Βίκτωρ Ουγκώ
Ο Βίκτωρ Ουγκώ (γαλλικά: Victor Marie Vicomte Hugo) (26 Φεβρουαρίου 1802 – 22 Μαΐου 1885) ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος, ποιητής και δραματουργός, ο πλέον σημαντικός και προβεβλημένος εκπρόσωπος του κινήματος του γαλλικού ρομαντισμού.
Από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του αντιλήφθηκε το λογοτεχνικό του ταλέντο και ξεκίνησε τις μεταφράσεις έργων από τα λατινικά καθώς και δικές του πρωτότυπες ποιητικές εργασίες. Η αξία του αναγνωρίστηκε σύντομα μέσα στο γαλλικό ακαδημαϊκό κύκλο αλλά και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την πολιτική μεταλλασσόμενος βαθμιαία από φιλομοναρχικό συντηρητικό σε ριζοσπάστη δημοκρατικό. Την τελευταία περίοδο της ζωής του γνώρισε τη λατρεία του γαλλικού έθνους, ταυτιζόμενος με την ίδια τη Γαλλία, όπως ο ίδιος έλεγε στο ποίημά του Lettre à une femme (Γράμμα σε μία γυναίκα): "Je ne sais plus mon nom, je m'appelle Patrie!" (Δε γνωρίζω πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς). Προ πάντων, όμως, ως ο μεγαλύτερος Γάλλος συγγραφέας του άμεσου μετεπαναστατικού περιβάλλοντος, ήταν ο ποιητής του νέου κόσμου, ο προφητικός, παραισθησιακός φιλόσοφος και μυθοπλάστης μιας ριζικά νέας εποχής.
Η ζωή του
Παιδική ηλικία και νεότητα
Γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν (Besançon) της επαρχίας Franche-Comté της ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιός του Ιωσήφ Λεοπόλδου Σιγισβέρτου Ουγκώ (Joseph Léopold Sigisbert Hugo) και της Σοφί Τρεμπισέ (Sophie Trébuchet). Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός (έγινε στρατηγός της Αυτοκρατορίας το 1809) του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική.
Ως αποτέλεσμα της ασυμφωνίας πεποιθήσεων του ζεύγους Ουγκώ ήρθε το 1803 ο σύντομος χωρισμός του και η μετακίνηση της Σοφί και των παιδιών στο Παρίσι. Το 1807 η οικογένεια επανενώθηκε για δύο χρόνια με την απόφαση της Σοφί να μεταβεί στην Ιταλία, όπου ο σύζυγός της υπηρετούσε ως κυβερνήτης επαρχίας. Το 1809 φεύγουν πάλι και παραμένουν για δύο χρόνια στην κωμόπολη Feuillantines ενώ η οριστική διάσταση των γονιών του Βίκτωρα φτάνει το 1813, οπότε και εγκαθίστανται με τη μητέρα του οριστικά στη γαλλική πρωτεύουσα. Εκεί διέμεινε από το 1815 έως το 1818 στο οικοτροφείο Pension Cordier ενώ παρακολουθούσε μαθήματα στο περίφημο Κολλέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου (Collège Louis-le Grand).
Από πολύ νωρίς ξεκίνησε να γράφει ποιήματα και να μεταφράζει κλασσικούς Λατίνους ποιητές όπως ο Βιργίλιος. Η πρώιμη φιλοδοξία του τον έσπρωξε να γράψει σε ηλικία μόλις δεκατεσσάρων ετών σε μία εφημερίδα της εποχής: "Je veux être Chateaubriand ou rien" (Επιθυμώ να γίνω ή Σατωβριάνδος ή τίποτα). Στα 1817 βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία για κάποιο ποίημά του και το 1819 από τα Ανθεστήρια της Τουλούζης (Académie des Jeux floraux de Toulouse), γεγονότα, που έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να αφιερωθεί στη λογοτεχνία παρά τα σχέδιά του να φοιτήσει ο γιος του στην Πολυτεχνική Σχολή. Λίγο καιρό αργότερα θα εγκαταλείψει και τις σπουδές του στη Νομική Σχολή.
Πρώιμη ποιητική και πεζογραφία
Το 1819 ιδρύει μαζί με τους αδερφούς του το περιοδικό Conservateur Littéraire όπου υποστηρίζει τις θέσεις του Σατωβριάνδου (François René Chateaubriand). Τρία χρόνια αργότερα δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή Nouvelles Odes et Poésies Diverses λαμβάνοντας για αυτήν βασιλική επιχορήγηση από τον Λουδοβίκο. Την ίδια εποχή συνεργάζεται με το περιοδικό Muse Française και συχνάζει στο λογοτεχνικό σαλόνι του Καρόλου Νοντιέ (Charles Nodier), όπου συναναστρέφεται με τον Αλφρέδο Ντε Βινί (Alfred de Vigny) και το Λαμαρτίνο (Lamartine).
Στις 27 Ιουνίου 1821 πεθαίνει η μητέρα του και ένα μήνα, περίπου, αργότερα στις 20 Ιουλίου ο πατέρας του ξαναπαντρεύεται. Στις 20 Οκτωβρίου 1822 ο Ουγκώ παντρεύεται την Αδέλα Φουσέ (Adèle Foucher). Ένας γάμος, που όπως και αυτός των γονιών του, χαρακτηρίζεται από δυσαρμονία μεταξύ των συζύγων και οδηγεί το συγγραφέα σε μία μακροχρόνια σχέση με τη μούσα και ερωμένη του ηθοποιό Ζιλιέτ Ντρουέ (Juliette Drouet) μέχρι το θάνατό της το 1882. Πλην αυτού, όμως, ο γάμος του υποκρύπτει και μία τραγωδία μιας και ο μικρότερος αδερφός του Ευγένιος, όντας κρυφά ερωτευμένος με την Αδέλα, χάνει τα λογικά του την ημέρα του γάμου και παραμένει μέχρι το τέλος της ζωής του σε ίδρυμα.
Το 1823 κάνει το λογοτεχνικό του ντεμπούτο με το μυθιστόρημα Χαν της Ισλανδίας (Han d'Islande), το οποίο κυκλοφόρησε με ψευδώνυμο σε τέσσερεις μικρούς τόμους.
Η ποιητική συλλογή, που τον καθιερώνει εκδίδεται στα 1826 και είναι οι Ωδές και Μπαλάντες (Odes et Ballades), με την οποία αναγνωρίζεται σαν αξιόλογος λυρικός ποιητής και τεχνίτης του στίχου. Ακολουθεί τον ίδιο χρόνο το μυθιστόρημα Μπιγκ Ζαργκάλ (Bug-Jargal) και το 1827 το θεατρικό έργο Κρόμβελ (Cromwell).
Στο μνημειώδη Πρόλογο του Κρόμβελ (Préface de Cromwell) ο Ουγκώ προτείνει στους συγχρόνους του δραματουργούς να απαλλαγούν από τις φόρμες, που επέβαλλε ο γαλλικός θεατρικός κλασικισμός, εισάγοντας στη θεατρική τέχνη το ρομαντικό δράμα. Έχοντας ήδη γνωρίσει το σαιξπηρικό έργο, τη γερμανική θεατρογραφία και τη δραματουργία του Σλέγκελ (Schlegel) με τον πρόλογό του δίνει το έναυσμα μίας πολύχρονης διαμάχης μεταξύ γαλλικού κλασικισμού και Ρομαντισμού. Επιπλέον με τον Κρόμβελ εισηγείται ένα υπόδειγμα σύγχρονου ιστορικού δράματος, που υπακούει στη σαιξπηρική τεχνική. Εντωμεταξύ στις 29 Ιανουαρίου 1828 πεθαίνει ο πατέρας του και από εκείνη τη στιγμή ο Ουγκώ αρχίζει να αυτοαποκαλείται βαρώνος.
Από την καταξίωση στην εξορία
Η περίοδος των ετών 1830 έως 1843 αποτελεί διάστημα καταξίωσης του Γάλλου λογοτέχνη με πλούσια παραγωγή έργων. Το 1830 ανεβαίνει με μεγάλη επιτυχία το θεατρικό του έργο Ερνάνης (Hernani) και το 1831 κυκλοφορεί το διάσημο μυθιστόρημά του Η Παναγία των Παρισίων (Notre-Dame de Paris), που σύντομα μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες. Παράλληλα δημοσιεύει έργα λυρικής ποίησης, εμπνευσμένα από το ειδύλλιό του με τη Ζιλιέτ Ντρουέ. Στα 1841, έπειτα από δύο άκαρπες υποψηφιότητες, εκλέγεται μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie française).
Η ζωή του, εντούτοις, θα σημαδευτεί μέχρι τέλους από μία προσωπική τραγωδία, το θάνατο από πνιγμό της νεόνυμφης κόρης του Λεοπολδίνης (Léopoldine) και του συζύγου της Καρόλου Βακερί (Charles Vacquerie) στις 4 Σεπτεμβρίου 1843. Ο Ουγκώ εκείνες τις μέρες βρισκόταν σε ταξίδι στα Πυρηναία και πληροφορήθηκε το γεγονός διαβάζοντας τυχαία κάποια εφημερίδα. Η καταλυτική επίδρασή του συμβάντος πάνω του φάνηκε από το ότι δε δημοσίευσε κανένα έργο του τουλάχιστον για μία δεκαετία.
Το ενδιαφέρον του τώρα κερδίζει η πολιτική και αρχικά υποστηρίζει με θέρμη το βασιλιά Λουδοβίκο – Φίλιππο (Louis-Philippe) ενώ λίγο αργότερα συνδέεται φιλικά με τη θερμή θαυμάστρια του έργου του, δούκισσα της Ορλεάνης, προσδοκώντας την ανάθεση κάποιου υπουργείου στην περίπτωση που ο σύζυγός της αναλάμβανε την εξουσία. Ο θάνατος του δούκα της Ορλεάνης, παρά ταύτα, ακυρώνει τις όποιες φιλοδοξίες του συγγραφέα.
Στα 1845 ο Λουδοβίκος – Φίλιππος τον ονόμασε Pair de France, μέλος δηλαδή της Άνω Βουλής. Εκεί εκφώνησε λόγους ενάντια στη θανατική καταδίκη και την κοινωνική αδικία ενώ υποστήριξε την ελευθερία του Τύπου και την αυτοδιάθεση της Πολωνίας. Μετά την Επανάσταση του 1848 και την ανακήρυξη της Β’ Γαλλικής Δημοκρατία εκλέγεται, με τη βοήθεια του Λέοντος Γαμβέτα, βουλευτής Παρισίων στη Συντακτική και ακόλουθα στη Νομοθετική Συνέλευση. Τότε αναδεικνύεται σε θερμό υποστηρικτή του Λουδοβίκου – Ναπολέοντα, ανιψιού του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, συντασσόμενος ενεργά με την προώθηση της υποψηφιότητάς του για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η πραξικοπηματική κατάλυση της δημοκρατίας από το Λουδοβίκο – Ναπολέοντα το 1851 και η ανάδειξή του σε Αυτοκράτορα κάνει τον Ουγκώ να αλλάξει τις φιλοβοναπαρτικές του αντιλήψεις και να στραφεί με μένος εναντίον του. Η επικείμενη δίωξή του, μετά από αυτό, τον αναγκάζει να διαφύγει στις Βρυξέλλες εγκαινιάζοντας έτσι την μακρά περίοδο αυτοεξορίας του, που θα διαρκέσει περίπου είκοσι χρόνια.
Η περίοδος της εξορίας
Στη διάρκεια της εξορίας του δημοσίευσε δύο πολιτικά μανιφέστα ενάντια στον Ναπολέοντα Γ’, το Ναπολέων ο Μικρός (Napoléon le Petit, 1852) και το Επιστολές στο Λουδοβίκο Βοναπάρτη (Lettres à Louis Bonaparte, 1855), που διαδόθηκαν ευρέως παράνομα στη Γαλλία, ενώ αργότερα συνέγραψε αναφορικά με τα γεγονότα της εποχής το έργο Η ιστορία ενός εγκλήματος (Histoire d'un crime, Α’ μέρος 1877 και Β’ μέρος 1878). Το 1853 κυκλοφορεί και την ποιητική του συλλογή Τιμωρίες (Les Châtiments) όπου με λυρισμό επαγγέλλεται το θρίαμβο της παγκόσμιας δημοκρατίας.
Αρχικά εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, το 1852, όμως, μετέβη στο βρετανικό νησί Τζέρσεϋ, το οποίο η ανησυχία των τοπικών αρχών για τη δράση του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το 1855 για να μεταβεί στο γειτονικό νησί Γκέρνσεϋ. Εντωμεταξύ το Σεπτέμβριο του 1853 μυείται από την Ντελφίν Ντε Ζιραρντέν (Delphine de Girardin), που τον επισκέπτεται στο Τζέρσεϋ, στον πνευματισμό, την επικοινωνία δηλαδή με πνεύματα νεκρών μέσω περιστρεφόμενων και ομιλούντων τραπεζιών.
Στη διετία της παραμονής του στο Τζέρσεϋ κατατρύχεται από την εμμονή του θανάτου και τον απασχολούν τα μυστήρια της ψυχής και του κόσμου. Τότε συγγράφει τα έργα Το Τέλος του Σατανά (La fin de Satan) και Θεός (Dieu), όπου στο πρώτο μεν πραγματεύεται το πρόβλημα του Κακού και στο δεύτερο το πρόβλημα του Απείρου. Και τα δύο εκδόθηκαν μεταθανάτια και έχουν τη μορφή αποκαλυπτικών οραμάτων κινούμενα από τη λανθάνουσα τάση του Ουγκώ για ποίηση σε φόρμα ενόρασης.
Στο νησί Γκέρνσεϋ διαμένει στο Hauteville - House από όπου έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί τη θάλασσα και τις απέναντι γαλλικές ακτές. Εκεί, στρεφόμενος από τη μεταφυσική αναζήτηση στην ανθρώπινη εποποιία, συγγράφει την ποιητική συλλογή Ο Θρύλος των Αιώνων (La Légende des Siècles, 1859) και ολοκληρώνει το αριστούργημά του Οι Άθλιοι (Les Misérables, 1862). Οι Άθλιοι, που άμα τη εκδόσει τους σαγήνευσαν τα λαϊκά στρώματα, θεωρήθηκαν ως το πρώτο μοντέρνο μυθιστόρημα. Σε αυτό το έργο, το οποίο δουλεύει περίπου από το 1828, ο Ουγκώ αποτυπώνει μισό αιώνα γαλλικής ιστορίας. Αποτελεί μία επική τοιχογραφία των μεγάλων γεγονότων της Γαλλίας συνδυαζόμενων με την ιστόρηση ενός μεγάλου έρωτα. Το βιβλίο δεν ενθουσίασε τον κύκλο των διανοουμένων κριτικών ενώ περιελήφθη από τον Πάπα Πίο ΙΔ’ στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων.
Η επιστροφή στη Γαλλία και το τέλος
Το 1859 ο Ναπολέων Γ’ προσφέρει αμνηστία σε όλους τους πολιτικούς εξόριστους αλλά ο Ουγκώ αρνείται να επιστρέψει μην επιθυμώντας να κάνει οποιαδήποτε παραχώρηση έναντι του μονάρχη. Το 1863 κυκλοφορεί μία βιογραφία του από τη γυναίκα του Αδέλα, η οποία πέθανε πέντε χρόνια αργότερα. Το ξέσπασμα του Γαλλοπρωσικού Πολέμου τον οδηγεί στην επιστροφή του στη Γαλλία τον Αύγουστο του 1870, λίγο μετά την ανακήρυξη της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Ως βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης ψηφίζει κατά της ειρήνης και αμέσως παραιτείται. Ακολουθούν η πολιορκία των Παρισίων και η ήττα της Γαλλίας. Ο Ουγκώ απομακρύνεται και πάλι από την πατρίδα του το 1871 κατά τη διάρκεια της επικράτησης της Παρισινής Κομμούνας και παραμένει στις Βρυξέλλες και το Λουξεμβούργο. Το ίδιο έτος πεθαίνει ο γιός του Κάρολος (Charles) και το επόμενο η κόρη του Αδέλα εισάγεται στο άσυλο ψυχικά ασθενών Saint-Mandé. Στα δύο προηγούμενα οικογενειακά δράματα προστίθεται το 1873 και ο θάνατος του γιου του Φραγκίσκου – Βίκτωρα (François-Victor).
Στις 30 Ιανουαρίου 1876 ο Βίκτωρ Ουγκώ ονομάζεται ισόβιος Γερουσιαστής από τη Γαλλική Δημοκρατία. Την τελευταία αυτή πολιτική περίοδο της ζωής του γίνεται το είδωλο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ο ίδιος είναι πλέον οπαδός ενός ουτοπικού σοσιαλισμού πιστεύοντας στην κοινωνική συμφιλίωση και την ειρηνική επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων, σε σχέση με την επαναστατική βία. Θεωρεί ότι ο ατομικός δρόμος προς την ηθική τελείωση, προς την καλοσύνη οδηγεί στη "σωτηρία" του ατόμου και της κοινωνίας.
Το Φεβρουάριο του 1881 οργανώνεται ένας πανεθνικός εορτασμός προκειμένου να τιμηθεί η είσοδός του στην ένατη δεκαετία της ζωής του. Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν την 25η Φεβρουαρίου με την απόδοση ενός βάζου Σεβρών, παραδοσιακού δώρου προς ηγεμόνες και την 27η Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε προς τιμήν του μία από τις μεγαλύτερες παρελάσεις στη γαλλική ιστορία.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ πέθανε στις 22 Μαΐου 1885 σε ηλικία 83 ετών έχοντας λάβει εν ζωή σπάνια δόξα για πνευματικό δημιουργό. Στη Γαλλία κηρύχθηκε εθνικό πένθος και την ημέρα της κηδείας (1η Ιουνίου) δύο, περίπου, εκατομμύρια κόσμου συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό από την Αψίδα του Θριάμβου, όπου είχε τοποθετηθεί η σορός του, στο Πάνθεον, που ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
3 σχόλια:
Awesome blog! Is your theme custom made or did you download it from somewhere?
A design like yours with a few simple adjustements
would really make my blog shine. Please let me know where you got your theme.
Many thanks
my page; Tristin Jack
Its like you read my mind! You seem to know so much approximately this,
like you wrote the guide in it or something.
I think that you just can do with some % to power the message home a little bit, but instead of that, this is great blog. An excellent read. I'll definitely be back.
My site Travon Manuel
Everything said was very logical. However,
think on this, what if you added a little information?
I ain't suggesting your information isn't solid, but suppose you added a headline
to maybe get people's attention? I mean "VICTOR HUGO - BΙKΤΟΡ ΟΥΓKΩ" is kinda plain. You ought to peek at Yahoo's front page and watch how they create article headlines to grab
viewers to click. You might add a video or a related picture
or two to grab people interested about everything've got to say. Just my opinion, it would bring your website a little livelier.
my web page - Nathan Jaeden
Δημοσίευση σχολίου