Το λιμάνι, τα οχυρά και το συγκρότημα μνημείων της Καρταχένα
Τριάντα ένας τόνοι χρυσού ήταν η ποσότητα που ξόδεψε το ισπανικό στέμμα για να κατασκευάσει τα οχυρά που υποτίθεται ότι θα προστάτευαν την Καρταχένα και το εμπόριό της σε πολύτιμα αγαθά και σκλάβους από πειρατικές επιθέσεις. Αναφέρεται ότι όταν έγινε γνωστή η δαπάνη των έργων αυτών στον βασιλιά Φίλιππο Β΄ βγήκε έξω στο μπαλκόνι και αναφώνησε, «Με αυτή την τιμή θα μπορούσαμε να τη βλέπουμε από την Ισπανία».
Πάντως, τα τεράστια έξοδα αποδείχθηκαν δικαιολογημένα χρόνια αργότερα, το 1741, όταν η Καρταχένα αντιστάθηκε ηρωικά στις εφόδους του βρετανικού στόλου, του οποίου ηγείτο ο ναύαρχος Έντουαρντ Βέρνον. Ύστερα από πολιορκία μηνών και ενώ ήδη κατασκευάζονταν στην Αγγλία αναμνηστικά μετάλλια του θριάμβου, τα αγγλικά πλοία επέστρεψαν άπρακτα πίσω, εξουθενωμένα από τη μάχη και τις ασθένειες. Ο ήρωας της αντίστασης ήταν ο δον Μπλας ντε Λέζο, ο γενναίος Βάσκος ηγέτης ο οποίος είχε ήδη χάσει ένα μάτι, ένα χέρι και ένα πόδι στη μάχη. Μετά τον θάνατό του, αναγέρθηκε προς τιμή του ένα άγαλμα στο Καστίγιο ντε Σαν Φελίπε ντε Μπαράχας, το μεγαλύτερο φρούριο στην πόλη που κατασκευάστηκε για την υπεράσπιση του λόφου του Σαν Λάζαρο.
Η Κολομβία ανακαλύφθηκε το 1502 από τον Ροδρίγο ντε Μπαστίδας και στον ορμίσκο στην ακτή της Καραϊβικής είχε δοθεί η ονομασία Μπαχία ντε Καρταχένα λόγω της ομοιότητάς της με την ισπανική πόλη. Η προσπάθεια των Ισπανών να εγκατασταθούν στη χώρα συνάντησε την εχθρότητα των αυτοχθόνων πληθυσμών. Μόλις την 1η Ιανουαρίου 1533 ο Πέδρο ντε Ερέδια από τη Μαδρίτη κατάφερε να ιδρύσει την πόλη της Καρταχένα στο σημείο όπου βρισκόταν το χωριό των γηγενών Κουραμάρι. Η Καρταχένα, που ήταν το πρώτο αποικιακό λιμάνι της νότιας Αμερικής, έγινε σημείο αναφοράς για τα ισπανικά γαλιόνια που φόρτωναν πλούτη από τη Σάντα Φε, την Αντιόκια, την Ποπαγιάν και ακόμη το Κίτο, πρωτεύουσα του Εκουαντόρ.
Οι αντιβασιλείς στον δρόμο τους προς και από το Περού σταματούσαν εκεί και μαζί με αυτούς υψηλοί αξιωματούχοι στον δρόμο τους προς τη Λίμα, το Σαντιάγκο και το Μπουένος Άϊρες. Στα τέλη του 16ου αιώνα ο στόλος της Καρταχένα αριθμούσε από 80 έως 90 γαλιόνια και η πόλη είχε αποκτήσει την ύποπτη φήμη ότι ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι δουλεμπορίου. Κατά συνέπεια έγινε ο αγαπημένος στόχος των πειρατών και αυτό οδήγησε στην κατασκευή της ογκώδους οχύρωσης της πόλης.
Το 1811 η Καρταχένα ήταν η πρώτη πόλη της Κολομβίας που ανακήρυξε την ανεξαρτησία της από την Ισπανία, όμως παρά την ακλόνητη πίστη του Σιμόν Μπολιβάρ στο ακαταμάχητο των αμυντικών του θέσεων αναγκάστηκε μα παραδοθεί στον αποικιακό στρατό το 1815. Η σφοδρή επιθυμία για ελευθερία ικανοποιήθηκε μόλις 6 χρόνια αργότερα, αλλά αυτή η πρώτη εξέγερση είχε ήδη αποδώσει στην πόλη τον τίτλο της Σιουδάδ Ερόικα, της ηρωικής πόλης.
Ο αρχικός πυρήνας της πόλης βρίσκεται μέσα στο οχυρωμένο τρίγωνο, το Σιουδάδ Αμαρουγιάδα, το οποίο αποτελείται από 27 επάλξεις. Ο σχεδιασμός των οχυρώσεων έγινε από τον Ιταλό μηχανικό Μπατίστα Αντονέλι και τον Ισπανό αρχιτέκτονα Χουάν ντε Τεχάδα. Η κατασκευή άρχισε το 1634 και διήρκεσε επί 100 και πλέον έτη. Το 1657 κατασκευάστηκε το Καστίγιο ντι Σαν Φελίπε ντε Μπαράχας και το 1697, υπό τη διεύθυνση του Αλόνσο ντε Σολίς, το Καστίγιο ντε Σαν Φερνάντο ντε Μποκατσίκα. Μέσα στα τείχη η πόλη ήταν χωρισμένη σε 3 περιοχές. Σαν Πέδρο, Σαν Διέγο και Γκετσεμανί. Η περιοχή του Σαν Διέγο ήταν το τμήμα στο οποίο ζούσαν οι μεσοαστοί έμποροι, η Γκετσεμανί ήταν η λαϊκή συνοικία και το Σαν Πέδρο ήταν η τοποθεσία του καθεδρικού ναού που κατασκευάστηκε μεταξύ 1575 και 1612 και διέθετε κομψά σπίτια ανδαλουσιανού ρυθμού στα οποία κατοικούσαν οι Ισπανοί κυβερνήτες και οι αξιωματούχοι. Ο Δομινικανός επίσκοπος Ντιονίσιο ντε Σάντις αποφάσισε την κατασκευή του σπουδαιότερου θρησκευτικού κτιρίου της Καρταχένα. Ήταν μια απλή και ογκώδης βασιλική που δεν διέφερε πολύ από τις στρατιωτικού ρυθμού οχυρώσεις της πόλης.
Ενδιαφέροντα δείγματα της θρησκευτικής αρχιτεκτονικής της Καρταχένα παραμένουν, για παράδειγμα, η εκκλησία του 1603 του Σαν Πέδρο Κλάβερ, η εκκλησία Κονβέντο ντε Σάντο Ντομίνγκο, η παλαιότερη στην πόλη που κατασκευάστηκε μεταξύ 1559 και 1570 και το Παλάσιο ντελ Ινκουισισιόν, ένα μεγαλοπρεπές δείγμα αποικιακής αρχιτεκτονικής που ολοκληρώθηκε το 1770. Όμως η ομορφιά της πόλης εντοπίζεται κυρίως στα αστικά κτίρια που χρονολογούνται από τον 17ο αιώνα. Η Κάλε Φακτορία, η Κάλε Σάντο Ντομίνγκο και η Κάλε ντε λας Ντάμας περιστοιχίζονται από υπέροχα σπίτια αποικιακού ρυθμού με παράθυρα και μπαλκόνια στολισμένα με λεπτά σκαλισμένο ξύλο. Στους δρόμους δεσπόζουν τα «ρεπίσα», τα χαρακτηριστικά μπαλκόνια που εξέχουν και τα οποία στην τοπική διάλεκτο είναι γνωστά με την ονομασία «πάνζα» (κοιλιές). Υπέροχα πρότυπα του ρυθμού των ξυλόγλυπτων της Καρταχένα αναφέρεται ότι εκτελούσαν σημαντική κοινωνική αποστολή: Σε μια πόλη όπου κυριαρχούσε ο αυστηρός κανόνας των Ιησουϊτών οι νεαρές γυναίκες σπανίως έβγαιναν έξω και, στις περιπτώσεις που γινόταν αυτό, πάντοτε συνοδεύονταν. Για τον λόγο αυτό τα μπαλκόνια ήταν ο χώρος συναντήσεων στις οποίες οι κόρες των καλών οικογενειών μπορούσαν να βρουν σύζυγο χωρίς να βγαίνουν από το σπίτι.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «UNESCO – ΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου