Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

URLIKE MEINHOF - ΟΥΡΛΙΚΕ ΜΑΙΝΧΟΦ

Ουλρίκε Μάινχοφ
Η Ουλρίκε Μάινχοφ (Ulrike Marie Meinhof 7 Οκτωβρίου 1934 - 8 Μαΐου 1976) ήταν Γερμανίδα δημοσιογράφος και από το 1970 ιδρυτικό και ηγετικό μέλος της ακροαριστερής τρομοκρατικής οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός (RAF), που έδρασε στη Δυτική Γερμανία. Το 1970 συνέβαλλε στην απελευθέρωση του Αντρέας Μπάαντερ (Andreas Baader) από την φυλακή και το 1972 σε πέντε τρομοκρατικές βομβιστικές επιθέσεις που άφησαν τέσσερις νεκρούς. Συλλήφθηκε το 1972 και αυτοκτόνησε το 1976.
Ζωή
Η κόρη του ιστορικού τέχνης Βέρνερ Μάινχοφ και της Ίνγκεμποργκ Μάινχοφ γεννήθηκε το 1934 στο Ολδεμβούργο, όπου έζησε και τα παιδικά της χρόνια. Η οικογένεια μετακόμισε στην Γιένα όταν δόθηκε στον πατέρα της η ευκαιρία να εργαστεί στο μουσείο της πόλης. Το 1940 όμως κιόλας πέθανε από καρκίνο. Κατόπιν η μητέρα της Μάινχοφ αποφάσισε να σπουδάσει ιστορία της τέχνης. Εκείνο το διάστημα έγιναν οι πρώτες επαφές με την Ρενάτε Ρίμεκ (Renate Riemeck), μιας συμφοιτήτριας της μητέρας. Νοίκιασε ένα δωμάτιο των Μάινχοφ και έγινε για αρκετά χρόνια άτομο εμπιστοσύνης για την Ουλρίκε. Στην ηλικία των έντεκα η Ουλρίκε έζησε την εισβολή των Αμερικανών στην Γιένα και το τέλος του πολέμου. Για να αποφύγουν την δύσκολη ζωή στις κατεστραμμένες πόλεις της Γερμανίας, κατέφυγαν στο Μπαντ Μπέρνεκ, μια μικρή πόλη της βόρειας Βαυαρίας και το 1946 εγκαταστάθηκαν στο Ολδεμβούργο. Δυο χρόνια αργότερα πέθανε και η μητέρα, Ίνγκεμποργκ Μάινχοφ. Τότε η ιστορικός Ρενάτε Ρίμεκ ανέλαβε την κηδεμονία της δεκατετράχρονης Ουλρίκε Μάινχοφ και της μεγάλης της αδερφής, της Βίνκε.
Το 1955 τελείωσε το σχολείο στο Gymnasium Philippinum Weilburg στην πόλη Βάιλμπουργκ, όπου σαν μαθήτρια ίδρυσε την σχολική εφημερίδα Spektrum, η οποία κυκλοφορεί μέχρι σήμερα.
Την ίδια χρονιά άρχισε σπουδές στη φιλοσοφία, παιδαγωγική, κοινωνιολογία και γερμανική φιλολογία στο πανεπιστήμιο του Μά
ρμπουργκ, στις οποίες υποστηρίχθηκε οικονομικά από την Studienstiftung des deutschen Volkes, μια οργάνωση προώθησης ταλαντούχων φοιτητών. Το 1957 άλλαξε πανεπιστήμιο και πήγε στο Πανεπιστήμιο του Μίνστερ, όπου προσχώρησε στην οργάνωση σπουδαστών του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, το Sozialistischer Deutsche Studentenbund (SDS). Επίσης στο Μίνστερ έγινε το 1957 εκπρόσωπος της επιτροπής Anti-Atomtod-Ausschuss, ενός αντιπυρηνικού κινήματος κατά των σχεδίων της χριστιανοδημοκρατικής κυβέρνησης του Κόνραντ Αντενάουερ, που προέβλεπαν τον πυρηνικό εξοπλισμό του γερμανικού στρατού. Το 1958 ήταν για μικρό διάστημα μέλος της Γενικής Φοιτητικής Επιτροπής AStA του πανεπιστημίου. Δημοσίευσε άρθρα σε διάφορες φοιτητικές εφημερίδες (όπως στην david), τις οποίες εξέδιδε η ομάδα της SDS του Μίνστερ. Το ίδιο έτος έγινε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος KPD που το 1956 απαγορεύτηκε από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο.
Δημοσιογραφική εργασία
Η Ουλρίκε Μάινχοφ εργάστηκε από το 1959 ως το 1969 ως δημοσιογράφος της αριστερής εφημερίδας konkret, όπου από το 1960 μέχρι το 1964 ήταν προϊστάμενος συντάκτης. Το διάστημα αυτό πήρε μέρος σε πολυάριθμες δημόσιες διοργανώσεις και διαμαρτυρίες και έτσι εξελίχθηκε σε συμβολική μορφή της γερμανικής αριστεράς.
Το 1961 παντρεύτηκε τον εκδότη της konkret, Κλάους Ράινερ Ρελ (Klaus Rainer Röhl) και έγινε μητέρα δύο δίδυμων κοριτσιών, της Ρεγκίνε και της Μπετίνα (Bettina Röhl). Στα τέλη του 1967 το ζεύγος χώρισε. Την άνοιξη του 1968 ακολούθησε το διαζύγιο και η Μάινχοφ εγκαταστάθηκε με τα παιδιά της στο Βερολίνο. Στα πλαίσια της δη
μοσιογραφικής της εργασίας σχετικά με την δίκη μετά από την πυρπόληση ενός πολυκαταστήματος στην Φρανκφούρτη, γνώρισε τους κατηγορούμενους Θόρβαλντ Προλ (Thorwald Proll), Χορστ Σένλαϊν (Horst Söhnlein) και τους κατοπινούς ιδρυτές της Φράξιας Κόκκινος Στρατός, Αντρέας Μπάαντερ (Andreas Baader) και Γκούντρουν Έσλιν (Gudrun Ensslin).
Στροφή προς την ριζοσπαστική κριτική
Το 1970 γύρισε την τηλεοπτική ταινία Bambule, για την οποία έγραψε και το σενάριο. Στην ταινία αυτή επέκρινε τις αυταρχικές μεθόδους και της συνθήκες ζωής σε ένα άσυλο κοριτσιών του Δυτικού Βερολίνου. Μερικά από τα κορίτσια θα επαναστατήσουν κατά της αυταρχίας αυτής. Η ταινία θα προβάλλονταν από το γερµανικό κανάλι ARD στις 24 Μαΐου 1970. Η προβολή όμως ακυρώθηκε λίγες μέρες πριν, όταν η Μάινχοφ άρχισε την τρομοκρατική της δράση με την απελευθέρωση του Αντρέας Μπάαντερ, ο οποίος ήταν φυλακισμένος στο Βερολίνο.
Αντάρτικο των πόλεων
Η Μάινχοφ συνέχισε στο εξής να γίνεται περισσότερο ριζοσπαστική και ασυμβίβαστη. Στις 14 Μαΐου 1970 βοήθησε στην απελευθέρωση του Αντρέας Μπάαντερ. Κατά την διάρκεια της απελευθέρωσης πυροβολήθηκε και τραυματίστηκε σοβαρά ο Γκέοργκ Λίνκε (Georg Linke), ένας εργαζόμενος του Γερμανικού Κεντρικού Ινστιτούτου για Κοινωνικά Ζητήματα (Deutsches Zentralinstitut für Soziale Fragen) στο Βερολίνο. Η απελευθέρωση του Μπάαντερ καλείται γενικώς η πρώτη δράση της RAF και η «ιδρυτική της πράξη». Από την μέρα αυτή η αναγνωρισμένη δημοσιογράφος Ουλρίκε Μάινχοφ καταζητείται νόμιμα.
Από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο του 1970 ήταν σε στρατόπεδο της παλαιστινιακής οργάνωσης Αλ Φατάχ στην Ιορδανία, όπου εκπαιδεύτηκε στρατιωτικά μεταξύ άλλων μαζί με τους Αντρέας Μπάαντερ, Γκούντρουν Ένσλιν, Χορστ Μάλερ, Πέτερ Χόμαν, Μπριγκίτε Άσντονκ. Ως «αντάρτης πόλεων» η Μάινχοφ διέπραξε διάφορες ένοπλες ληστείες σε τράπεζες και το 1972 βοήθησε σε συνολικά πέντε βομβιστικές επιθέσεις, στις οποίες βρήκαν τον θάνατο τέσσερις άνθρωποι και τραυματίστηκαν περισσότεροι από πενήντα. Το 1971 και 1972 έγραψε συνολικά τρεις διακηρύξεις της RAF, οι οποίες προσέφεραν ιδεολογικό υπόβαθρο στον λεγόμενο «ένοπλο αγώνα».
Επειδή η Μάινχοφ δεν ήθελε να αναλάβει την ανατροφή των κορών της ο πατέρας τους Κλάους Ράινερ Ρελ, αποφάσι
σε να τις κρύψει σε μυστικό μέρος στην Σικελία. Επιθυμία της ήταν, οι κόρες της να μεγαλώσουν στην αδερφή της. Ένας γνωστός του Ρελ, ο κατοπινός εκδότης του Der Spiegel Στέφαν Άουστ (Stefan Aust), έμαθε από τον Πέτερ Χόμαν (Peter Homann), μέλος της RAF που στο μεταξύ είχε εγκαταλήψει την οργάνωση, για το συγκεκριμένο μέρος όπου θα έκρυβαν τα κορίτσια μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1970. Ταξίδεψε εκεί, τα έφερε στο Αμβούργο και τα παρέδωσε στον πατέρα τους.
Σύλληψη και φυλάκιση
Στις 15 Ιουνίου 1972 η αστυνομία του Λανγκενχάγκεν κοντά στο Αννόβερο έλαβε πληροφορίες από το δάσκαλο Φριτς Ρόντεβαλντ (Fritz Rodewald), ο οποίος υποψιαζόταν ότι οι νέοι του ενοικιαστές ήταν μέλη της RAF. Η αστυνομία συνέλαβε τον οπλισμένο Γκέρχαρντ Μύλερ και την αγνώριστη λόγω εξωτερικής εμφάνισης Ουλρίκε Μάινχοφ, η οποία αντιστάθηκε στην σύλληψή της.
Από τις 16 Ιουνίου 1972 μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 1973 η Μάινχοφ κρατήθηκε τελείως απομονωμένη στην λεγόμενη «νεκρή πτέρυγα» (Toter Trakt) της φυλακής Κολωνίας-Όσσενντορφ. Το όνομα αυτό της δόθηκε από την ίδια την Μάινχοφ που υπέφερε από την απομόνωσή της. Το διάστημα αυτό έγραψε το κείμενο «Επιστολή από την νεκρή πτέρυγα» (Brief aus dem Toten Trakt) , το οποίο μεταφέρθηκε κρυφά έξω από την φυλακή και
δημοσιεύτηκε. Το κείμενο αυτό είχε μεγάλη επίδραση στους υποστηρικτές της.
Στις 29 Νοεμβρίου 1974 καταδικάστηκε σε οκτώ χρόνια φυλάκιση για την βομβιστική επίθεση στο κεντρικό κτίριο του εκδοτικού οίκου Axel Springer, που είχε πραγματοποιηθεί το 1972 στο Αμβούργο. Κατόπιν η Μάινχοφ μεταφέρθηκε στις φυλακές υψίστης ασφαλείας στο Σταμχάιμ της Στουτγάρδης, όπου κρατούνταν και άλλοι εννιά φυλακισμένα μέλη της RAF.
Στις 21 Μαΐου 1975 κατηγορήθηκε στην δίκη του Σταμχάιμ για τετραπλή ανθρωποκτονία. Πριν όμως καταδικαστεί, η Μάινχοφ αυτοκτόνησε.
Θάνατος
Στις 9 Μαΐου 1976 η Ούλρικε Μάινχοφ βρίσκεται κρεμασμένη στο κελί 719 των φυλακών υψίστης ασφαλείας στο Σταμχάιμ της Στουτγάρδης. Έρευνες των αρχών κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πέθανε πριν τα μεσάνυχτα, στις 8 Μαΐου δηλαδή. Η επίσημη νεκροψία είχε ως αποτέλεσμα την διαπίστωση αυτοκτονίας. Μια δεύτερη έρευνα έγινε με πρωτοβουλία της αδερφής της Μάινχοφ, Βίνκε Τσίτσλαφ (Wienke Zitzlaff), στα πλαίσια της οποίας ο δικανικός παθολόγος Γιάνσεν (Janssen) έβγαλε το ίδιο συμπέρασμα.
Μια διεθνή επιτροπή έρευνας και μέλη της RAF αμφισβητούσαν την εκδοχή της αυτοκτονίας της Μάινχοφ. Οι συνθήκες θανάτου και η δημοσίευση των αποτελεσμάτων της έρευνας αυτής, οδήγησαν πολλούς στο συμπέρασμα, ότι ακόμη και το δυτικογερμανικό κράτος θα μπορούσε να είναι υπεύθυνο για τον θάνατο της Μάινχοφ.
Στις 16 Μαΐου 1976, η Ούλρικε Μάινχοφ κηδεύτηκε στο νεκροταφείο του Μαρίεντορφ στο Δυτικό Βερολίνο (Dreifaltigkeitsfriedhof, Berlin-Mariendorf), στη θέση A-12-19. Στην κηδεία βρέθηκαν και διαδήλωσαν 4.000 άνθρωποι. Την ομιλία κηδείας εκφώνησε ο σοσιαλιστής και ευαγγελικός θεολόγος Χέλμουτ Γκόλβιτσερ (Helmut Gollwitzer), φίλος του Ρούντι Ντούτσκε και το 1957 δραστήριος με την Μάινχοφ στο αντιπυρηνικό κίνημα Anti-Atomtod-Ausschuss.
Η κόρη της Ουλρίκε Μάινχοφ, η δημοσιογράφος Μπετίνα Ρελ (Bettina Röhl) έμαθε
το φθινόπωρο του 2002 ότι ο εγκέφαλος της μητέρας της δεν είχε κηδευτεί. Αντ' αυτού διατηρήθηκε για δεκαετίες σε φορμαλδεΰδη κι εξετάζονταν εκ νέου σε μια κλινική του Μαγδεβούργου. Η επιτροπή ηθικής απαγόρευσε τους επιστήμονες κάθε συνέχεια των ερευνών τους όπως και την δημοσίευση των μέχρι τότε αποτελεσμάτων. Η εισαγγελία της Στουτγάρδης φρόντισε για την αποτέφρωση του εγκέφαλου και για την επιστροφή της στάχτης στους συγγενείς της Μάινχοφ. Στις 22 Δεκεμβρίου 2002 κηδεύτηκε ξανά στο νεκροταφείο του Μαρίεντορφ.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια: