστή Εμπειρίκο. Διέθετε μεγάλες εκτάσεις στην Αττική και συγκεκριμένα στη λίμνη Κουμουνδούρου αλλα και μια έπαυλη στην Τριζοίνα όπου φιλοξενήθηκαν οι βασιλείς Γεώργιος Α' και Ολγα καθώς και άλλοι πολλοί. Η έπαυλη
βρίσκεται σε ένα τεράστιο κτήμα που φτάνει ως τον Αγιο Παντελεήμονα και τη Μονή Αγίου Δημητρίου, σήμερα δε βρίσκεται στην κατοχή του Γιώργου Στ. Κλάδου. Στις δόξες της, η έπαυλη είχε πιάνα κι άλλα αριστοκρατικά αντικείμενα. Το 1884 ο Δήμος Αθηναίων τον τίμησε δίνοντας το όνομα του σε πλατεία της πρωτεύουσας.
Επίσης ανηψιά του ήταν η Αικατερίνη Μυσιρλή, μητέρα του Αλέξανδρου Κορυζή
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ.

PIERRE AUGUSTE RENOIR - ΠΙΕΡ ΩΓΚΥΣΤ ΡΕΝΟΥΑΡ

Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ
O Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ (Pierre Auguste Renoir, 25 Φεβρουαρίου 1841 - 3 Δεκεμβρίου 1919) ήταν γάλλος ζωγράφος και εκπρόσωπος του ιμπρεσιονισμού.
Βιογραφία
Γεννήθηκε στην πόλη Λιμόζ της Γαλλίας, γιος του ράφτη Λεονάρντ Ρενουάρ και της εργάτριας Μαργκερίτ. Σε ηλικία τριών ετών η οικογένειά του μετακόμισε στο Παρίσι όπου φοίτησε, στα επτά του χρόνια, σε καθολικό σχολείο. Τα βράδια παρακολουθούσε μαθήματα στη Σχολή Σχεδίου και Διακόσμησης. Προς το τέλος της χρονιάς επισκεπτόταν το ατελιέ των αδελφών Λεβί, που όμως λίγο αργότερα έκλεισε κι έτσι στράφηκε προς το ατελιέ του Ζιλμπέρ. Όταν μάζεψε λίγα χρήματα, έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών.
Το 1862 γράφτηκε στο ατελιέ των Ερλ Σινιόλ και Μαρκ-Σαρλ-Γκαμπριέλ Γκλέηρ. Εκεί γνώρισε τους Κλωντ Μονέ, Φρεντερίκ Μπαζίλ και Σισλέ. Την ίδια περίοδο, εξασφάλισε άδεια για να αντιγράφει έργα άλλων καλλιτεχνών στο μουσείου του Λούβρου. Δύο χρόνια αργότερα, ο Ρενουάρ ξεκίνησε να εκθέτει έργα του, ωστόσο για αρκετά χρόνια δεν γνώρισε σημαντική αναγνώριση. Μέχρι τον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο του 1870, γύριζε με ένα σακίδιο στον ώμο και έζησε πολύ φτωχικά. Το 1867 ένας πίνακας του με τον τίτλο Λιζ (Lise) έγινε δεκτός στο Σαλόν του Παρισιού. Την περίοδο αυτή, θεωρείται πως ο Ρενουάρ επηρεάστηκε σημαντικά από τον Μονέ, πλησιάζοντας ολοένα και περισσότερο προς τον ιμπρεσιονισμό. Κατά πολλούς, το διάστημα 1870 & ndash 1883 αποτελεί την λεγόμενη ιμπρεσιονιστική περίοδο του Ρενουάρ.
Με τον πόλεμο του 1873 υπηρέτησε στη Φρουρά της Ταρμά, στο Σώμα Πυροβολικού, μα την επόμενη χρονιά αρρώστησε κι αποστρατεύτηκε, επιστρέφοντας έτσι στο Παρίσι. Η πολιορκία του Παρισιού του στέρησε τους φίλους του, καθώς ο Μονέ κι ο Μετρ, αναζήτησαν καταφύγιο στην Αγγλία ενώ ο Μπαζίλ πέθανε. Το 1874 συμμετείχε στην πρώτη έκθεση της ομάδας των ιμπρεσιονιστών. Από μία δημοπρασία έργων του, έλαβε 1.200 φράγκα και εγκαταστάθηκε στη Μονμάρτρη. Το 1876, συναντά έναν εκδότη, ο οποίος τον κάνει πλούσιο. Γνωρίζει τον Εμίλ Ζολά.
Τη δεκαετία του 1880, ο Ρενουάρ σταδιακά διαχωρίστηκε από τους υπόλοιπους ιμπρεσιονιστές. Το ατελιέ του, κατασκευάστηκε κοντά σε ένα γαλατάδικο το 1880 και δουλεύοντας στη Μονμάρτη, γνωρίστηκε με την Αλίν Σαριγκό, την οποία παντρεύτηκε. Το 1881 ταξίδεψε στην Αλγερία και κατόπιν στην Ισπανία και την Ιταλία, όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Ραφαήλ από το οποίο επηρεάστηκε βαθιά. Το 1884, μαθαίνοντας πως η Αλίν περιμένει το παιδί τους, επέστρεψε για να
μείνει κοντά της και την επόμενη χρονιά γεννήθηκε ο γιος τους Πιέρ.
Το 1889 συνάντησε τον μηχανικό Άιφελ και περίπου το 1892 άρχισε να αναπτύσσει παραμορφωτική αρθρίτιδα, νόσος που τον βασάνισε μέχρι το θάνατό του. Αντιμετώπισε σημαντικό πρόβλημα παραμορφώσεων στα χέρια ενώ σε πιο προχωρημένο στάδιο, ένας ώμος του καθηλώθηκε εξαιτίας αγκύλωσης, γεγονός που ανάγκασε τον Ρενουάρ να διαφοροποιήσει την τεχνική του. Παρά τις σωματικές του δυσχέρειες, δεν εγκατέλειψε την ζωγραφική. Το 1893 απέκτησε έναν ακόμα γιο, τον Κλοντ. Το 1907 μετακόμισε με την οικογένειά του στην πιο θερμή περιοχή Καν-συρ-Μερ (Cagnes-sur-Mer). Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, οι δυο γιοι του κατατάχθηκαν στο στρατό και τραυματίστηκαν σοβαρά. Η μητέρα τους τούς επισκέφτηκε, αλλά εξαντλημένη κατά την επιστροφή της, πέθανε το 1915.
Το 1919, ο Ρενουάρ επισκέφτηκε το Λούβρο όπου είχε την ευκαιρία να δει δικούς του πίνακες να εκτίθενται μαζί με κλασικά έργα. Πέθανε στις 3 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, σε ηλικία 78 ετών.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

CHAD - ΤΣΑΝΤ

Τσαντ
To Τσαντ (στα γαλλικά Republique du Tchad, Αραβικά "تشاد;" ,αγγλικά "Chad"), είναι χώρα της Αφρικής με έκταση 1.284.000 km² και πληθυσμό (κατατάσσεται 75ο στον κόσμο) 10.111.337 . Συνορεύει Δυτικά με το Καμερούν, την Νιγηρία και τον Νίγηρα, Βόρεια με τη Λιβύη, Ανατολικά με το Σουδάν και Νότια με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Πρωτεύουσας είναι η Ντζαμένα (N'djamena). Στη χώρα αυτή ομιλούνται πάνω από 100 διαφορετικές γλώσσες και διάλεκτοι. Τη μεγαλύτερη εθνική συνοχή αποτελεί η φυλή "Σάρα" στο νότιο Τσαντ, ενώ άραβες και αραβόφωνοι βρίσκονται στο κεντρικό και στο βόρειο Τσαντ.
Η χώρα διέκοψε διπλωματικές σχέσεις με την Ταϊβάν (2006) ενώ αποκατέστησε τις σχέσεις με την Κίνα.
Ιστορία
Το Τσαντ, μέρος των αφρικανικών αποικιών της Γαλλίας έως το 1960, υπόμεινε τρεις δεκαετίες εμφύλιων εχθροπραξιών καθώς επίσης και εισβολών από τη Λιβύη προτού να αποκατασταθεί τελικά ένα είδος ειρήνης το 1990. Η κυβέρνηση σύνταξε τελικά ένα δημοκρατικό σύνταγμα, και διεξήγαγε νόθες προεδρικές εκλογές το 1996 και το 2001. Το 1998, μια εξέγερση ξέσπασε στο βόρειο Τσαντ, το οποίο έχει αναφλεχθεί σποραδικά παρά τις διάφορες συμφωνίες ειρήνης μεταξύ της κυβέρνησης και των επαναστατών. Το 2005, νέες επαναστατικές ομάδες προέκυψαν στο δυτικό Σουδάν και έκαναν δοκιμαστικές επιθέσεις στο ανατολικό Τσαντ, παρά την υπογραφή των συμφωνιών ειρήνης του Δεκεμβρίου 2006 και Οκτωβρίου 2007. Η εξουσία παραμένει στα χέρια μιας εθνικής μειονότητας. Τον Ιούνιο του 2005, ο Πρόεδρος Ιντρίς Ντεμπί διεξήγαγε ένα δημοψήφισμα αφαιρώντας επιτυχώς τα συνταγματικά όρια θητείας και κέρδισε άλλη μια αμφισβητούμενη εκλογή το 2006. Οι σποραδικές επαναστατικές εκστρατείες συνεχίστηκαν καθ' όλη τη διάρκεια του 2006 και του 2007, και η πρωτεύουσα δοκίμασε μια σημαντική επαναστατική απειλή στις αρχές του 2008.
Κρίση 2008
Το Φεβρουάριο του 2008 κορυφώθηκαν οι συγκρούσεις των ανταρτών και του κυβερνητικού στρατού. Στις 2 Φεβρουαρίου οι αντάρτες εισήλθαν στην πρωτεύουσα Ντζαμένα και ο Πρόεδρος Ιντρίς Ντεμπί επεχείρησε να σπάσειτον κλοιό τους. Ο εκ των ηγετών των ανταρτών Τιμάν Εντιμί φερόταν αποφασισμένος να ανατρέψει τον Πρόεδρο. Ωστόσο, ο ρόλος του είναι αμφιλεγόμενος, καθώς είναι θείος του Ντεμπί. Επίσης, υπάρχουν και άλλες ομάδες ανταρτών. H εξέγερση κατεστάλη από τον κυβερνητικό στρατό, ενώ ήδη είχαν απομακρυνθεί από τη χώρα οι ξένοι υπήκοοι. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, σε ειδική συνεδρίαση, καταδίκασε την προσπάθεια των ανταρτών να καταλάβουν την Ντζαμένα και η Διεθνής Κοινότητα στήριξε την παρούσα κυβέρνηση. Οι αντάρτες εξοπλίζονται και από το Σουδάν, κάτι το οποίο η σουδανική κυβέρνηση το έχει αρνηθεί. Σύμφωνα με τις διεθνείς οργανώσειςσκοτώθηκαν δεκάδες άνθρωποι και πάνω από 500 τραυματίστηκαν. Αρκετοί κατέφυγαν στο Καμερούν. To Μάιο του 2008 το Σουδάν διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με το Τσαντ, κατηγορώντας την Ντζαμένα ότι προσέφερε βοήθεια στους αντάρτες του Νταρφούρνα εξαπολύσουν επίθεση εναντίον του Χαρτούμ.
Οικονομία
Η κυρίως γεωργική οικονομία του Τσαντ θα συνεχίσει να ωθείται από σημαντικά προγράμματα άμεσης ξένης επένδυσης στο τομέα του πετρελαίου που άρχισε το 2000. Τουλάχιστον 80% του πληθυσμού του Τσαντ στηρίζεται στην καλλιέργεια και την κτηνοτροφία ως οικονομικούς πόρους. Η οικονομία του Τσαντ έχει παρεμποδιστεί από καιρό από την περιβαλλόμενη από ξηρά θέση, τις υψηλές δαπάνες ενέργειας, και ένα ιστορικό αστάθειας. Το Τσαντ στηρίζεται στην ξένη βοήθεια και το ξένο κεφάλαιο για τα περισσότερα προγράμματα επένδυσης στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Μια κοινοπραξία δύο αμερικανικών επιχειρήσεων έχει επενδύσει 3.7 δισεκατομμύρια δολάρια για να αναπτύξει αποθέματα πετρελαίου - που υπολογίζονται σε 1 δισεκατομμύριο βαρέλια - στο νότιο Τσαντ. Κινεζικές επιχειρήσεις επεκτείνουν επίσης τις προσπάθειες εξερεύνησης και προγραμματίζουν να χτίσουν ένα διυλιστήριο. Τα συνολικά εθνικά αποθέματα πετρελαίου έχουν υπολογιστεί ότι είναι 1.5 δισεκατομμύριο βαρέλια. Η παραγωγή πετρελαίου μπήκε σε ροή στα τέλη του 2003. Το Τσαντ άρχισε να εξάγει πετρέλαιο το 2004. Βαμβάκι, βοοειδή, και αραβικό κόμμι παρέχουν τον κύριο όγκο αποδοχών μη πετρελαιοφόρων εξαγωγών του Τσαντ.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

MARK ROTHKO - ΜΑΡΚ ΡΟΘΚΟ

Μαρκ Ρόθκο
Ο Μαρκ Ρόθκο (Mark Rothko) ήταν Αμερικανός ζωγράφος. Ανήκε στο ρεύμα αφηρημένης εξπρεσιονιστικής ζωγραφικής αν και ο ίδιος πάντοτε αρνήθηκε οποιαδήποτε σχετική κατάταξη.
Γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 1903 στη Λεττονία ως Μάρκους Ρόθκοβιτς. Αυτοκτόνησε σε ηλικία 66 ετών, στις 25 Φεβρουαρίου 1970.
Τα έργα του έχουν σημαντική εμπορική αξία. Το 2003 ένα έργο του του 1953, το "Homage to Matisse" (1953) πωλήθηκε προς 2,5 εκ. δολ. Αμερικής, σπάζοντας το ρεκόρ του πιο ακριβού πίνακα που πωλήθηκε σε πλειστηριασμό. Το ρεκόρ καταρρίφθηκε το 2007 με τον πίνακα "White Center (Yellow, Pink and Lavender on Rose)" (1950), επίσης του Ρόθκο, με τιμή $72,8 εκ. δολ. Αμερικής.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

DIONYSIUS THE YOUNGER - ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΝΕΟΤΕΡΟΣ

Διονύσιος ο Νεότερος
Υιός του Διονυσίου του Πρεσβυτέρου από τη σύζυγό του Δωρίδα. Ο πατέρας του τον κράτησε μακριά από τη διαχείριση των κοινών επειδή δυσπιστούσε προς αυτόν, όπως και με όλον τον υπόλοιπο κόσμο. Κατά το 367 π.Χ., όταν ο Διονύσιος διαδέχτηκε τον πατέρα του στην τυραννία, ήταν 28 ετών, συνήψε αμέσως ειρήνη με τους Καρχηδονίους. Ο θείος του Δίων, για να τον μορφώσει, μετεκάλεσε τον φιλόσοφο Πλάτωνα από την Αθήνα, ο οποίος πήγε στις Συρακούσες το 366 π.Χ.. Όμως ο Διονύσιος ήρθε σε σύγκρουση με τον θείο του Δίωνα, ο οποίος κατέλαβε τις Συρακούσες όταν ο Διονύσιος έλειψε σε εκστρατεία κατά των Λουκανών. Έτσι εξανάγκασε τον Διονύσιο να καταφύγει στους Επιζεφυρίους Λοκρούς της Κάτω Ιταλίας, όπου επί μία δεκαετία ετυράννευσε καταπιέζοντας τους πολίτες. Μετά τη δολοφονία του Δίωνα από έναν πρώην συνεργάτη του, το 353 π.Χ., ο Διονύσιος κατώρθωσε το 346 π.Χ. να ανακαταλάβει τις Συρακούσες. Οι Σικελιώτες όμως εξεγέρθηκαν κατά του Διονυσίου, ζητώντας την βοήθεια των Κορινθίων. Πράγματι ο στρατηγός των Κορινθίων Τιμολέων κατέπλευσε το 345 π.Χ. στη Σικελία και απάλλαξε τις πόλεις από τους τυράννους της ενώ νίκησε και τους Καρχηδονίους τους οποίους περιόρισε στο ΒΔ άκρο της νήσου. Ο Διονύσιος τότε παραδόθηκε και μεταφέρθηκε στην Κόρινθο όπου έζησε σαν ιδιώτης ασκώντας το επάγγελμα του διδασκάλου για να πορίζεται τα προς το ζην.
ΑΠΟ ΤΟ www.istoria.exnet.gr

GOLDONI CARLO - ΓΚΟΛΝΤΟΝΙ ΚΑΡΛΟ

Γκολντόνι Κάρλ
Διακεκριμένος ιταλός θεατρικός συγγραφέας, με πάνω από 120 έργα, πεζά ή έμμετρα στο ενεργητικό του. Μαζί με τον μεταγενέστερό του Λουίτζι Πιραντέλο είναι οι δύο ιταλοί δραματουργοί με τη μεγαλύτερη αναγνώριση σε παγκόσμιο επίπεδο. Γεννήθηκε ως Κάρλο Οσβάλντο Γκολντόνι στις 25 Φεβρουαρίου 1707 στη Βενετία. Ήταν γιος του Τζούλιο και της Μαργκερίτα Γκολντόνι. Στα «Απομνημονεύματά» του αναφέρει ότι ο πατέρας του ήταν γιατρός, αλλά οι πληροφορίες που έφθασαν από την εποχή εκείνη τον θέλουν ως αποθηκάριο με σχετική οικονομική άνεση. Από μικρός ο Κάρλο Γκολντόνι ενδιαφέρθηκε για το θέατρο, παρά τις προσπάθειες του πατέρα του να του αλλάξει ενδιαφέροντα. Τα παιχνίδια του ήταν οι μαριονέτες και τα διαβάσματά του θεατρικά έργα. Το 1723 ο πατέρας του τον έστειλε σ' ένα αυστηρό σχολείο στην Παβία, αυτός όμως αντί να ασχολείται με τα μαθήματά του διάβαζε ελληνικές και λατινικές κωμωδίες. Την ίδια εποχή εμφανίζεται στα γράμματα με το ποίημα - λίβελλο «Ο Κολοσσός», που λοιδορούσε τις κόρες των καλών οικογενειών της Παβίας. Προκλήθηκε σκάνδαλο και ο νεαρός Κάρλο αποβλήθηκε από το σχολείο κι εγκατέλειψε την πόλη το 1725 για να μετακομίσει στο Ούντινε και να εγγραφεί στη Νομική Σχολή. Αποφοίτησε έξι χρόνια αργότερα από τη Νομική της Μόντενα. Ενδιάμεσα δούλεψε ως δικαστικός υπάλληλος της Ενετικής Δημοκρατίας. Η ζωή του αλλάζει το 1731 με το θάνατο του πατέρα του. Αποφασίζει να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο θέατρο. Το 1732 μια ερωτική περιπέτεια και οι δανειστές τους τον αναγκάζουν να φύγει από τη Βενετία και να μετακομίσει στο Μιλάνο. Εκεί γράφει την τραγωδία «Αμαλασούνθα», που περνά απαρατήρητη. Συνέχισε το 1734 με τον «Βελισάριο», που σημείωσε σχετική επιτυχία. Στη Βερόνα, ο θεατρικός ιμπρεσάριος Τζουζέπε Ιμέρ του δείχνει το δρόμο για την κωμωδία και του γνωρίζει τη μελλοντική του σύζυγο Νικολέτα Κόνιο. Ο Γκολντόνι ανακαλύπτει την κωμική του φλέβα και συνειδητοποιεί ότι η αυτοσχεδιαστική «Κομέντια Ντελ' Άρτε», που τότε κυριαρχούσε ως θεατρικό είδος, χρειαζόταν ανανέωση. Εμπνευσμένος από τους ζωντανούς χαρακτήρες του Μολιέρου, γράφει και παρουσιάζει το 1738 την πρώτη πραγματική κωμωδία του με τίτλο «Ο άνθρωπος του Κόσμου». Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην ιταλική χερσόνησο γνωρίζεται με τον κωμικό και ιμπρεσάριο Αγκοστίνο Μεντεμπάκ, ο οποίος τον πείθει να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο θέατρο. Κουρασμένος από την έντονη διαμάχη του με τον θεατρικό συγγραφέα Κάρλο Γκότσι, που κυριαρχούσε τότε στο θεατρικό στερέωμα, ο Γκολντόνι εγκαταλείπει τη Βενετία το 1761 και εγκαθίστανται στο Παρίσι μέχρι το τέλος της ζωής του (6 Φεβρουαρίου 1793). Στην αυλή του Λουδοβίκου του 16ου έγραψε πολλά έργα του στα γαλλικά και τα περίφημα απομνημονεύματά του με τον μακρόσυρτο τίτλο «Αναμνήσεις που θα χρησιμεύσουν στην ιστορία της ζωής μου και στην ιστορία του θεάτρου μου», από τα οποία αντλούμε πολλές πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του. Οι κωμωδίες του Γκολντόνι γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία και ο Λουδοβίκος του έδωσε μια τιμητική σύνταξη στα γεράματά του. Η Γαλλική Επανάσταση του την έκοψε, για να την επαναφέρει η Εθνοσυνέλευση μία μέρα μετά το θάνατό του, αναγνωρίζοντας την αξία του. Ο Κάρλο Γκολντόνι αναμόρφωσε την κωμωδία κι έστρεψε το μυθογραφικό ενδιαφέρον στην καθημερινότητα της εποχής του. Από τους τυποποιημένους χαρακτήρες της «Κομέντια Ντελ' Άρτε» (Αρλεκίνος, Πανταλόνε, Ντοτόρος κ.ά.) και τις μάσκες πέρασε στα εξατομικευμένα πρόσωπα και από τον αυτοσχεδιασμό στην πλοκή και τους ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Οι ήρωές του είναι ζωντανοί, απρόβλεπτοι και διασκεδαστικοί. Ιδιαίτερα επιτυχείς είναι οι γυναικείοι χαρακτήρες, που τους «δουλεύει» με λεπτότητα και ακρίβεια, όπως κάνει ο Μολιέρος για τους άνδρες. Όμως, τα έργα του έχουν μεγαλύτερες δόσεις αισιοδοξίας απ' ότι του μεγάλου του ινδάλματος. Για τις καινοτομίες του επικρίθηκε από τους ομοτέχνους του και ιδιαίτερα από τον Κάρλο Γκότσι, διάσημο δραματουργό της εποχής του, που έμεινε προσκολλημένος στις συμβάσεις της «Κομέντια Ντελ Αρτε». Ο Γκολντόνι διασκεδάζει και σήμερα τους θεατρόφιλους, παρουσιάζοντας εικόνες του εαυτού τους, καθώς στα έργα του δραματοποιεί τη ζωή, τις αξίες και τις συγκρούσεις της μεσαίας τάξης. Στον ελληνικό χώρο, ο Γκολντόνι ήταν γνωστός και προ της Επαναστάσεως του 1821, χάρις σε ερασιτεχνικές και πρόχειρες μεταφράσεις έργων του στα ελληνικά. Μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους, τα έργα του Γκολντόνι γνώρισαν μεγάλη επιτυχία, χάρις στις μεταφράσεις του πρώην ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά. Τη δημοφιλία του Γκολντόνι διέκοψε η κυριαρχία του κωμειδυλλίου, αλλά πολλά έργα του («Ο Υπηρέτης των Δύο Αφεντάδων», «Λοκαντιέρα», «Καβγάδες στην Κιότζια», «Οι Αγροίκοι» κ.ά.) παίζονται και σήμερα με επιτυχία, κυρίως από τα ΔΗΠΕΘΕ. Στα ελληνικά τα κυριότερα έργα του Γκολντόνι κυκλοφορούν από τη θεατρική σειρά των εκδόσεων «Δωδώνη».
ΑΠΟ ΤΟ www.istoria.exnet.gr

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2009

O ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 1981

Ο σεισμός του 1981
24 Φεβρουαρίου 1981 Αλκυονίδες Νήσοι, Κορινθιακός κόλπος. 22.55 Ένας σεισμός 6, 6 Ρίχτερ ξεπηδάει και συγκλονίζει την Περαχώρα, το Βραχάτι, το Κιάτο, το Λουτράκι, την Κόρινθο, την Κινέττα, τα Μέγαρα και την Αθήνα. Μετά από 6 ώρες σημειώθηκε ισχυρός μετασεισμός 6,4 Ρίχτερ. Στην Κινέττα καταρρέει 4όροφο ξενοδοχείο και μετά από μια πολύωρη διασωστική επιχείρηση, ανασύρεται ζωντανός από τους πυροσβέστες ο Βαγγέλης Μπούσουλας. Στην Κόρινθο, οι προσπάθειες επικεντρώνονται στην αφαίρεση ετοιμόρροπων τοίχων, σοβάδων και υαλοπινάκων, μεταφέρονται οικοσκευές από ετοιμόρροπα σπίτια, ενώ πυροσβεστικά οχήματα υδροδοτούν την Περαχώρα μετά από βλάβη που υπέστη το υδραγωγείο. Στο Βραχάτι Κορινθίας, από τα ερείπια ξενοδοχείου που κατέρρευσε ανασύρονται νεκροί δύο γυναίκες και ένας νεαρός άνδρας. Στην Αθήνα, το διήμερο μεταξύ 24 και 26 Φεβρουαρίου, οι πυροσβεστικές δυνάμεις, απεγκλωβίζουν 218 άτομα από ανελκυστήρες, βοηθούν στην απομάκρυνση ασθενών και ηλικιωμένων από τα σπίτια τους, κατεβάζουν οικοσκευές από ετοιμόρροπες πολυκατοικίες, απομακρύνουν ετοιμόρροπα αντικείμενα, ενώ επεμβαίνουν για την κατάσβεση δεκάδων πυρκαγιών. Οι μετασεισμοί που ακολούθησαν το επόμενο διάστημα(με ισχυρότερο αυτόν της 4 Μαρτίου εντάσεως 6,4 Ρίχτερ) έθεσαν σε επιφυλακή το σύνολο του Πυροσβεστικού Σώματος, για την αντιμετώπιση των καταστροφών. Χιλιάδες Αθηναίοι έζησαν τουλάχιστον επί δυο μήνες σε σκηνές -από το φόβο νέου σεισμού- ή έμεναν σε πάρκα , πλατείες, ακόμη και στα αυτοκίνητά τους. Ο επίσημος απολογισμός των θυμάτων ήταν 20 νεκροί εκ των οποίων οι περισσότεροι υπέστησαν καρδιακή προσβολή, ενώ οι υλικές ζημιές ανήλθαν στο ποσό των 45 δισεκατομμυρίων δραχμών.

GRENADA - ΓΡΕΝΑΔΑ

Γρενάδα
Η Γρενάδα είναι μια χώρα στην Καραϊβική θάλασσα με έκταση 344km² και πληθυσμό 90.343 με βάση εκτιμήσεις για τον Ιούλιο του 2008 και κατατάσσεται 187η στον κόσμο. Το όνομα της πρωτεύουσας είναι Άγιος Γεώργιος. Γενικός Κυβερνήτης είναι ο Καρλάιλ Γκλιν και Πρωθυπουργός της Γρενάδας είναι ο Τίλμαν Τόμας.
Φυσική Γεωγραφία και κλίμα
Με 311 χιλιόμετρα έκταση, το νησί είναι το μικρότερο από την ομάδα των Προσήνεμων Νήσων. Έχει ωοειδές σχήμα και είναι κατά κύριο λόγο ορεινό. Το ψηλότερο σημείο της χώρας είναι το παλαιό ανενεργό ηφαίστειο της Αγίας Αικατερίνης (838 μ.).
Η χώρα έχει λίμνες, όπως η Γκραντ Ετάνγκ (σημαίνει μεγάλη λίμνη) , ωραίες παραλίες και θερμοπηγές (όπως η Ριβιέρ Σαλέ). Τα σημαντικότερα από τα νησιά είναι η ηφαιστειογενής Μικρή Μαρτινίκα (περίπου 2 τετρ. χλμ.) και η Καριακού (περίπου 30 τετρ. χλμ.), τα οποία αποτελούν την ομώνυμη εξαρτημένη περιοχή της Γρενάδας. Πρωτεύουσα της Καριακού είναι το Χίλσμπορο, που είναι κτισμένο στο φερώνυμο κόλπο.
Οι αληγείς άνεμοι συντελούν στο να μετριαστούν οι επιδράσεις του τροπικού κλίματος. Έτσι, από το Δεκέμβριο ως τον Απρίλιο το κλίμα γίνεται πιο ήπιο. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 28 βαθμοί Κελσίου. Οι βροχοπτώσεις είναι ανάλογες με το υψόμετρο. Στις υψηλότερες περιοχές της χώρας φτάνουν και τα 3.000 χιλιοστά. Η υγρή εποχή είναι από τον Ιούνιο μέχρι το Δεκέμβριο.

Δημογραφία
Οι περισσότεροι κάτοικοι του νησιού είναι Αφροαμερικανοί , ενώ το 13% είναι απόγονοι των άλλοτε αποικιοκρατών, Ευρωπαίων, καθώς επίσης και Αφρικανοί μιγάδες. Υπάρχουν επίσης Ευρωπαίοι, Ασιάτες και αυτόχθονες Καρίβες. Το 2006 το προσδόκιμο ζωής ήταν 63 χρόνια στους άνδρες και 66,6 στις γυναίκες. Ένα από τα κυριότερα προβλήματα στη Γρενάδα είναι η υπογεννητικότητα. Το 2006 ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού ήταν της τάξης του 0,26%. Άλλο σημαντικό ζήτημα είναι και η έντονη μετανάστευση.
Το δόγμα που επικρατεί είναι το χριστιανικό (περισσότερο από το 50% των Χριστιανών είναι Ρωμαιοκαθολικοί και οι υπόλοιποι είναι Προτεστάντες και Αγγλικανοί).
Η επίσημη γλώσσα της Γρενάδας είναι τα αγγλικά. Ομιλούνται ακόμα και η πατουά , όπως και άλλες γαλλικές διάλεκτοι. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού ζει στις πόλεις (40%). Εκτός από την πρωτεύουσα, αξιόλογες πόλεις είναι και η Γκρενβίλ, χτισμένη στον ομώνυμο κόλπο, που αποτελεί λιμάνι, και η Γκουγιάβ.
Ιστορία
Το νησί ανακαλύφθηκε από τον Κολόμβο, το 1498. Οι Γάλλοι ίδρυσαν το 1650 την πρωτεύουσα, Άγιο Γεώργιο. Πρώτοι άποικοι ήταν Άγγλοι έμποροι. Το 17ο αιώνα η Γαλλία κατέλαβε τα νησιά. Τελικά, έγιναν αποικία του Ηνωμένου Βασιλείου, από το 1763 ως το 1958, με εξαίρεση την περίοδο 1779-1783, οπότε και τέθηκε ξανά υπό την επικυριαρχία των Γάλλων. Το 1958 έγινε μέλος της Ομοσπονδίας των Δυτικών Ινδιών, ως το 1962. Η πολυπόθητη ανεξαρτησία έφτασε στις 7 Φεβρουαρίου 1974. Η Γρενάδα έγινε μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και πρώτος Πρωθυπουργός ανέλαβε ο Σερ Έρικ Γκέρι.
Το 1979 συντελέστηκε η ανατροπή του Γκέρι σε πραξικόπημα, από τον μαρξιστή Μόρις Μπίσοπ, ο οποίος ακολούθησε πολιτική φίλα προσκείμενη προς την ΕΣΣΔ. Ο Μπίσοπ δολοφονήθηκε τον Οκτώβριο του 1983, μετά την εισβολή από 2.000 πεζοναύτες των ΗΠΑ στο νησί, που άρχισε στις 25 Οκτωβρίου 1983. Έπειτα από μία μεταβατική περίοδο, το 1984 Πρωθυπουργός έγινε ο Χέρμπερτ Μπλέιζ, από το συντηρητικό Νέο Εθνικό Κόμμα. Ο Μπλέιζ κυβέρνησε μέχρι το 1989, οπότε τον διαδέχθηκε ο Νίκολας Μπραθγουέιτ, από το Εθνικό Δημοκρατικό Κογκρέσο. Το 1995 ανέλαβε ο Τζορτζ Μπριζάν, που κυβέρνησε για πολύ λίγο. Την ίδια χρονιά αναδείχθηκε νικητής των εκλογ
ών ο Κιθ Μίτσελ, ο οποίος βελτίωσε τις σχέσεις της χώρας με την Κούβα. Ο Μίτσελ επανεξελέγη το 1999 και 2003 και κινήθηκε προς την ανόρθωση της οικονομίας της χώρας.Το 2008 ηττήθηκε στις εκλογές από τον Τίλμαν Τόμας.
Πολιτικά
Το πολίτευμα της χώρας είναι Βασιλευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία στα πλαίσια της Κοινοπολιτείας. Αρχηγός Κράτους είναι η Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, που εκπροσωπείται από το Γενικό Κυβερνήτη. Από τις 27 Νοεμβρίου του 2008, Κυβερνήτης είναι ο Καρλάιλ Γκλιν. Πρωθυπουργός από το 2008 είναι ο Τίλμαν Τόμας.
Οικονομία
O αναπτυσσόμενος τουρισμός στηρίζεται κυρίως σε επισκέπτες από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ Τα τελευταία χρόνια όμως, τη Γρενάδα επισκέπτονται και περιηγητές από άλλα κράτη. Η χώρα εξασφάλισε τα τελευταία χρόνια τη συνδρομή της Κούβας σε τομείς όπως η γεωργία και η εκπαίδευση.Το 2002 η κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη κατά μέσο όρο ήταν της τάξης των 5.000 δολαρίων ΗΠΑ.
Η γεωργία αποτελεί την κορωνίδα της οικονομίας. Το σημαντικότερο προϊόν στη χώρα είναι το μοσχοκάρυδο, το οποίο κοσμεί και τη σημαία της χώρας. Λόγω της μεγάλης παραγωγής, το νησί λέγεται και «Νησί των Μπαχαρικών». Ανάμεσα στα άλλα παράγεται και λάδι από το εν λόγω προϊόν. Ωστόσο, το γεγονός ότι μονοπωλεί τις εξαγωγές στη χώρα, όπως και η πρόσφατη πολιτική αστάθεια, έχουν προκαλέσει οικονομικά προβλήματα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε έπειτα από την άρνηση της Ινδονησίας να δημιουργηθεί καρτέλ στην εξαγωγή μοσχοκάρυδου.Η χώρα παράγει, εκτός από το μοσχοκάρυδο και μπανάνες, καρύδες, βαμβάκι, κανέλα και κίτρα, ενώ αναπτύσσονται η αλιεία και η υλοτομία. Το πετρέλαιο εισάγεται.
Στον τομέα της βιομηχανίας, υπάρχουν εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων και ποτοποιίας (μπίρα, ρούμι). Η ανεργία πλήττει περισσότερο από το 12% του ενεργού πληθυσμού, σύμφωνα με στοιχεία του 2000.

Στο νησί Καριακού οι κάτοικοι ασχολούνται με την αλιεία και τη ναυπηγική. Με εμπόριο και τουρισμό ασχολούνται και οι λιγοστοί κάτοικοι της Μικρής Μαρτινίκας.
Νόμισμα της χώρας είναι το Δολάριο Ανατολικής Καραϊβικής.
Επικοινωνίες και μεταφορές
Τρία αεροδρόμια λειτουργούν σήμερα στη χώρα και εξυπηρετούν τις εναέριες συγκοινωνίες. Το διεθνές αεροδρόμιο του Πουέντ Σαλίν είναι το σημαντικότερο.
Εκτός από το λιμάνι της πρωτεύουσας, αξιόλογη εμπορική κίνηση παρουσιάζει και η Γκρενβίλ. Δεν υπάρχουν σιδηρόδρομοι. Το οδικό δίκτυο έχει μήκος πάνω από 1.100 χλμ. (με στοιχεία του 1999).
Πολιτισμός, Τουρισμός και Αξιοθέατα
Η πρωτεύουσα αποζημιώνει και τον πιο απαιτητικό επισκέπτη, καθώς είναι μία γραφική πόλη με στενά δρομάκια και , με μνημεία από την εποχή της αποικιοκρατίας (όπως το οχυρό Φορτ Τζορτζ του 18ου αιώνα, τον αγγλικανικό ναό του 1825 και άλλα σημαντικά αξιοθέατα και αξιόλογα κτίρια). Εκεί εδρεύουν το Ανώτατο Δικαστήριο και το Κοινοβούλιο.
Πολύ σημαντικά είναι τα δάση της χώρας, τα οποία μάλιστα προστατεύονται ως οικολογική ζώνη. Τέτοιο είναι το Εθνικό Πάρκο Λεβέρα και το τροπικό δάσος (εθνικός δρυμός) στη λίμνη Γκραντ Ετάνγκ, που είναι πλούσιο σε ενδημικά είδη χλωρίδας και πανίδας.
Στο Χίλσμπορο, το μοναδικό αξιόλογο οικισμό του νησιού Καριακού, ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει καταδύσεις, όπως επίσης και τις λευκές και αμμώδεις παραλίες της.
Ο Κήπος Λόρα Σπάις παρουσιάζει ενδιαφέρον, καθώς εκεί καλλιεργούνται κορυφαίας ποιότητας μπαχαρικά με τον παραδοσιακό τρόπο. Επίσης, το αποστακτήριο ρούμι στο Γουέστερχολ και το αποστακτήριο του Ρίβερ Αντουάν που παράγει λευκό ρούμι αποτελούν στοιχεία της παραδοσιακής κουλτούρας.
Η μουσική της χώρας απηχεί το αποικιακό παρελθόν και έχει επίσης επιρροές από την αφροαμερικανική παράδοση. Οι κάτοικοι της Γρενάδας χορεύουν στους ρυθμούς της ρέγκε και της καλίψο, όπως και της γαλλόφωνης εκδοχής του τελευταίου, που ονομάζεται ζουκ. Στον οικισμό Τίβολι και στο νησί Καριακού τα κυριότερα μουσικά όργανα είναι τα κρουστά, τα οποία συνδέονται με τις παραδόσεις της Αφρικής. Η τοπική τους εκδοχή είναι το μεγάλο τύμπανο, το οποίο
έχει την τιμητική του κάθε χρόνο στο μουσικοχορευτικό φεστιβάλ.
Η εθνική εορτή της χώρας είναι στις 7 Φεβρουαρίου και οι σημαντικότερες γιορτές είναι αυτές των αντίστοιχων αγίων, που έδωσαν τα ονόματά τους στις ενορίες της Γρενάδας (βλέπε ενότητα Διοικητική Διαίρεση). Την πρώτη Δευτέρα του Αυγούστου εορτάζεται η αποτίναξη της δουλείας και τον ίδιο μήνα γίνονται το καρναβάλι και το Φεστιβάλ του Ουρανίου Τόξου.

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ