Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΑΣΙΛΕΙΣ - ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΑΣΙΛΕΙΣ - ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 16 Μαΐου 2010

ALFONSO XIII DE ESPANA - ΑΛΦΟΝΣΟΣ ΙΓ΄ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ

Αλφόνσος ΙΓ΄ της Ισπανίας
Αλφόνσος ο 13ος (Μαδρίτη, 17 Μαΐου 1886 – Ρώμη, 28 Φεβρουαρίου 1941) βασιλιάς της Ισπανίας (1886 - 1931). Μεταθανάτιος γιος του βασιλιά της Ισπανίας Αλφόνσου 12ου και της Μαρίας Χριστίνας, παππούς του σημερινού βασιλιά της Ισπανίας Χουάν Κάρλος.
Επί της βασιλείας του, η Ισπανία έχασε όλες τις κτήσεις της στην Αμερικάνικη ήπειρο και τις Φιλιππίνες και ανέχτηκε την δικτατορική διακυβέρνηση του Μιγκέλ Πρίμο ντε Ριβέρα που του κόστισε τον θρόνο. Αναμείχθηκε έντονα στην πολιτική, τόσο που μεταξύ των ετών 1902 - 1923 ανεβοκατέβηκαν 33 κυβερνήσεις.
Κατά τη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, αν και είχε ισχυρές συνδέσεις και με τις δύο πλευρές, προτίμησε να κρατήσει αυστηρή ουδετερότητα. Αργότερα έγινε χρήσιμος σε διπλωματικό επίπεδο σχετικά με τους αιχμαλώτους πολέμου και τις διαπραγματεύσεις μεταξύ τους. Έγινε προστάτης των γραμμάτων, των τεχνών, του τουρισμού, και το πιο αξιοσημείωτο, του αθλητισμού. Έκτισε το ιστορικό ξενοδοχείο Palace στην Μαδρίτη και πήρε υπό την προστασία του τις ιστορικές ποδοσφαιρικές ομάδες της εποχής του, όπως η Ρεάλ Μαδρίτης, η Ρεάλ Σοσιεδάδ και η Ρεάλ Μπετίς.
Μετά την καταστολή του κινήματος του Ριβέρα οι δημοκρατικοί ανάγκασαν τον Αλφόνσο να προκηρύξει εκλογές που τις κέρδισαν (1930). Με δημοψήφισμα στην συνέχεια τον κήρυξαν έκπτωτο καταργώντας την μοναρχία, ανακηρύσσοντας την Δημοκρατία, και αναγκάζοντας τον Αλφόνσο να εξοριστεί.
Εξορία
Όταν κηρύχθηκε η 2η Ισπανική Δημοκρατία (1931) άφησε την Ισπανία και εγκαταστάθηκε σε μεγάλο ξενοδοχείο στην Ρώμη. Η δεύτερη Δημοκρατία θα διαρκέσει μόνο 6 χρόνια, αφού ο στρατηγός Φράνκο με κίνημα (1936) θα καταλύσει τη δημοκρατία προσπαθώντας να καταλάβει δικτατορικά την εξουσία. Στον Ισπανικό εμφύλιο (1936 - 1939), οι εθνικιστές υπό τον Φραγκίσκο Φράνκο δήλωσαν ότι δεν τον δέχονται ως βασιλιά (Σεπτ. 1936). Αρχικά πήγε εξόριστος στη Γαλλία, αλλά επέλεξε το γιο του Xουάν, κόμη της Βαρκελώνης, να μπει στην Ισπανία και να έχει συμμετοχή στη επανάσταση. Αλλά κοντά στα Γαλλικά σύνορα ο στρατηγός Μόλα τον συνέλαβε και τον εξόρισε από τη χώρα.
Μετά το χάος του τριετούς εμφυλίου, ο Φράνκο που τον είχε κηρύξει ήδη ανεπιθύμητο θα καταλάβει οριστικά την εξουσία (1939) και θα κυβερνήσει την Ισπανία με την μορφή σκληρής δικτατορίας ως το 1976, χρονιά που θα επανέλθει η μοναρχία με τον εγγονό του, Χουάν Κάρλος.
Στις 15 Ιανουαρίου 1941 παραιτήθηκε από τα δικαιώματά του στον Ισπανικό θρόνο για λογαριασμό του γιου του, Χουάν, και πατέρα του Χουάν Κάρλος. Πέθανε στη Ρώμη και τάφηκε στην Αγία Μαρία του Μονσερράτο, την Ισπανική εκκλησία της Ρώμης, ενώ το 1980 μεταφέρθηκε στο Ελ Εσκοριάλ στην Ισπανία. Κληρονόμοι
Παντρεύτηκε το 1906 την Βικτωρία Ευγενία της Βατεμβέργης (γνωστή ως Ένα), ανιψιά του Άγγλου βασιλιά
Εδουάρδου του 7ου και εγγονή της βασίλισσας Βικτωρίας της Αγγλίας, ενώ παιδιά τους ήταν:
Αλφόνσο των Αστουριών
Χάιμε της Σεγκόβια (1908 - 1975)
Ινφάντα Βεατρίκη της Ισπανίας (1909 - 2002)
Ινφάντα Μαρία Χριστίνα της Ισπανίας (1911 - 1996)
Χουάν κόμης της Βαρκελώνης
Γκονζάλο της Ισπανίας (1914 - 1933)
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Σάββατο 15 Μαΐου 2010

MEHMET VI VAHIDETTIN - ΜΕΧΜΕΤ ΣΤ΄

Μεχμέτ ΣΤ'
Ο Μωάμεθ Στ΄ ή Μεχμέτ Βαχιντεντίν (τουρκ.: Mehmed Vahideddin, Οθ. τουρκ: محمد السادس), ήταν ο 36ος και τελευταίος Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1861 στα Ανάκτορα Ντολμά Μπαχτσέ στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε το όνομα Πρίγκιπας Μωχάμεντ Βαχίντ ουμπντίν εφέντη. Ήταν ο 20ός και τελευταίος γιος του Σουλτάνου Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ και μικρότερος αδελφός των Σουλτάνων Μουράτ Ε΄, Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ και του προκατόχου του Μεχμέτ Ε' Ρεσάτ, τον οποίο και διαδέχτηκε στις 4 Ιουλίου 1918 με το όνομα Μεχμέτ Στ΄.
Είχε τη φήμη ιδιαιτέρως έξυπνου και δραστήριου ατόμου, με διπλωματικές ικανότητες και φιλελεύθερες αρχές, ο οποίος όμως λόγω των συνθηκών υπό τις οποίες ανέβηκε στο θρόνο δεν μπορούσε να κάνει και πάρα πολλά πράγματα. Στην πραγματικότητα η οθωμανική αυτοκρατορία, μετά την ήττα της στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν καταδικασμένη να καταρρεύσει και να διαμελιστεί μεταξύ των λαών που την αποτελούσαν, ακολουθώντας την τύχη των συμμάχων της, και υπ΄ αυτές τις συνθήκες τα περιθώρια ελιγμών της σουλτανικής κυβέρνησης ήταν ελάχιστα. Τελικά υπό την πίεση των Μεγάλων δυνάμεων αναγκάστηκε να αποδεχθεί τους όρους τους, όπως αυτοί διατυπώθηκαν στη συνδιάσκεψη του Σαν Ρέμο, και να υπογράψει τη Συνθήκη των Σεβρών. Οι Τούρκοι εθνικιστές, υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ, αρνήθηκαν να αποδεχτούν τους όρους της συνθήκης και στην επανάσταση που επακολούθησε κατάφεραν, εκμεταλλευόμενοι τις αδυναμίες και τους συσχετισμούς μεταξύ των Δυνάμεων, να επικρατήσουν μεν στο εσωτερικό, να αποδεχθούν τελικά τους όρους της συνθήκης, εκτός εκείνων που αφορούσαν την Ελλάδα και τίποτε περισσότερο από το να διατηρήσουν το ελάχιστο εναπομείναν έδαφος της άλλοτε κραταιάς αυτοκρατορίας μετονομάζοντάς το (περιοριζόμενοι) και επίσημα σε Τουρκία.
Έτσι μετά την επικράτησή τους, οι κεμαλικοί δημιούργησαν Εθνική Εθνοσυνέλευση στην Άγκυρα και κήρυξαν στις 1 Νοεμβρίου 1922 την κατάργηση του Σουλτανικού πολιτεύματος, αντικαθιστώντας το με Χαλιφάτο. Τότε και ο Σουλτάνος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη στις 18 Νοεμβρίου, με το Βρετανικό θωρηκτό Malaya, και να καταφύγει στη Μάλτα. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, στο Σαν Ρέμο, όπου και πέθανε από αιφνίδιο καρδιακό επεισόδιο, την νύκτα στις 15 προς 16 Μαΐου 1926. Στο Χαλιφάτο τον διαδέχτηκε ο εξάδελφός του Αμπντούλ Μετζίτ Β΄.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Σάββατο 1 Μαΐου 2010

ROBERT II OF SCOTLAND - ΡΟΒΕΡΤΟΣ Β΄ ΤΗΣ ΣΚΩΤΙΑΣ

Ροβέρτος Β' της Σκωτίας
Ο Ροβέρτος Β' (2 Μαΐου 1316 – 19 Απριλίου 1390) ήταν βασιλιάς της Σκωτίας (1371 - 1390), αποκαλούμενος Στιούαρτ, λόγω της οικογένειας στην οποία ανήκε. Ήταν μοναδικός γιος του Γουόλτερ Στιούαρτ (πέθανε το 1326) και της Μάρτζορι Μπρους, κόρης του βασιλιά της Σκωτίας Ροβέρτου Μπρους από την πρώτη σύζυγό του, Ισαβέλλα του Μαρ. Η μητέρα του που έπεσε από άλογο, κατάφερε να επιζήσει λίγες ώρες μετά την γέννηση του.
Το 1318 το Σκωτσέζικο κοινοβούλιο αποφάσισε ότι, εάν ο Ροβέρτος Μπρους πέθαινε χωρίς να αποκτήσει γιο, το Σκωτσέζικο στέμμα θα περνούσε στον γιο της Μάρτζορι. Αλλά η γέννηση του Δαυίδ, μελλοντικού βασιλιά της Σκωτίας Δαυίδ Β', καθυστέρησε την άνοδο του Ροβέρτου στον θρόνο για 42 χρόνια ακόμα. Όταν ο διάδοχος Δαυίδ έγινε βασιλιάς (1329), ο Στιούαρτ έπαιξε σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της χώρας. Την εποχή που ο βασιλιάς της Σκωτίας και θείος του Δαυίδ Β' κατέφυγε στη Γαλλία λόγω της επίθεσης του Άγγλου βασιλιά Εδουάρδου Γ', επελέγη ως αντιβασιλιάς με τον Ιωάννη Ράντολφ, 3ο κόμη του Μάρεϊ.
Αλλά ο Ράντολφ έπεσε σύντομα αιχμάλωτος των Άγγλων, και ο Ροβέρτος έμεινε μόνος αντιβασιλιάς, προσπαθώντας να περιορίσει την επιρροή των Άγγλων στην χώρα, και καταφέρνοντας να επιστρέψει ο βασιλιάς Δαυίδ Β' (1341). Ο Στιούαρτ μετά την μάχη του Νέβιλ (1346), όπου αιχμαλωτίστηκε ο βασιλιάς Δαυίδ, κατάφερε να δραπετεύσει στη Σκωτία. Δυσανασχέτησαν έντονα όταν αργότερα ο βασιλιάς Δαυίδ κήρυξε τον βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδο Γ' ή έναν από τους γιους του ως διάδοχό του στο θρόνο της Σκωτίας.
To 1363 πραγματοποίησε επανάσταση, αλλά σε λίγο συνελήφθη και αιχμαλωτίστηκε μαζί με 4 από τους γιους του. Απελευθερώθηκε λίγο μετά τον θάνατο του βασιλιά Δαυίδ τον Φεβρουάριο του (1371), και σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης του 1318 έγινε διάδοχος του στον θρόνο. Δεν ήταν ενεργός βασιλιάς και πολλές προσπάθειες έγιναν από τους ευγενείς να ελέγξουν την εξουσία του. Το 1378 ξέσπασε πόλεμος με την Αγγλία, ακολούθησε το κάψιμο του Εδιμβούργου και η Σκωτσέζικη νίκη στη μάχη του Ότερμπερν (1388), αλλά ο βασιλιάς δεν συμμετείχε στον πόλεμο.
Κληρονόμοι
Με την πρώτη σύζυγό του Ελισάβετ Μουρ, παιδιά του ήταν :
Ροβέρτος Γ' της Σκωτίας
Ροβέρτος Στιούαρτ, δούκας του Άλμπανι
Αλέξανδρος Στιούαρτ, κόμης του Μπάκαν (1343 - 1405)
Μαργαρίτα Στιούαρτ
Γουόλτερ Στιούαρτ (πέθανε 1362) παντρεύτηκε την Ισαβέλλα, κόμισσα του Φάιφ.
Μάρτζορι Στιούαρτ
Ισαβέλλα Στιούαρτ, παντρεύτηκε τον Τζέιμς Ντάγκλας.
Με τη δεύτερη σύζυγό του, Ευφημία του Ρος, παιδιά του ήταν :
Δαυίδ Στιούαρτ, 1ος κόμης του Κέιθνες (πέθανε πριν το 1389)
Γουόλτερ Στιούαρτ, 1ος κόμης του Άθολ (πέθανε το 1437)
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

IVAN III OF RUSSIA - ΙΒΑΝ Γ' ΤΗΣ ΡΩΣΣΙΑΣ

Ιβάν Γ' της Ρωσίας
Ο Ιβάν Γ΄ Βασίλιεβιτς (
ρωσ. Иван III Васильевич, 22 Ιανουαρίου 1440 – 27 Οκτωβρίου 1505) ο επονομαζόμενος Μέγας ως επίσης και «μεγάλος πρίγκιπας πασών των Ρωσιών» (στα ρωσικά Великий князь всея Руси) ήταν γιος του Βασίλι Β΄ του Τυφλού και της Μαρίας Γιαρόσλαβνα του Μπορόβσκ.
Η πορεία του προς το θρόνο του πατέρα του
Ο Ιβάν Γ΄ Βασίλιεβιτς ανέβηκε στο θρόνο του δουκάτου του μετά από αρκετές αναμετρήσεις, πολλές φορές αιματηρές, υπερασπιζόμενος τα συμφέροντα του πατέρα του στους δυναστικούς αγώνες με τα αδέλφια και τα ξαδέρφια του. Ένας από τους τελευταίους αυτούς, του είχε εξορύξει τους οφθαλμούς όταν τον έπιασε για λίγο διάστημα αιχμάλωτο.
Η παρουσία του Ιβάν στο πλευρό του πατέρα του είχε σαν αποτέλεσμα να αποκτήσει μεγάλη στρατιωτική πείρα και συγχρόνως να ενδιατρίψει στα διοικητικά θέματα του πριγκιπάτου του, που δεν ήταν και τόσο απλά, λόγω κυρίως του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου των υπηκόων του. Ήταν ο μεγάλος πρίγκιπας ή δούκας της Μόσχας, ή μάλλον της Μοσχοβίας, όπως ονομαζόταν στην εποχή του η Μόσχα και τα περίχωρά της. Η πολιτική του να συνενώσει, άλλοτε με ειρηνικά μέσα μέσω διαπραγματεύσεων, και άλλοτε δια της βίας, τα μέχρι τότε διάσπαρτα ανεξάρτητα πριγκιπάτα και δουκάτα της Ρωσίας, είχε σαν αποτέλεσμα να τριπλασιάσει τα εδάφη της ηγεμονίας του, ενώ συγχρόνως με τη βοήθεια της Σοφίας Παλαιολογίνας ανοικοδομούσε το Κρεμλίνο και τη Μόσχα γενικότερα. Ουσιαστικά έβαλε τα θεμέλια του ρωσικού κράτους.
Υπήρξε ο πρώτος τσάρος της Ρωσίας, αν και οι Δυτικοί ηγεμόνες αναγνώρισαν τον τίτλο αυτόν μόνο μετά την άνοδο του εγγονού του, τον Ιβάν Δ΄ Τρομερό, οποίος δεν παρέλειπε να τους υπενθυμίζει ότι κατάγεται από τη βασιλική δυναστεία των Παλαιολόγων, γιατί η γιαγιά του ήταν η Ζωή Σοφία Παλαιολογίνα, η μικρότερη θυγατέρα του
Θωμά Παλαιολόγου και ανιψιά του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ο οποίος έπεσε μαχόμενος για την Ορθοδοξία και για την ανεξαρτησία της πατρίδας του, γεγονός που του προσέδιδε ιδιαίτερη αίγλη μεταξύ του φανατικά ορθόδοξων υπηκόων του.
Ο γάμος του με τη Σοφία Παλαιολογίνα
Ο Ιβάν νυμφεύθηκε τη Ζωή Σοφία Παλαιολογίνα και μέσω του γάμου αυτού διακήρυξε ότι είναι ο νόμιμος κληρονόμος των δικαιωμάτων επί του βυζαντινού θρόνου, τα οποία ήταν περιζήτητα στην τότε μεσαιωνική Ευρώπη, μετά την κατάρρευση της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, δηλαδή του Βυζαντίου.
Να σημειώσουμε ότι ο μεγαλύτερος αδελφός της Ζωής Σοφίας Παλαιολογίνας, ο
Ανδρέας Παλαιολόγος, που διήγε έκλυτη ζωή και είχε απορριφθεί από τους περισσότερους Δυτικούς ηγεμόνες, είχε πουλήσει επανειλημμένα τα δικαιώματά του πάνω στο βυζαντινό θρόνο. Μεταξύ άλλων τα πούλησε στο βασιλιά της Γαλλίας και στο βασιλικό ζεύγος της Ισπανίας, τον Φερδινάνδο της Αραγωνίας (1452-1516) και την Ισαβέλλα Α' της Καστίλης (1451-1504).
Η κληρονομιά
Ο Ιβάν Γ΄ διακήρυξε ότι μεταξύ άλλων κληρονομεί και το δικέφαλο αετό των Παλαιολόγων με ό,τι αυτός συνεπάγεται, τον οποίο έκανε θυρεό δικό του και του νεοσύστατου βασιλείου του. Ο δικέφαλος αετός αντικαταστάθηκε από το σφυροδρέπανο επί σοβιετικού καθεστώτος και αποκαταστάθηκε σε εθνόσημο της Ρωσίας, όταν αυτό κατέρρευσε.
Επίσης ο Ιβάν ανακήρυξε τη Μόσχα σε Τρίτη Ρώμη, αφού η Κωνσταντινούπολις, η δεύτερη Ρώμη, όπως είχε χαρακτηρισθεί επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, βρισκόταν ήδη υπό οθωμανική κατοχή. Διακήρυξε ακόμα ότι τα πρωτεία του Οικουμενικού πατριαρχείου περιέρχονται στην αρχιεπισκοπή της Μόσχας, που πολύ αργότερα αναβαθμίσθηκε σε πατριαρχείο, μέχρις ότου απελευθερωθεί το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και σταματήσει το καθεστώς να διορίζεται οικουμενικός πατριάρχης από ένα αλλόθρησκο ηγέτη, όπως χαρακτήριζε τον Οθωμανό σουλτάνο. Από τότε ξεκίνησε και η διαμάχη για τα πρωτεία μεταξύ των δύο πατριαρχείων. Συγχρόνως, με την προτροπή της συζύγου του Σοφίας Παλαιολογίνας έλαβε τον τίτλο του καίσαρα (caesar), όπως ανακηρύσσονταν τα άρρενα τέκνα των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Τίτλος που με τη ρωσική γλωσσική παραφθορά έγινε τσάρος. Από την πλευρά της, η Σοφία Παλαιολογίνα εισήγαγε και καθιέρωσε όλο το βυζαντινό τυπικό στο παλάτι του συζύγου της, προκαλώντας τη μήνη και την αντιπάθεια των
Βογιάρων αρχόντων, που είχαν συνηθίσει να συναντούν τον Ιβάν στο δρόμο και να συνομιλούν ελεύθερα μαζί του. Με όλες αυτές τις πρωτοβουλίες μεταβλήθηκε ολοκληρωτικά το καθεστώς της Μόσχας και των περιχώρων της και από πριγκιπάτο ή δουκάτο αναβαθμίστηκε σε βασίλειο.
Η ανοικοδόμηση της Μόσχας
Η Σοφία και ο Ιβάν επικέντρωσαν επίσης τις προσπάθειές τους στο να μεταβάλουν τη Μόσχα από μια ξύλινη παραγκούπολη που ήταν, όταν η Σοφία παντρεύτηκε τον Ιβάν, σε μια μεγαλούπολη. Να σημειωθεί ότι μόλις πριν από ένα αιώνα η Μόσχα ήταν ένας απλός διαμετακομιστικός σταθμός με μερικά παραπήγματα γύρω από τον ποταμό Μοσκβά, μέσω του οποίου, αλλά και του Βόλγα, μεταφέρονταν από το βορρά τα εμπορεύματα στη νότια Ρωσία. Τα σχέδια αυτά για την ανοικοδόμηση και τον καλλωπισμό της Μόσχας γίνονταν για να καταστεί η πόλη αυτή διάδοχος της Κωνσταντινούπολης. Προς το σκοπό αυτό μετακάλεσαν στη Μόσχα διάσημους Ιταλούς αρχιτέκτονες, όπως τον
Ριντόλφο Φιοροβάντε, (Ridolfo di Fioravante), οι οποίοι ανοικοδόμησαν το Κρεμλίνο ανεγείροντας μέσα στο χώρο του περίβλεπτες εκκλησίες και παλάτια, καθιστώντας την σε ένα διαρκές σύμβολο δύναμης και δόξας του Ιβάν.
Έτσι το καθεστώς της άλλοτε Μοσχοβίας υπό τον Ιβάν Γ΄ μεταβλήθηκε ουσιαστικά σε βασίλειο και έλαβε περισσότερο αυταρχική μορφή. Σε τούτο συνέβαλαν και οι άλλοτε άρχοντες της Κωνσταντινούπολης, που είχαν ακολουθήσει τη Σοφία στη Μόσχα, αποφεύγοντας τη δουλεία και τον οθωμανικό ζυγό και οι οποίοι φιλοδοξούσαν να δουν τη βυζαντινή Αυτοκρατορία να αναγεννιέται στη Μόσχα.
Η μετατροπή της Μόσχας σε πρωτεύουσα του ρωσικού βασιλείου
Οι παροτρύνσεις και προτροπές της Σοφίας αλλά και των Βυζαντινών πρώην αρχόντων, που είχαν καταλάβει, λόγω της μόρφωσής τους και του κοσμοπολίτικου χαρακτήρα τους υψηλά αξιώματα στη μοσχοβίτικη διοικητική ιεραρχία, συνάντησαν το ευήκοον ους του Ιβάν, ο οποίος, αν και συντηρητικός, ήταν φιλόδοξος και επιθυμούσε να καταστήσει την πατρίδα του εξέχουσα δύναμη στη μεσαιωνική Ευρώπη. Με την παρότρυνση της συζύγου του Σοφίας, κατόρθωσε να αποτινάξει τον ταταρικό ζυγό και να απελευθερωθεί από τον χάνο Αχμέτ των Τατάρων, στον οποίο ήταν φόρου υποτελής. Το επίτευγμα αυτό χαρακτηρίσθηκε ως μεγαλειώδες, αφού η υποτέλεια των Ρώσων στους Τατάρους είχε διαρκέσει περί τους δύο αιώνες.
Ο Ιβάν περιόρισε κατά πολύ τις εξουσίες της αριστοκρατικής τάξης της Ρωσίας, τους επιλεγόμενους Βογιάρους, πότε με διαλλακτική πολιτική και πότε με βίαιες ενέργειες εναντίον τους, ώστε να δυνηθεί να φέρει σε πέρας τα φιλόδοξα σχέδιά του. Την εξόντωση των Βογιάρων ολοκλήρωσε ο εγγονός του Ιβάν και της Σοφίας Παλαιολογίνας, ο Ιβάν Δ' της Ρωσίας (ο Τρομερός). Ο χαρακτήρας της κυβέρνησης της Μόσχας υπό τον Ιβάν Γ΄ άλλαξε ουσιαστικά και πήρε δυναμικότερη μορφή. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στην φυσική συνέπεια της ηγεμονίας της Μόσχας προς τα άλλα ρωσικά εδάφη, αλλά και στις αξιώσεις του να αναδειχθεί σε αυτοκρατορία, στα πρότυπα του φίλου του Γερμανού Κάιζερ.
Η μάχη για τη διαδοχή
Η Σοφία Παλαιολογίνα έδωσε μεγάλο αγώνα για να διασφαλίσει τα δικαιώματα του πρωτότοκου γιου της Βασίλι πάνω στο θρόνο του πατέρα του, και τούτο γιατί ο Ιβάν είχε ένα γιο, τον Ιβάν Ιβάνοβιτς Μολοντόι (Ιβάν τον νεώτερο) από την πρώτη του σύζυγό, την Μαρία του Τβερ. Ο Ιβάν ο νεώτερος όμως πέθανε από ποδάγρα σε νεαρή ηλικία και για το θάνατό του κατηγορήθηκαν αδίκως από τους Βογιάρους τόσο η μητριά του Σοφία όσο και ο πατέρας του Ιβάν, ότι δήθεν τον δηλητηρίασαν. Ο Ιβάν άφησε ένα γιο, τον Ντμίτρι, που είχε αποκτήσει με τη σύζυγό του, Ελένη Στεπάνοβνα της Βλαχίας. Έτσι άρχισε ένας αδυσώπητος αγώνας μεταξύ των δύο μητέρων, της Σοφίας και της Ελένης, για το ποιας γιος θα διαδεχόταν τον Ιβάν Γ΄. Όλα τα επιχειρήματα υπέρ του γιου ή του εγγονού εμφάνιζαν στα μάτια του Ιβάν μια διαβολική και προκλητική ισομοιρία, με αποτέλεσμα να έγκειται πια στη διακριτική ευχέρεια του ίδιου για το ποιον θα χρίσει διάδοχό του.
Τελικά μετά από πολλές διακυμάνσεις και περιπέτειες, με τον Ιβάν Γ΄ να αμφιταλαντεύεται πάντα μεταξύ γιου και εγγονού, επικράτησε η Σοφία και ο γιος της Βασίλι, που τον διαδέχθηκε. Όσο για την Έλενα και το γιο της Ντμίτρι, αυτοί είχαν οικτρό τέλος αφήνοντας την τελευταία τους πνοή στη φυλακή.
Το τέλος του Ιβάν Γ΄
Παρά το μεγαλεπήβολο έργο του, ο Ιβάν πέθανε αγνοημένος από τους συμπατριώτες του, που δεν παρέλειπαν να τον κατηγορούν για την συντηρητικότητά του, χαρακτηρίζοντάς τον ακόμα και δειλό. Όμως η Ιστορία τον αναγνώρισε ως Μέγα, τον πρώτο Ρώσο μονάρχη που έλαβε αυτό τον τίτλο πριν από το Μέγα Πέτρο και τη Μεγάλη Αικατερίνη, γιατί κατόρθωσε να αποτινάξει τον ταταρικό ζυγό, να συνενώσει τις διάσπαρτες ηγεμονίες και ανεξάρτητα δουκάτα σε μια ανεξάρτητη, κυρίαρχη και ενωμένη Ρωσία.
Τα λείψανα του Ιβάν Γ΄, του γιου του Βασίλι Β΄ Ιβάνοβιτς ((Василий III Иванович στα ρωσικά) και του εγγονού του Ιβάν Δ΄ Βασίλιεβιτς του Τρομερού (Ива́н IV Гро́зный, στα ρωσικά) φυλάσσονται σε τρεις σαρκοφάγους που βρίσκονται εμπρός από το τέμπλο της εκκλησίας του Αρχαγγέλου, στο Κρεμλίνο, ενώ η σαρκοφάγος της Σοφίας Παλαιολογίνας βρίσκεται ακριβώς από κάτω, στο υπόγειο του ναού.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009

MAXENTIUS - ΜΑΞΕΝΤΙΟΣ

Μαξέντιος
Ο Μάρκος Αυρήλιος Φλάβιος Μαξέντιος (λατ.: Marcus Aurelius Flavius Maxentius) (περ. 278-28 Οκτωβρίου 312) ήταν αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από το έτος 306 εως το 312. Ήταν γιος του αυτοκράτορα, Μαξιμιανού και γαμπρός του Γαλέριου, επίσης αυτοκράτορα. Αδελφός της Φαύστας, νόμιμης συζύγου του Κωνσταντίνου και ετεροθαλής αδελφός της Θεοδώρας, δεύτερης συζύγου του Κωνστάντιου Χλωρού. Ως ένας από τους πρώτους Τετράρχες ονομάστηκε Αύγουστος της Δύσης και διοίκησε την επαρχία της Ιταλίας που εκτεινόταν από τις Άλπεις και τα δυτικά Βαλκάνια ως τις ακτές των σημερινών κρατών της Αλγερίας, της Τυνησίας και της Λιβύης (περιλαμβανομένης όλης της σημερινής Ιταλίας και των νησιών της).
Γιος του προηγούμενου Τετράρχη Μαξιμινανού και της Ευτροπίας (Συριακής καταγωγής), ο Μαξέντιος μη έχοντας υπηρετήσει σε κάποια διοικητική ή στρατιωτική θέση στα χρόνια του Διοκλητιανού και του πατέρα του, είχε ήδη ευνοϊκή θέση. Μόλις ο Μαξιμιανός παραιτήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον
Κωνστάντio Χλωρό, ο Μαξέντιος δε χρειάστηκε να κάνει τίποτε.
Το 306, ο Κωνστάντιος Χλωρός πέθανε και οι λεγεώνες της Βρετανίας κύρηξαν τον γιο του Κωνσταντίνο καίσαρα. Ο Μαξέντιος επεδίωξε να διεκδικήσει τον τίτλο του Αυγούστου και το στίριγμα της Συγκλήτου ενώ στο μεταξύ ανακάλεσε τον πατέρα του να τον χρίσει συναυτοκράτορα έτσι ώστε να κερδίσει και την δική του στήριξη. Το 307,ο Λικίνιος έλαβε τον τίτλο του Αυγούστου από την Επαρχία της Ανατολής.
Ο Γαλέριος, που επίσης στήριζε τις δράσεις του Μαξέντιου, περιόρισε τον Κώνσταντίνο με το να τον αναγνωρίσει ως Καίσαρα (της Γαλατίας και της Βρετανίας) και όχι ως Αύγουστο. Για να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Γαλέριου, ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να πλησιάσει σε οικογενειακό επίπεδο τους δύο αυτοκράτορες. Παντρεύτηκε την αδερφή του Μαξέντιου, Φαύστα στους Τρεβήρους και έτσι κέρδισε τον τίτλο του Αυγούστου. Ο Γαλέριος όμως κύρηξε εκστρατεία εναντίον του Μαξιμιανού και του Μαξέντιου στην Ιταλία που απέτυχε και στην οποία ο Κωνσταντίνος έλαβε ουδέτερη στάση.
Το 308 Ο Μαξέντιος έπρεπε να αντιμετωπίσει και την προδοσία του πατέρα του που προσπάθησε να τον εκθρονίσει στη Ρώμη. Στο Καρμούντο,ο ηττημένος πλέον Μαξιμιανός παραιτήθηκε από Αύγουστος και διέφυγε στη Γαλατία, στον υποβαθμισμένο σε Καίσαρα Κωνσταντίνο. 2 χρόνια αργότερα, ο Μαξιμιανός βρέθηκε ύποπτος σε συνομοσία για να δολοφονηθεί ο Κωνσταντίνος κατά την εκστρατεία του εναντίον των Φράγκων. Τον ίδιο καιρό ο Μαξέντιος έστειλε στην Αφρική έναν μικρό στρατό για να καταπνίξει την προδωσία του Λούκιου Δομίτιου Αλέξανδρου, που έχρισε τον εαυτό του Αυτοκράτορα της Καρχηδώνας.
Ο Βαλέριος Ρωμύλος, πρωτότοκος γιος του Μαξέντιου, πέθανε σε ηλικία 14 ετών το 309. Εκείνη την περίοδο, οι σχέσεις με τον Κωνσταντίνο δεν ήταν καλές. Έτσι ο Μαξέντιος συγκέντρωσε τις δυνάμεις του στις Άλπεις (στην περιοχή της σημερινής Ελβετίας) για να πολεμήσει τους στρατούς του Κωνσταντίνου που συμμάχησε με τον Λικίνιο. Ο Μαξέντιος έχανε τη μια μάχη μετά την άλλη και σταδιακά έχανε και εδάφη των επαρχιών της Ιταλίας.
Στις 28 Οκτωβρίου 312, στην περιοχή της Μιλβίας γέφυρας γύρω στους 100 χιλιάδες άνδρες στο πλευρό του Κωνσταντίνου συγκρούστηκαν με τους άνδρες του Μαξεντίου (κυμαίνονταν μεταξύ 75 και 120 χιλιάδων) στα βόρεια της Ρώμης. Ο Κωνσταντίνος είχε ενισχύσει τις δυνάμεις του στρατολογώντας ντόπιους κατοίκους δίχως θρησκευτικές διακρίσεις, γεγονός που κρίθηκε οιωνός για την θετική μεταχείρηση που είχαν οι Χριστιανοί στα χρόνια της αυτοκρατορίας του, παρά το γεγονός οτι είχε παραμείνει πιστός στο ρωμαϊκό δωδεκάθεο. Εν τέλει οι δυνάμεις του Μαξεντίου υποχώρησαν στον Τίβερη και προσπάθησαν να διασχίσουν το ποτάμι. Όμως μέσα στον πανικό των ηττημένων ανδρών που επικρατούσε, ο Μαξέντιος έπεσε στο νερό και πνίγηκε. Την επόμενη ημέρα το πτώμα του βρέθηκε και ο Κωνσταντίνος διέταξε να αποκεφαλιστεί και το κεφάλι του να περιφερθεί στους δρόμους της Ρώμης και στη συνέχεια να σταλεί στην Αφρική ως σύμβολο της απόλυτης πάταξης του σφετεριστή.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2009

CATHERINE DE MEDICI - ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΤΩΝ ΜΕΔΙΚΩΝ

Αικατερίνη των Μεδίκων
(13 Απριλίου 1519 - 5 Ιανουαρίου 1589)
Η Αικατερίνη, κόρη του Λορέντσο Β' των Μεδίκων, ήταν μόλις 14 ετών όταν παντρεύτηκε το 1533 το μετέπειτα βασιλιά της Γαλλίας Ερίκο Β'. Μετά το θάνατό του, το 1559, διατήρησε η Αικατερίνη για μεγάλο χρονικό διάστημα, ως μητέρα των τριών τελευταίων βασιλέων της οικογενειακής γραμμής Valois και αντιβασίλισσα (1560-63) του δεύτερου γιου της Κάρολου Θ', σημαντική επιρροή στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας.
Την εποχή των «πολέμων των Ουγενότων» (1562-80) είχε η Αικατερίνη ως στόχο να διατηρήσει μια ισορροπία του στέμματος έναντι των αλληλομισούμενων και συγκρουόμενων παρατάξεων, των καθολικών και των προτεσταντών (Ουγενότων) και να διατηρήσει την ενότητα του κράτους. Αρχικά προσέγγισε τους Ουγενότους υπό την ηγεσία του Gaspard de Coligny, αργότερα προσπάθησε να δημιουργήσει μια ισορροπημένη θρησκευτική κατάσταση, τόσο με τους προτεστάντες, όσο και με τους καθολικούς υπό το δούκα του Guise. Η αυξανόμενη επιρροή του Cosigny στ
ον Κάρολο Θ' οδήγησε την Αικατερίνη να μεθοδεύσει μια δολοφονική απόπειρα ενάντια στον αρχηγό των Ουγενότων. Όταν δε αυτή η απόπειρα απέτυχε, έδωσε εντολή να σφαγιαστούν τη νύχτα της 24ης Αυγούστου 1572, εορτή του Αγίου Βαρθολομαίου, όλοι οι εξέχοντες προτεστάντες της Γαλλίας, περίπου 3-5 χιλιάδες.
Οι πολεμικές συρράξεις μεταξύ των Γάλλων καθολικών και προτεσταντών κράτησαν με διάφορες μεταπτώσεις πολλές δεκαετίες ακόμα και οδήγησαν σε μαζική έξοδο των Ουγενότων από τη Γαλλία προς άλλες χώρες της Ευρώπης. Αποτέλεσμα ήταν να υποστεί πλήγμα η οικονομική ζωή της Γαλλίας, γιατί οι μεταναστεύοντες Ουγενότοι αποτελούσαν μέλη της οικονομικά εύρωστης τάξης των εμπόρων και βιοτεχνών. Περί το έτος 1700 το ένα τρίτο του πληθυσμού του Βερολίνου ήταν Γάλλοι Ουγενότοι. Αλλά και σε άλλες περιοχές της Γερμανίας, Αγγλίας και Ολλανδίας υπάρχουν ακόμα και σήμερα συμπαγείς ομάδες κατοίκων με γαλλόφωνα επώνυμα. Όλοι αυτοί προέρχονται από τη μετακίνηση πληθυσμών στην καρδιά της Ευρώπης λόγω των θρησκευτικών πολέμων μεταξύ χριστιανικών ομάδων ...
ΑΠΟ ΤΟ http://sfrang.com/

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009

CYRUS THE GREAT - ΚΥΡΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

Κύρος ο Μέγας
Ηγεμόνας της Περσίας (558-528 π.Χ.) και μέγας κατακτητής. Ήταν γιος του Καμβύση και της Μανδάνης, κόρης του βασιλιά της Μηδίας Αστυάγη. Παρόλο που ήταν ειδωλολάτρης χρησιμοποιήθηκε από το Θεό στα σχέδια Του. Κατόπιν θείας πρόνοιας, κατά το πρώτο έτος της βασιλιάς του, διέταξε την ανοικοδόμηση του Ναού του Θεού στην Ιερουσαλήμ, το 538 π.Χ. (Β' Χρονικών 36:22,23, Έσδρας 1:2, 4:3, 5:13), επέστρεψε τα σκεύη του Οίκου του Θεού, που ο Ναβουχοδονόσορ είχε πάρει και τα είχε τοποθετήσει στο ναό του θεού του (Έσδρας 1:7-11), και έδωσε άδεια για τη μεταφορά κέδρων από το Λίβανο (Έσδρας 3:7). Το διάταγμα του Κύρου για την ανοικοδόμηση του Ναού βρέθηκε στα Εκβάτανα, μια οχυρωμένη πόλη της επαρχίας της Μηδίας, πάνω σε ένα κυλινδρικό βιβλίο (Έσδρας 6:2,3). Ο προφήτης Ησαΐας είχε προφητεύσει για την ανοικοδόμηση του Ναού (Ησαΐας 44:28) και ότι θα εκπληρώνονταν τα σχέδια του Θεού για το λαό Ισραήλ (Ησαΐας 45:1-7). Ο Ησαΐας τον αναφέρει "βοσκό του Κυρίου" (Ησαΐας 44:28) και "ο κεχρισμένος" (Ησαΐας 45:1).
Ο Κύρος ανατράφηκε στην αυλή του Αστυάγη, ενώ σε νεαρή ηλικία έγινε αρχιστράτηγος, νικώντας τον στρατό του βασιλιά της Βαβυλώνας Νεριγλισάρ, τον οποίο και έπιασε αιχμάλωτο. Αργότερα μαζί με το θείο του Δαρείο πολέμησε τους Βαβυλώνιους και έφθασε μέχρι τις πύλες της Βαβυλώνας προκαλώντας τρόμο και χύνοντας αίμα παντού. Για να τους αντιμετωπίσει ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Βελχάσσαρ, συμμάχησε με τους Αιγυπτίους και άλλους γειτονικούς στρατούς, συγκεντρώνοντας 420.000 στρατιώτες, υπό τις διαταγές του βασιλιά της Λυδίας Κροίσου. Ο Κύρος όμως με το μισό από το στρατό των αντιπάλων του κατόρθωσε να νικήσει και να καταδιώξει τον Κροίσο μέχρι τις Σάρδεις, την πρωτεύουσά του, την οποία και κατέλαβε. Εκεί ζήτησε να του φέρουν όσο χρυσό και ασήμι είχαν. Πρώτος που συμμορφώθηκε στη διαταγή του ήταν ο πάμπλουτος Κροίσος. Για λόγους εντυπωσιασμού όμως καταδίκασε τον Κροίσο σε θάνατο. Τότε ο Κροίσος θυμήθηκε το ρητό που είχε πει ο Σόλωνας όταν του έδειξε τα πλούτη του "Μηδένα προ του τέλους μακάριζε", ενώ πριν καεί φώναξε τρεις φορές "Σόλων, Σόλων". Αυτό συγκίνησε τον Κύρο, και χάρισε τη ζωή και την ελευθερία του Κροίσου. Έπειτα κατέλαβε και άλλες γειτονικές χώρες και μέρος της Αραβίας. Μετά το θάνατο του πατέρα του και του θείου του, ανέβηκε στο θρόνο και έγινε βασιλιάς των Μήδων, Περσών και Βαβυλωνίων, ενώ ετοιμαζόταν να κατακτήσει και την Αίγυπτο. Κατά το τριακοστό έτος της βασιλείας του και σε ηλικία 70 ετών, το 529 π.Χ. πληγώθηκε σε μια μάχη και πέθανε.
Ο Κύρος υπήρξε μεγάλος στρατιωτικός ηγέτης, χρησιμοποιώντας αρκετά πρωτότυπα μέσα και έξυπνους τρόπους για τις κατακτήσεις του, όπως π.χ. την εκτροπή της κοίτης του ποταμού Ευφράτη για να καταλάβει τη Βαβυλώνα, και κυβέρνησε με σοφία κατορθώνοντας έτσι να μην έχει αντιδράσεις από τους λαούς που είχε κυριέψει. Κυβέρνησε δημοκρατικά, γι αυτό και οι Πέρσες τον αποκαλούν "Πατέρα του λαού" (Ηρόδοτος ΙΙΙ, 89).
ΑΠΟ ΤΟ http://www.jesuslovesyou.gr/

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2009

THEOPHILUS (EMPEROR) - ΘΕΟΦΙΛΟΣ (ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ)

Θεόφιλος - (αυτοκράτορας)
Ο Θεόφιλος ήταν Αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 829 ως το 842.
Ήταν γιος του Μιχαήλ Β', με θαυμάσια εκπαίδευση. Ήταν φανατικός εικονομάχος. Προσπάθησε να πολεμήσει, όσο μπορούσε, τις εικόνες. Αλλά επειδή έβλεπε ότι δεν το κατάφερνε, κατέφυγε σε σκληρούς διωγμούς των εικονολατρών και αυστηρές τιμωρίες. Την εποχή της βασιλείας του, τα γράμματα και οι τέχνες βρήκαν μεγάλη υποστήριξη στην Κωνσταντινούπολη. Στην εξωτερική του πολιτική αντιμετώπισε πολλά προβλήματα με τους Άραβες, που τους νίκησε στην αρχή, αλλά που τελικά ξεκίνησαν ιερό πόλεμο εναντίον του, κατέστρεψαν πολλές περιοχές της Μικράς Ασίας και παραλίγο να διαλύσουν το Βυζάντιο.
Παντρεύτηκε τη Θεοδώρα, την οποία προτίμησε από την Κασσιανή, μετά την απάντηση που του έδωσε για τις γυναίκες, σε διαγωνισμό που έκανε στο παλάτι του.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

SALAH AD-DIN YUSUF IBN AYYUB - ΣΑΛΑΝΤΙΝ

Σαλαντίν
Ο Σαλαντίν ή Σαλαδίνος, σουλτάνος της Αιγύπτου και της Συρίας, γεννήθηκε το 1138 και πέθανε το 1193. Το πλήρες όνομά του ήταν Σαλάχ αλ Ντιν Γιουσούφ Ιμπν Αγιούμπ. Στους σταυροφόρους ήταν γνωστός απλά ως Σαλαντίν. Ήταν αυτός που κατάφερε να ενώσει τους μουσουλμάνους της Μέσης Ανατολής, από τον Ευφράτη ως την Αίγυπτο, και να ανακαταλάβει την Ιερουσαλήμ από τους σταυροφόρους.
Η πορεία προς την εξουσία
Γεννήθηκε στο Τικρίτ της Μεσοποταμίας το 1138 και ήταν Κούρδος. Πατέρας του ήταν ο ισχυρός αξιωματούχος των Σελτζούκων της Συρίας Αγιούμπ, που ανήκε στην κουρδική φυλή Ριβαδιέ. Τα πρώτα χρόνια του τα πέρασε σε ιερατική σχολή. Αργότερα κατατάχθηκε στο στρατό του Νουρεντίν, και τη δεκαετία του 1160 συνόδευσε το θείο του και στρατηγό του Νουρεντίν, Σιρκούχ, στις εκστρατείες του κατά των Φατιμιδών της Αιγύπτου και των σταυροφόρων. Τελικά ο Σιρκούχ κατάφερε να γίνει βεζίρης στην Αίγυπτο και να κυβερνήσει στο όνομα του Νουρεντίν. Ο Σιρκούχ πέθανε το 1169 και τον διαδέχθηκε ο Σαλαντίν που συνέχισε να κυβερνά στο όνομα του Νουρεντίν, και μάλιστα κατάφερε να αντιμετωπίσει χωρίς τη βοήθειά του τον Αμάλριχο Α' της Ιερουσαλήμ. Το 1171 ο τελευταίος Φατιμίδης χαλίφης αλ-Ντιν πέθανε. Αυτό ήταν και το τέλος της δυναστείας των Φατιμιδών, αλλά και της επικράτησης των Σιιτών στην Αίγυπτο. Ο Σαλαντίν ήταν πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος στην Αίγυπτο και κάτω από την εξουσία του η χώρα μετεστράφηκε πάλι προς το σουνιτισμό. Ο Σαλαντίν ασχολήθηκε με την ισχυροποίηση της Αιγύπτου, αναζωογονώντας την οικονομία της και αναδιοργανώνοντας το στρατό της. Παράλληλα παρουσίασε τάσεις ανεξαρτησίας από το Νουρεντίν σε τέτοιο βαθμό ώστε να φτάσουν ένα βήμα πριν από τον πόλεμο.Όμως το 1174 ο Νουρεντίν πέθανε, αφήνοντας ως διάδοχο το γιο του, ένα ανήλικο και ανίσχυρο αγόρι. Ο Σαλαντίν εκμεταλλευόμενος αυτήν την ευκαιρία επεξέτεινε το κράτος του στη Συρία και μέχρι το 1186 η εξουσία του μέχρι την Μεσοποταμία, αλλά και την Υεμένη, ήταν αδιαμφισβήτητη. Μάλιστα το 1180 κατάφερε να καταστήσει υποτελή του τον σουλτάνο των Σελτζούκων του Ικονίου, Κιλίτζ Αρσλάν Β'.
Οι σχέσεις με τους σταυροφόρους
Όλον αυτό τον καιρό συγκρούστηκε πολύ λίγες φορές με τους σταυροφόρους και τις περισσότερες φορές τους νίκησε παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Βαλδουίνου Δ' της Ιερουσαλήμ. Το 1187 με αφορμή τις συνεχείς επιθέσεις του Ραϋνάλδου της Αντιόχειας στα καραβάνια προσκυνητών για την Μέκκα επιτέθηκε στους σταυροφόρους και έκαψε το στόλο τους στην Ερυθρά θάλασσα. Ο βασιλιάς της Ιερουσαλήμ, Γκυ των Λουζινιάν συγκέντρωσε το σταυροφορικό στρατό και επεδίωξε να συγκρουστεί με το Σαλαντίν. Όμως ο Σαλαντιν τον παρέσυρε μακριά από τις βάσεις του και τον κύκλωσε στο Χαττίν, όπου στις 4 Ιουλίου του 1187 ο σταυροφορικός στρατός καταστράφηκε και ο Γκυ καθώς και πολλοί σημαίνοντες σταυροφόροι πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Στη συνέχεια ο Σαλαντίν, χρησιμοποιώντας και τον Γκυ στις διαπραγματεύσεις, κατέλαβε είτε με συμφωνίες παράδοσης είτε με πολιορκία τα περισσότερα κάστρα και λιμάνια της Παλαιστίνης, και τελικά έφτασε στην Ιερουσαλήμ την οποία και κατέλαβε με συνθηκολόγηση στις 2 Οκτωβρίου 1187. Δεν μπόρεσε όμως να καταλάβει την Τύρο, την οποία υπερασπίστηκε με επιτυχία ο Κορράδος του Μονφερά. Στη συνέχεια περιέσφιξε τον κλοιό γύρω από την Αντιόχεια, καταλαμβάνοντας τη Λαοδίκεια και το Τζεμπελέ.Αργότερα, με την άφιξη των σταυροφόρων της Τρίτης Σταυροφορίας(1189-1192) ο Σαλαντίν υπέστη κάποιες ήττες, όπως την απώλεια της Άκρας μετά από μακρόχρονη πολιορκία και τις ήττες στις μάχες του Αρσούφ και της Γιάφας, αλλά κατάφερε να κρατήσει τους σταυροφόρους έξω από την Ιερουσαλήμ. Ειδικά στο πρόσωπο του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, ο Σαλαντίν βρήκε έναν αντίπαλο που τον εκτιμούσε πολύ, όπως και ο Ριχάρδος εκτιμούσε το Σαλαντίν. Ιστορίες για αυτούς λέγονταν για πολλά χρόνια τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Μέση Ανατολή.
Το τέλος των πολέμων-Θάνατος του Σαλαντίν
Τελικά τα δύο μέρη συμφώνησαν για ειρήνη το 1192, με την οποία το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ θα εκτεινόταν από την Τύρο μέχρι τη Γιάφα, ενώ το εσωτερικό της Παλαιστίνης θα το κρατούσε ο Σαλαντίν που δεσμευόταν να μην εμποδίζει τους χριστιανούς προσκυνητές από το να πηγαίνουν για προσκήνυμα στον Πανάγιο Τάφο. Ο Σαλαντίν πέθανε στη Δαμασκό λίγους μήνες μετά, το 1193.
Ο Σαλαντίν πάντα φρόντιζε για το καλό των υπηκόων του.Τηρούσε πάντα τις συνθήκες με τους αντιπάλους του και τους φερόταν με σεβασμό. Συνήθως φερόταν με σεβασμό και στους αιχμαλώτους που συνελάμβανε, πράγμα αρκετά σπάνιο για εκείνη την εποχή. Κατάφερε να ανακτήσει την Ιερουσαλήμ μετά από 88 χρόνια χριστιανικής κυριαρχίας και έδωσε ένα ισχυρό χτύπημα στους σταυροφόρους που τους συγκλόνισε και που προετοίμασε την καταστροφή των σταυροφορικών ηγεμονιών παρά την ανάσα ζωής που τους έδωσε η Γ' Σταυροφορία.Το όνομά του έμεινε, ακόμη και ανάμεσα στους χριστιανούς, ως πρότυπο ανδρείας και ιπποτισμού, και σίγουρα ήταν η πιο ένδοξη μορφή από την μεριά του Ισλάμ για την εποχή των Σταυροφοριών.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Τρίτη 9 Ιουνίου 2009

NERO - ΝΕΡΩΝ

Νέρων
Ο Νέρων Κλαύδιος Καίσαρ Αύγουστος Γερμανικός (λατ. NERO CLAVDIVS CAESAR AVGVSTVS GERMANICVS), γνωστότερος ως Νέρων (15 Δεκεμβρίου 37 - 9 Ιουνίου 68), ήταν Αυτοκράτορας της Ρώμης κατά το διάστημα 54 - 68 μ.Χ. Ήταν ο πέμπτος και τελευταίος Αυτοκράτορας της Ιουλιο-Κλαυδιανής Δυναστείας. Στις 25 Φεβρουαρίου 50 ο Νέρων έγινε κληρονόμος του θείου του και θετού του πατέρα Κλαύδιου και ανέβηκε στον θρόνο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στις 13 Οκτωβρίου του 54 μετά τον θάνατό του.
Ο Νέρων είχε γεννηθεί με το όνομα Λούκιος Δομίτιος Αχενόβαρβος ως ο μόνος γιος του Γνάιου Δομίτιου Αχενοβάρβου και της Ιουλίας Αγριππίνας, δισέγγονης του Οκταβιανού Αυγούστου, κόρης του στρατηγού Γερμανικού και αδερφής του Αυτοκράτορα Καλιγούλα. Ο πατέρας του, αξιωματούχος στην Αυλή του Καλιγούλα ο οποίος καταγόταν από τον Αύγουστο αλλά και από τον Μάρκο Αντώνιο, πέθανε όταν ο Λούκιος ήταν μόλις τριών ετών. Ο νεαρός δεν προοριζόταν για το ανώτατο αξίωμα καθώς ο Καλιγούλας αναμενόταν να έχει δικό του αρσενικό απόγονο. Όμως ο πρόωρος φόνος του οδήγησε στη διαδοχή του στον θρόνο από τον ηλικιωμένο θείο του Κλαύδιο· ο γάμος του τελευταίου με την Ιουλία Αγριππίνα έκανε αυτομάτως τον Λούκιο υιοθετημένο γιο του Αυτοκράτορα (με το όνομα Νέρων Κλαύδιος Καίσαρ Δρούσος) και πιθανό διάδοχο. Το 51 ο δεκατετράχρονος Νέρων κηρύχθηκε ενήλικος και έγινε ανθύπατος. Δύο χρόνια μετά παντρεύτηκε, κατ' εντολή του Κλαύδιου, την κόρη του τελευταίου Κλαυδία Οκταβία.
Το 54 ο Κλαύδιος πέθανε, σύμφωνα με τις φήμες δηλητηριασμένος από την Αγριππίνα, και ο Νέρων έγινε ο νεαρότερος Αυτοκράτορας της Ρώμης μέχρι τότε. Κατά την πρώτη πενταετία της θητείας του επηρεαζόταν ιδιαίτερα στις αποφάσεις του από τη μητέρα του, από τον επικεφαλής των Πραιτοριανών Σέξτο Αφράνιο Βούρο και από τους δασκάλους του, όπως ο Σενέκας ο Νεότερος, οι οποίοι ανταγωνίζονταν συνεχώς τη φιλόδοξη Αγριππίνα. Παράλληλα, απογοητευμένος από τον γάμο του, παραμέρισε την Οκταβία και σύναψε φανερή ερωτική σχέση με μία απελεύθερη από τη Μικρά Ασία την Κλαυδία Ακτία. Η μητέρα του προσπάθησε να επέμβει προς όφελος της Οκταβίας αλλά ο Αυτοκράτορας αρνήθηκε να ακολουθήσει τις συμβουλές της. Σύμφωνα με τον ιστορικό Τάκιτο η Αγριππίνα τότε άρχισε να συνωμοτεί εναντίον του γιου της έτσι ώστε να ανεβάσει στον θρόνο τον ανήλικο Βρετανικό, γιο του Κλαύδιου. Γρήγορα όμως ο νεαρός απεβίωσε, πιθανώς δηλητηριασμένος από τον Νέρωνα. Μέσα στα επόμενα χρόνια σταδιακά ο Αυτοκράτορας απαλλάχθηκε από την επιρροή τόσο της μητέρας του όσο και των συμβούλων του, φτάνοντας τελικά σε σημείο να διατάξει το 59 τη δολοφονία της Αγριππίνας, καθώς (σύμφωνα με τον ιστορικό Σουητώνιο) πίστευε ότι θα τον εμπόδιζε να πάρει διαζύγιο από την Οκταβία για να παντρευτεί τη νέα του ερωμένη Ποππαία Σαβίνα. Αργότερα, μετά τον θάνατο του Βούρου το 62 και κατηγορούμενος για υπεξαίρεση χρημάτων, ο Σενέκας αποσύρθηκε από τον δημόσιο βίο αφήνοντας τον Νέρωνα ανεξέλεγκτο.Ο Νέρων μετά την πρώτη «ήπια» πενταετία της βασιλείας του αφαίρεσε κάθε εναπομένουσα ισχύ από τη Σύγκλητο προς όφελος του Αυτοκράτορα και προχώρησε σε προγραφές υποτιθέμενων συνωμοτών. Ακόμα και ο Σενέκας διατάχθηκε να αυτοκτονήσει το 65 κατηγορούμενος για συνωμοσία. Επί των ημερών του Νέρωνα ωστόσο μειώθηκε η φορολογία, θεσπίστηκαν νέα διατάγματα για την προστασία των δούλων και των απελεύθερων από την κακομεταχείριση ή τον εκ νέου εξανδραποδισμό, εξερράγησαν και καταπνίγηκαν εξεγέρσεις στη Βρετανία, στο Ισραήλ και στη Γαλατία, ενώ έγινε κι ένας περίφημος διακανονισμός με τους Πάρθους σχετικά με το Βασίλειο της Αρμενίας, σύμφωνα με τον οποίον η νέα κυβερνώσα κατοχική δυναστεία της χώρας θα ήταν παρακλάδι των Πάρθων Αρσακιδών (με πρώτο επισήμως αναγνωρισμένο Βασιλιά τον Τιριδάτη Α’) αλλά η στέψη και η έγκριση του εκάστοτε μονάρχη θα γινόταν στην Ιταλία από τη Σύγκλητο. Ο διακανονισμός αυτός τερμάτισε μία διαμάχη δεκαετιών μεταξύ Ρωμαίων και Πάρθων. Ο Νέρων επίσης προώθησε ένα μεγάλο πρόγραμμα δημοσίων έργων, οργάνωσε αθλητικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες, έδωσε φοροαπαλλαγές στις εισαγωγές τροφίμων για να μειώσει το κόστος τους και έσφιξε τους δεσμούς του ρωμαϊκού κράτους με τον ελληνικό κόσμο. Ακόμα, όντας αυτοανακηρυγμένος ποιητής και εραστής των τεχνών, επιχείρησε να στηρίξει έναν νέο, προπαγανδιστικό αυλικό λογοτεχνικό κύκλο (στα πρότυπα των αυγούστειων ποιητών του Μαικήνα), στον οποίον ανήκαν ο Σενέκας ο Νεότερος και ο Λουκανός.
Το 64 ξέσπασε μία μεγάλη πυρκαγιά στη Ρώμη και, αφού κατασβήστηκε, ο Νέρων προχώρησε σε ένα μεγαλεπήβολο και πολυέξοδο σχέδιο οικιστικής αναμόρφωσης της πρωτεύουσας. Προκειμένου να κατασιγάσει τις φήμες που υποστήριζαν ότι η πυρκαγιά προήλθε από εμπρησμό με δική του διαταγή, ο Νέρων κατηγόρησε και καταδίωξε για ένα διάστημα τους χριστιανούς της πόλης. Το γεγονός αυτό, η μητροκτονία που διέπραξε και η τυραννική διακυβέρνηση που του αποδίδουν Ρωμαίοι ιστορικοί της περιόδου, η εγκυρότητα και αμεροληψία των οποίων σήμερα αμφισβητείται από ορισμένους μελετητές, έδωσαν στον Νέρωνα μία κακή φήμη. Σε κάθε περίπτωση η βασιλεία του έληξε άδοξα όταν η Σύγκλητος το 68 τον κήρυξε δημόσιο κίνδυνο, τον ανάγκασε να αυτοκτονήσει και αναγνώρισε ως Αυτοκράτορα τον πρώην ύπατο Γάλβα, με αποτέλεσμα την έκρηξη ενός σύντομου εμφυλίου πολέμου, τον φόνο του Γάλβα και το τέλος της Ιούλιο-Κλαυδιανής δυναστείας που αντλούσε το κύρος της από τους συγγενικούς δεσμούς με τον Οκταβιανό Αύγουστο και, μέσω αυτού, με τον Ιούλιο Καίσαρα. Σύμφωνα με τους ιστορικούς η είδηση του θανάτου του Νέρωνα έγινε δεκτή με χαρά από την αριστοκρατία και τη Σύγκλητο αλλά δυσαρέστησε τις λαϊκές μάζες.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Κυριακή 7 Ιουνίου 2009

CONSTANTINE VII PORRHYROGENNETOS - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ζ΄Ο ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ

Κωνσταντίνος Ζ'
Ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος Ζ' Πορφυρογέννητος, γιός του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ' του Σοφού, βασίλεψε επισήμως ως διάδοχος του αυτοκράτορα Αλέξανδρου από το 913 μέχρι το θάνατό του το 959.
Ο θάνατος του Αλέξανδρου, βρίσκει τον Κωνσταντίνο ανήλικο. Η μητέρα του Ζωή Καρβουνοψίνα αναλαμβάνει τη διοίκηση ως κηδεμών του. Η Ζωή κυβέρνησε στο όνομα του νεαρού γιού της, σημείωσε δε και ορισμένες στρατιωτικές επιτυχίες κατά των εξωτερικών εχθρών της. Ο Βυζαντινός στρατός υπό τον Λέοντα Φωκά γνώρισε δύο σημαντικότατες ήττες από τα Βουλγαρικά στρατεύματα υπό τον ηγεμόνα Συμεών, στην Αγχίαλο (σημερινό Μπουργκάς). Ακριβώς τον καιρό αυτό, ο διοικητής του Βυζαντινού στόλου Ρωμανός Α' Λεκαπηνός, ορισμένος ως προστάτης του νεαρού Αυτοκράτορα, επέστρεψε στην Πόλη, όπου έδωσε το χέρι της κόρης του Ελένης στον Κωνσταντίνο. Ο Ρωμανός είχε στόχους σφετερισμού του θρόνου και επιβολής του γένους του ως νέας αυτοκρατορικής δυναστείας, η δε δράση του και λοιπές κινήσεις του κατά τη διάρκεια των στρατιωτικών επιχειρήσεων με τους Βουλγάρους ήταν ύποπτη. Ο Ρωμανός σταδιακά συγκεντρώνει στα χέρια του την εξουσία και από το 919 και μέχρι το θάνατό του, ο Κωνσταντίνος δεν έχει ουσιαστική συμμετοχή στη διακυβέρνηση, ενώ η μητέρα του Ζωή απομακρύνεται δια της βυζαντινής μεθόδου του υποχρεωτικού εγκλεισμού σε μοναστήρι.
Ο Κωνσταντίνος επιστρέφει ώριμος πλέον στην εξουσία το 945. Ήταν εξαιρετικά μορφωμένος και διανοούμενος όπως και ο πατέρας του. Έχοντας περάσει μεγάλο μέρος της ζωής του στη σκιά της διακυβέρνησης του πεθερού του Λεκαπηνού, αφιερώθηκε στη μελέτη. Άφησε τεράστιο συγγραφικό έργο, με εξέχον το σύγγραμμά του περί του Βυζαντινού πρωτοκόλλου "De Ceremoniis Aulae Byzantinae", το οποίο έχει σωθεί και αποτελεί τη βασική πηγή των ιστορικών σχετικά με το πολύπλοκο και βαρύ πρωτόκολλο που ακολουθούσαν οι Βυζαντινοί αξιωματούχοι και κυρίως η Αυτοκρατορική οικογένεια.
Ως Αυτοκράτορας ήταν συνετός. Ενίσχυσε τους φτωχούς έναντι των πλουσίων φεουδαρχών, αποκαθιστώντας μια καλή κοινωνική ισορροπία. Η γυναίκα τoυ Ελένη Λεκαπηνή ήταν από τους βασικούς του συμβούλους και τον επηρρέαζε, στάθηκε κοντά του σε όλες του τις διαμάχες με τον πατέρα της. Ήταν πολύ αγαπητός στο λαό, ο οποίος σεβόταν τόσο τη μόρφωση, όσο και τα παθήματά του από τους Λεκαπηνούς. Η διακυβέρνησή του σφραγίζει μια σταθερά ανοδική πορεία της ισχύος της Αυτοκρατορίας, που ξεκίνησε από τον παππού του Βασίλειο, ιδρυτή της δυναστείας των Μακεδόνων. Πέθανε από ανεξήγητη ασθένεια το 959.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Τρίτη 2 Ιουνίου 2009

KING CONSTANTINE II OF GREECE - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β' ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Κωνσταντίνος Β΄ της Ελλάδας
Ο Κωνσταντίνος Β΄ (Αθήνα, 2 Ιουνίου 1940 - ) υπήρξε Βασιλιάς των Ελλήνων από το 1964 έως το 1967 (τυπικά έως το 1973 οπότε διενεργήθηκε το δημοψήφισμα της δικτατορίας) ενώ εξέπεσε οριστικά του αξιώματός του το 1974 με το δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος στην Ελλάδα στο οποίο ο Ελληνικός λαός επέλεξε με ποσοστό 69,2% την Αβασίλευτη Δημοκρατία, ως μορφή πολιτεύματος στην Ελλάδα. Από το 1967 ζούσε αυτοεξόριστος στην Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Νεανικά χρόνια
Γεννήθηκε στο Παλαιό Ψυχικό στις
2 Ιουνίου 1940 και γονείς του ήταν ο πρίγκιπας Παύλος της Ελλάδας, αδελφός και διάδοχος του τότε Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Β΄, και η πριγκίπισσα του Ανοβέρου, της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας, Πριγκίπισσα Διαδόχου Φρειδερίκη. Βαπτίστηκε στην Αθήνα με ανάδοχο τις Ένοπλες Δυνάμεις. Ο ίδιος μοναχογιός έχει δύο αδελφές την Σοφία και την Ειρήνη. Η αδελφή του Σοφία είναι η σημερινή Βασίλισσα της Ισπανίας. Η οικογένειά του ακολούθησε τη βασιλική οικογένεια που τις παραμονές της ναζιστικής προέλασης στην Αθήνα μαζί με την Κυβέρνηση και την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μέσω Κρήτης κατέφυγαν στην Αίγυπτο όπου και σχημάτισαν τη λεγόμενη «Κυβέρνηση της Αιγύπτου» και τέθηκαν επικεφαλής ελληνικών ταγμάτων που μάχονταν στην Αφρική κατά του Άξονα. Αργότερα διέμεινε στη Νότια Αφρική. Επέστρεψαν στην Ελλάδα το 1946 με την παλινόρθωση της μοναρχίας και την επιστροφή του Βασιλέως Γεωργίου Β', ενώ ένα χρόνο αργότερα, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Γεωργίου, ο πατέρας του ανέβηκε στο θρόνο και ο Κωνσταντίνος ορίστηκε διάδοχος. Το 1955 του απονεμήθηκε, ο τίτλος του Δούκα της Σπάρτης και ένα χρόνο αργότερα άρχισε την εκπαίδευσή του στα Σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Το 1960 σε ηλικία 20 ετών συμμετείχε στους Ολυμπιακούς αγώνες της Ρώμης, όπου κέρδισε χρυσό μετάλλιο στην ιστιοπλοΐα.
Οικογένεια
Παντρεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 1964 στην Αθήνα τη μικρότερη κόρη του Βασιλιά Φρειδερίκου της Δανίας, Πριγκίπισσα Άννα- Μαρία (γεν. 30 Αυγούστου 1946 Ανάκτορα Αμαλίενμποργκ, Κοπεγχάγη) και απέκτησαν πέντε παιδιά:
την Πριγκίπισσα Αλεξία της Ελλάδας (γεν. 10 Ιουλίου 1965 στο Μόν Ρεπό, Κέρκυρα) που παντρεύτηκε στις 9 Ιουλίου στο Λονδίνο τον Κάρλος Μοράλες Κιντάνα και απέκτησαν τρία παιδιά:
Αρριέτα Μοράλες (γεν.
24 Φεβρουαρίου 2002, Βαρκελώνη)
Άννα Μαρία Μοράλες (γεν.
15 Μαΐου
2003, Βαρκελώνη)
Κάρλος Μοράλες (γεν. 30 Ιουλίου 2005, Βαρκελώνη)
τον Πρίγκιπα Παύλο (γεν. 20 Μαΐου 1967, Ανάκτορα Τατοΐου,Αθήνα) που παντρεύτηκε στις 1 Ιουλίου 1995 στο Λονδίνο τη Μαρί Σαντάλ Μίλλερ και απέκτησαν τέσσερα παιδιά:
τη Μαρία Ολυμπία (γεν. 25 Ιουλίου 1996, Νέα Υόρκη)
τον Κωνσταντίνο Αλέξιο (γεν. 29 Οκτωβρίου 1998, Νέα Υόρκη)
τον Αχχιλέα Ανδρέα (γεν. 12 Αυγούστου 2000, Νέα Υόρκη)
τον Οδυσσέα Κίμωνα 14 Σεπτεμβρίου 2004, Λονδίνο)
τον Πρίγκιπα Νικόλαο (γεν. 1 Οκτωβρίου 1969, Ρώμη) με Πτυχίο Bachelor's στις Διεθνείς Σχέσεις από το Πανεπιστήμιο Brown των ΗΠΑ. Ο Νικόλαος υπηρέτησε στο Βρετανικό Στρατό, στο τάγμα της Βασιλικής Φρουράς των Σκωτών Δραγόνων. Εργάστηκε στις εταιρείες Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης Metromedia και Fox News και στον οικονομικό οργανισμό NatWest Markets Foreign Exchange Options του Λονδίνου. Α
πό το 1998 είναι υπεύθυνος του προσωπικού Γραφείου του πατέρα του. Είναι μέλος της Επιτροπής Round Square Conference of Schools, της Διοικητικής Επιτροπής του Ελληνικού Κολλεγίου του Λονδίνου και του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος «Άννα-Μαρία».
την Θεοδώρα (γεν. 9 Ιουνίου 1983, Λονδίνο), που το 2004 τελείωσε τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο Northeastern, στην Βοστόνη και σήμερα σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο Βrown, στο Ρόουντ Άιλαντ, στις Η.Π.Α., θεατρικές σπουδές.
τον Φίλιππο (γεν. 26 Απριλίου 1986, Λονδίνο), που από το 2004 σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο Georgetown στην Ουάσιγκτον Διεθνείς σχέσεις.
Η περίοδος της Βασιλείας του
Στις 6 Μαρτίου του 1964 ο Βασιλιάς Παύλος πέθανε από καρκίνο και τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο 24χρονος Κωνσταντίνος ως Βασιλεύς των Ελλήνων Κωνσταντίνος Β΄ (ενώ ορισμένοι τον αριθμούσαν ΙΓ΄ ως δήθεν συνεχιστή των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων). Αν και δημοφιλής θεωρήθηκε νέος, άπειρος και ευρισκόμενος υπό την ισχυρή επιρροή της μητέρας του Βασίλισσας Φρειδερίκης. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου παντρεύτηκε την πριγκίπισσα της Δανίας Άννα–Μαρία, αδελφή της μετέπειτα Βασίλισσας της Δανίας Μαργαρίτας Β΄.
Η πολιτική κατάσταση εκείνη την περίοδο ήταν ιδιαίτερα πολωμένη μεταξύ του Πρωθυπουργού και αρχηγού της Ενώσεως Κέντρου Γεωργίου Παπανδρέου και του αρχηγού της Ε.Ρ.Ε. Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ο οποίος ουσιαστικά υποκαθιστούσε τον αυτοεξόριστο ιδρυτή του κόμματος Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Ιουλιανά
Αν και αρχικά είχε δοθεί η εικόνα της αγαστής συνεργασίας μεταξύ του νεαρού μονάρχη και του γέροντα Πρωθυπουργού, το σκηνικό αυτό ανατράπηκε σύντομα με την παρέμβαση αυλικών συμβούλων, που προέτρεπαν τον Κωνσταντίνο να κρατήσει τον πλήρη έλεγχο του στρατού όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου αποφάσισε, και ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε, την αντικατάσταση του αρχηγού του ΓΕΣ Γεννηματά. Στο στράτευμα κυριαρχούσαν αξιωματικοί, οι οποίοι είχαν συμμετάσχει στον Εμφύλιο πόλεμο και διατηρούσαν στενές επαφές με τον παλαιό κρατικό μηχανισμό. Όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου προσπάθησε να αποστρατεύσει μερικούς από αυτούς συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση των Ανακτόρων. Το Μάιο του 1965 ο Πρωθυπουργός αποφάσισε την αποπομπή του Υπουργού Εθνικής Αμύνης, βασικού χρηματοδότη του αλλά και έντονα φιλομοναρχικού, Πέτρου Γαρουφαλλιά αναλαμβάνοντας ο ίδιος το Υπουργείο. Ο Βασιλιάς με πρόσχημα την εκδικαζόμενη τότε υπόθεση "ΑΣΠΙΔΑ", στην οποία φερόταν να εμπλέκεται ο γιος του Πρωθυπουργού, Ανδρέας Παπανδρέου, απέφευγε να δεχτεί σε ακρόαση τον Πρόεδρο της Κυβέρνησης αρνούμενος, κατά παραβίαση του Συντάγματος, την απόφασή του για ανάληψη από τον ίδιο του Υ.Ε.Α. Τότε ξέσπασε κρίση μεταξύ των δύο ανδρών συνοδευόμενη από ανταλλαγή οξέων επιστολών. Τελικά ο Γεώργιος Παπανδρέου ανέβηκε στα Ανάκτορα στις 15 Ιουλίου 1965 και κατόπιν έντονης λογομαχίας υπέβαλε προφορικά την παραίτησή του. Λίγο αργότερα ο Κωνσταντίνος όρκισε την πρώτη κυβέρνηση των λεγόμενων "Αποστατών", με πρόεδρο τον ακαδημαϊκό και μέχρι τότε Πρόεδρο της Βουλής Γεώργιο Αθανασιάδη – Νόβα, ανοίγοντας ένα μακρύ κύκλο πολιτικής κρίσης και αστάθειας με συνεχή εναλλαγή κυβερνήσεων.
Η πολιτική των Ανακτόρων στη διάρκεια των Ιουλιανών ήταν η στήριξη κυβερνήσεων αποτελούμενων από στελέχη της Ενώσεως Κέντρου τα οποία είχαν αποστατήσει, προκειμένου να αποτραπούν οι εκλογές, που κατά πάσα πιθανότητα θα επανέφεραν στην εξουσία τον Παπανδρέου. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αρχηγός της Ε.Ρ.Ε., που είχε στηρίξει την Αποστασία και τις βασιλικές επιλογές ανέφερε για τους αποστάτες βουλευτές της Ε.Κ: «Το χειρότερον... είναι ότι η απόσπασις των αναγκαίων βουλευτών... έγ
ινε με εξαγοράν συνειδήσεων... με τον υπουργικόν θώκον ή και με άλλα ακατανόμαστα μέσα...».
Η καταψήφιση από τη Βουλή της κυβέρνησης Νόβα ανάγκασε στο σχηματισμό κυβέρνησης υπό τον, παλιό Υπουργό της Κυβέρνησης του Βουνού, Ηλία Τσιριμώκο, η οποία επίσης καταψηφίστηκε. Τρίτη στη σειρά κυβέρνηση ήταν αυτή του Στέφανου Στεφανόπουλου, που κατάφερε να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης και παρέμεινε έως το Δεκέμβριο του 1966. Πριν όμως του δωθεί το πρωθυπουργικό αξίωμα, Ο Στ. Στεφανόπουλος είχε σχολιάσει τα γεγονότα της Αποστασίας λέγοντας (23.7.65): "Αυτό το οποίον εγένετο, αποτελεί έγκλημα κατά του κόμματος, κατά της Δημοκρατίας, κατά των εθνικών συμφερόντων." Και πρόσθετε, καταλυτικά: "Οι βασιλείς διαιρούν, είναι αναμφισβήτητον και δεδομένον!"(9.8.65).
Εντωμεταξύ το αντιμοναρχικό ρεύμα μεγάλωνε καθοδηγούμενο από τον αρχηγό της Ενώσεως Κέντρου, το γιο του Ανδρέα και πολλά στελέχη του κεντρώου και αριστερού χώρου. Οι φήμες για την επιβολή δικτατορίας αύξαναν και συζητούνταν ευρέως ακόμη και εντός του Κοινοβουλίου. Υπήρχε η αίσθηση πως το πραξικόπημα θα υποκινούνταν από το Βασιλιά και θα περιελάμβανε ανώτατους αξιωματικούς πιστούς στο στέμμα. Αυτή η θεωρία υποστηρίζεται από αρκετούς σύγχρονους ερευνητές. Το Δεκέμβριο του 1966, κατόπιν συμφωνίας των δύο κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων, ανατέθηκε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο διοικητή της Εθνικής Τραπέζης Ιωάννη Παρασκευόπουλο με σκοπό τη διενέργεια εκλογών το Μάιο
του 1967. Στις 4 Απριλίου, μετά την παραίτηση Παρασκευόπουλου, δόθηκε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Η ενέργεια αυτή του Βασιλιά χαρακτηρίστηκε πραξικοπηματική από τον Παπανδρέου και ο ίδιος ο μονάρχης "κομματάρχης της Ε.Ρ.Ε.". Με δεδομένη την καταψήφιση της κυβέρνησης Κανελλόπουλου από τη Βουλή προκηρύχθηκαν εκλογές για τις 28 Μαΐου.
Ο Κωνσταντίνος και η Δικτατορία της 21ης Απριλίου
Τη νύχτα της 20ης προς 21η Απριλίου 1967 εκδηλώθηκε το στρατιωτικό πραξικόπημα. Η αναποφασιστικότητα του Κωνσταντίνου τη νύχτα του πραξικοπήματος αντικατοπτρίζεται στις τηλεφωνικές συνομιλίες του από τα θερινά Ανάκτορα του Τατοΐου, όπου διέμενε. Στις 2.30, ξύπνησε από το τηλεφώνημα του Αθανάσιου Σπανίδη, απόστρατου ναυάρχου, ο οποίος βρισκόταν στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Ο Σπανίδης, αφού ενημέρωσε το Βασιλιά για τα γεγονότα, εισηγήθηκε απόπλου του στόλου για την Κρήτη και το σχηματισμό εκεί νόμιμης κυβέρνησης. Στη συνέχεια τηλεφώνησε στον Κωνταντίνο ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Γεώργιος Ράλλης, από το κέντρο αμέσου δράσεως της Χωροφυλακής, στο Μαρούσι. Και αυτός με τη σειρά του εισηγήθηκε να μετακινηθούν από την επαρχία νομιμόφρονες στρατιωτικές δυνάμεις κυρίως της αεροπορίας, όπου οι κινηματίες δεν είχαν ερείσματα, όσο υπήρχε ακόμη χρόνος. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν κατηγορηματικά αντίθετος, θέλοντας να αποφύγει την αιματοχυσία και να μάθει τα κίνητρα των πραξικοπηματιών.
Έτσι, όταν στις 5.30 το πρωί δέχτηκε τους επικεφαλής, Γεώργιο Παπαδόπουλο, Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο, οι συνομιλίες του ήταν διαπραγματευτικού χαρακτήρα και περιορίστηκαν στη σύνθεση της νέας δικτατορικής κυβέρνησης, γνωστής ως η Χούντα των Συνταγματαρχών.
Μετά από επιμονή του Κωνσταντίνου, μπόρεσε και συνομίλησε με τον Πρωθυπουργό Π. Κανελλόπουλο, που ήταν κρατούμενος στο Πεντάγωνο. Ο Κανελλόπουλος δεν μπόρεσε να προτείνει μια σοβαρή και πραγματοποιήσιμη λύση. ΄Ετσι, ο Κωνσταντίνος, ακολούθησε τη συμβουλή του τρίτου συνομιλητή του, Σπύρου Μαρκεζίνη, αρχηγού ενός μικρού συντηρητικού κόμματος, να επιδιώξει τη συνδιαλλαγεί μαζί τους. Προσπάθησε να δηλώσει την αντίθεσή του προς αυτούς, όταν κατά την φωτογράφιση της "επαναστατικής" κυβέρνησης, φωτογραφίθηκε μαζί τους σκυθρωπός, αντί για χαμογελαστώς ως συνήθως. Αργότερα, ο Κωνσταντίνος αν και εξήγησε το κίνητρο της φωτογράφισης, παραδέχθηκε ότι δεν πέτυχε τον σκοπό της.
Στην προσφώνησή του της 26ης Απριλίου 1967, για το νέο καθεστώς της Χούντας των Συνταγματαρχών δήλωσε: "Είμαι βέβαιος ότι με την ευχήν του Θεού, με την προσπάθειαν υμών και προπαντός με την βοήθειαν του λαού, θα επιτευχθή ταχέως η οργάνωσις Κράτους Δικαίου, μιας αληθούς και υγιούς Δημοκρατίας".
Ως τόσο, τήρησε στάση επιφυλακτική απέναντί τους, καθώς μια δικτατορία μικρομεσαίων αξιωματικών είχε ιδεολογικά χαρακτηριστικά κατά της αστικής τάξης, την οποία ο θεσμός της Βασιλίας εκπροσωπούσε. Σε ταξίδι του στην Αμερική για να συναντηθεί με τον Πρόεδρο Τζόνσον, λίγους μήνες αργότερα, σε ερώτηση
δημοσιογράφων για την κυβέρνησή του, ο Κωνσταντίνος απάντησε "δεν είναι κυβέρνησή μου", προκαλώντας την δυσαρέσκεια των "σκληρών" της Χούντας.
Το αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου
Στις 13 Δεκεμβρίου ο Βασιλιάς συνοδευόμενος από μέλη της οικογένειάς του και τον Πρωθυπουργό Κ. Κόλλια, αποπειράθηκε Αντικίνημα. Στην αρχή κατευθύνθηκε προς τη Θεσσαλονίκη, όπου στη διαδρομή, πληροφορήθηκε ότι οι Χουντικές δυνάμεις συνέλαβαν του αξιωματικούς του κινήματός του. Προσγειώθηκε στη Καβάλα και προσπάθησε να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, με στόχο την ανατροπή της δικτατορίας. Αλλά ενώ το Ναυτικό και η Αεροπορία συντάχτηκαν και παρέμεναν μαζί του, ο Στρατός παρέμεινε πιστός στη Χούντα. Ο Κωνσταντίνος θέλοντας να αποφύγει την αιμοτοχυσία και την αποδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων σε περίοδο κρίσης με την Τουρκία εγκατέλειψε τη προσπάθεια και αναχώρησε, μαζί με όσους τον συνόδευαν, στη Ρώμη. Αμέσως μετά ο Παπαδόπουλος ανέλαβε Πρωθυπουργός, διορίζοντας το στρατηγό Γεώργιο Ζωιτάκη Αντιβασιλέα.
Βασιλιάς στο εξωτερικό
Αφού εγκατέλειψε την Ελλάδα, ο Κωνσταντίνος θέλησε αρχικά να αποστασιοποιηθεί από τους συνταγματάρχες. Δήλωνε επανειλημμένως ότι πλαστογράφησαν την υπογραφή του και ότι τον εκβίαζαν απειλώντας τον για τη ζωή των μελών της οικογένειάς του. Επίσης δήλωνε ότι εξέφρασε εξ' αρχής την αντίθεσή του στο πραξικόπημα ποζάροντας συνοφρυωμένος στη φωτογραφία ορκωμοσίας της χουντικής κυβέρνησης, σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική του να ποζάρει χαμογελαστός, και ότι μέσω αυτής της φωτογραφίας έστελνε το μήνυμα της δυσαρέσκειάς του στον ελληνικό λαό.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η αρχική δυσφορία του Κωνσταντίνου προς τους πραξικοπηματίες, οφειλόνταν στο γεγονός ότι εμπόδισαν στην πραγματοποίηση άλλου πραξικοπήματος, σχεδιασμένου να εκτελεστεί από τους στρατηγούς και στο οποίο ο Κωνσταντίνος θα είχε μεγαλύτερο έλεγχο. Ο στρατηγός Σόλων Γκίκας, ιδρυτής του ΙΔΕΑ και υπουργός Δημοσίας Τάξεως στην κυβέρνηση Καραμανλή, το 1974 ανέφερε: «Οι στρατηγοί ετοίμαζαν το δικό τους πραξικόπημα... που θα γινόταν για λογαριασμό του βασιλέως και των συντηρητικών». Αλλωστε, ο ίδιος ο Κωνσταντίνος τον Οκτώβριο του 1966 είχε πει: «Είμαι έτοιμος να αναστείλω μερικά άρθρα του Συντάγματος, αν χρειασθή ­ δηλαδή, αν χρειασθή κατά την γνώμη μου, θα το κάνω για να σώσω την Ελλάδα».

Από την άλλη μεριά, εξακολούθησε να εισπράττει τη βασιλική επιχορήγηση έως το 1973 και επιπλέον απέστειλε στον Γ.Παπαδόπουλο συγχαρητήριο τηλεγράφημα "επί τη διασώσει", μετά την αποτυχημένη απόπειρα εναντίον του από τον Αλέκο Παναγούλη. Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους η χούντα διαπραγματεύτηκε με τον Κωνσταντίνο μέσω μεσαζόντων τους όρους για να επιστρέψει στην Ελλάδα. Αλλά ο Κωνσταντίνος επέμενε στην πλήρη αποκατάσταση των συνταγματικών δικαιωμάτων του ως προϋπόθεση, γεγονός, που δεν έβρισκε σύμφωνο τον Παπαδόπουλο. Αντ' αυτού το καθεστώς εκπόνησε ένα νέο Σύνταγμα τον Νοέμβριο του 1968, που διατήρησε το θεσμό της μοναρχίας αλλά τον απογύμνωσε της ισχύος του και προέβλεπε μόνιμη αντιβασιλεία έως ότου επέλεγε να δεχτεί ο Κωνσταντίνος τη νέα κατάσταση. Αυτό συνεχίστηκε έως το 1972, όταν ο Παπαδόπουλος απομάκρυνε το Ζωιτάκη και έγινε ο ίδιος Αντιβασιλέας.
Στις 3 Ιουλίου 2006 η εφημερίδα Ελευθεροτυπία δημοσίευσε σημαντικά νέα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η εικόνα του βασιλέα που μάχεται στην εξορία για την απ
οκατάσταση της δημοκρατίας στην πατρίδα του και τηρεί εχθρική στάση προς τους πραξικοπηματίες είναι ένας μύθος. Αυτό το μύθο, μαζί με τον ισχυρισμό ότι τον εκλιπαρούσε η χούντα να επιστρέψει αλλά αυτός αρνιόταν, καλλιεργεί συστηματικά μέχρι σήμερα και ο ίδιος ο τέως βασιλιάς σε συνεντεύξεις του. Τα νέα στοιχεία, που προέρχονται από τις αποχαρακτηρισμένες αναφορές Γερμανών και Αμερικανών αξιωματούχων προς τα προϊστάμενα υπουργεία των χωρών τους και δεν επιδέχονται αμφισβήτηση, δείχνουν αντίθετα ένα Κωνσταντίνο που δέχεται να επιστρέψει υπό οποιουσδήποτε όρους. Τα έγγραφα ερευνήθηκαν συστηματικά από τον καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης Μόενς Πελτ στη μελέτη του Προσδένοντας την Ελλάδα στη Δύση (Tying Greece to the West) και σε αυτή τη μελέτη βασίζεται και το σχετικό άρθρο της Ελευθεροτυπίας. Από τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα προκύπτει ότι ο Κωνσταντίνος προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τη χούντα και ιδιαίτερα με τον Παπαδόπουλο μέσω του Γερμανού και του Αμερικανού πρέσβη στην Ελλάδα για να καταστήσει σαφές ότι:
Ήταν πρόθυμος να επιστρέψει άνευ όρων στην Ελλάδα και να συγκυβερνήσει με τους πραξικοπηματίες. Δεχόταν μάλιστα, όταν επιστρέψει, να τεθεί υπό εικοσιτετράωρη καθημερινή επιτήρηση από ανθρώπους έμπιστους της χούντας.
Ήταν αντίθετος με κάθε διεθνή πίεση προς τη χούντα για αποκατάσταση των δημοκρατικών θεσμών. Στις πιέσεις αυτές συμπεριλαμβάνονταν η αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης και η διακοπή της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας. Ο Κωνσταντίνος προσφερόταν μάλιστα να εργαστεί για την αναστολή κάθε διεθνούς κριτικής εναντίον της επανάληψης της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας. Χαρακτήρισε «αντιπατριωτική πράξη» κάθε
τέτοια κριτική από Έλληνες.
Αποδεχόταν το χουντικό Σύνταγμα του 1968 και το θεωρούσε ως ένα ικανοποιητικό πλαίσιο άσκησης των πολιτικών ελευθεριών.

Δεν σκόπευε να αποκαταστήσει τους αξιωματικούς που είχαν υποστηρίξει τον ίδιο στο λεγόμενο αντιπραξικόπημα του Δεκεμβρίου 1967.
Επιδίωκε συνάντηση με τον Παπαδόπουλο εκτός Ελλάδας για το διακανονισμό της επιστροφής του.
Το τέλος της Δυναστείας
Μέχρι το 1973 το στρατιωτικό καθεστώς είχε καταστεί ανυπόφορο. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα "Βραδυνή" , o Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής δήλωνε ότι μόνη λύση είναι η επιστροφή του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα και η ανάθεση σχηματισμού της κυβέρνησης σε πολιτικούς, και προκύρηξη εκλογών. Την ίδια εποχή, τέλη Μαίου, ανώτεροι αξιωματικοί του, κατά ένα μεγάλο μέρος φιλοβασιλικού, Ελληνικού Ναυτικού, οργάνωσαν το Κίνημα του Ναυτικού, στο οποίο δεν αναμείχθηκε ο Κωνσταντίνος. Ο Παπαδόπουλος εκδικούμενος προέβη στην ανακήρυξη της Ελλάδας σε "Προεδρική Δημοκρατία", στις 1 Ιουνίου 1973, απόφαση που επιβεβαιώθηκε από ένα δημοψήφισμα τον Ιούλιο. Πριν το δημοψήφισμα εκδηλώθηκε μεγάλη εκστρατεία της δικτατορίας υπέρ του ΝΑΙ (εναντίον δηλαδή της μοναρχίας) και κανένα πολιτικό κόμμα δεν το αναγνώρισε.
Στις 1 Ιουνίου 1973 έπαψε, και τυπικά, ο Κωνσταντίνος να είναι Βασιλιάς των Ελλήνων. Οι πολιτικοί δεν αναγνώρισαν την αλλαγή του πολιτεύματος και δήλωσαν , με σύμφωνη γνώμη του Κωνσταντίνου, τη διεξαγωγή Δημοψηφίσματος, για τη μορφή του πολιτεύματος, όταν αποκατασταθεί η Δημοκρατία στην Ελλάδα.
Ο Παπαδόπουλος ανέλαβε καθήκοντα Προέδρου διορίζοντας ταυτόχρονα μία κυβέρνηση πολιτικών προσώπων με επικεφαλής τον παλαιό αρχηγό του Κόμματος των Προοδευτικών Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη, σκοπεύοντας σε φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος. Το Νοέμβριο όμως του 1973, μετά τα γεγονότα της Νομικής και του Πολυτεχνείου, ο Παπαδόπουλος ανατράπηκε από τον ταξίαρχο Δημήτριο Ιωαννίδη, τον αποκαλούμενο "αόρατο δικτάτορα", και στη θέση του τοποθετήθηκε ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης.
Η πτώση της Χούντας
Η εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974 και τα επακόλουθα γεγονότα οδήγησαν στην πτώση της δικτατορίας. Σύμωνα με τον Λεωνίδα Παπάγο,(στο βιβλίο του «Σημειώσεις 1967 -1977»), λόγω της κρίσιμης κατάστασης, ο Κωνσταντίνος, πήρε ένα διαμέρισμα στο ξενοδοχείο Κλάριτζες, ώστε να είναι ευκολότερα προσιτός σε όποιον ζητούσε να το δεί και να έχει μεγαλύτερη ευχέρεια για τηλεφωνικές επαφές. Εκεί έμαθε στις 23 Ιουλίου 1974 τη πτώση της Χούντας. Αμέσως τηλεφώνησε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή , στο Παρίσι, για να του μεταδώσει ότι έπεσε η Χούντα και οτι ο Φαίδων Γκιζίκης κάλεσε πολιτικο-στρατιωτικό συμβούλιο.
Το απόγευμα τελεφώνησε ο Καραμανλής, και έδωσε την πληροφορία ότι ανατέθηκε ο σχηματισμός κυβέρνησης στους Κανελλόπουλο και Μαύρο. «Κατά τα φαινόμενα», πρόσθεσε, «μόνο εσείς και εγώ μένουμε έξω».
Το βράδυ, νέο τηλεφώνημα του Καραμανλή στον Κωνσταντίνο. Η τηλεφωνήτρια ανήγγειλε «Ο πρόεδρος της Ελλάδας είναι στο τηλέφωνο». «Tί θα κάνω, Μεγαλειότατε! Με πήραν στο τηλέφωνο ο Γκιζίκης και
ο Αβέρωφ και μου ζήτησαν να γυρίσω αμέσως» λέει ο Καραμανλής και συνεχίζει σε νευρική, μάλλον, κατάσταση «δέν ξέρω τί να κάνω, αλλά ούτε έχω και μέσον να πάω αμέσως στην Ελλάδα».(Εκ των υστέρων λύθηκε το πρόβλημα αυτό , γιατί ο Γάλλος Πρόεδρος Ζισκάρ ντε Εστέν διέθεσε το αεροπλάνο του). «Θα επιστρέψω στην Ελλάδα» είπε ο Καραμανλής «και θα δώσω συνταγματικήν λύσιν και θα γυρίσετε. Έως τώρα δεν έθεσα ζήτημα θεσμού εις την Χούντα δια να μην δημιουργηθούν αντιδράσεις. Μόλις φθάσω, θα το θέσω και παρακαλώ να είστε στο τηλέφωνο δια να σας ειδοποιήσω να γυρίσετε και να ορκιστή η κυβέρνησις ενώπιον του νομίμου αρχηγού του κράτους».
Ο Κωνσταντίνος του δήλωσε ότι είναι έτοιμος να προσφέρει τις υπηρεσίες του και τέλος είπε στον Καραμανλή «..το έργο που αναλαμβάνετε είναι δυσκολότατον και θα κάνω ότι μπορώ να σας βοηθήσω. Ο Θεός μαζί σας» . Ο Καραμανλής συγκινημένος έκλεισε τη συνομιλία λέγοντας «Εκτιμώ βαθύτατα όσα μου λέτε, Μεγαλειότατε, και θα σας πάρω το βράδυ στο τηλέφωνο».
Ουδεμία τηλεφωνική κλήση ήλθε από την Αθήνα ποτέ και έκτοτε δέ, απέφυγε καθε προσωπική επαφή με τον Κωνσταντίνο. Στην τηλεφωνική αυτή συνδιάλεξη ήταν παρών και ο ευρισκόμενος στο Παρίσι διευθυντής της Βραδυ
νής, Αθανασιάδης, που το είπε λίγες ημέρες πριν τη δολοφονία του.
Το Δημοψήφισμα για τη λύση του πολιτειακού
Με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας ετέθη σε ισχύ το Σύνταγμα του 1952 εξαιρουμένων των διατάξεων για τη μορφή του πολιτεύματος. Μετά τη νίκη του στις εκλογές του Νοεμβρίου ο Καραμανλής ανήγγειλε τη διενέργεια
δημοψηφίσματος
για τη λύση του πολιτειακού. Ο ίδιος ως αρχηγός της συντηρητικής παράταξης, που παραδοσιακά στήριζε τη μοναρχία, δεν έκανε καμία κίνηση υπέρ του Κωνσταντίνου. Γεγονός όμως είναι ότι του απαγορεύτηκε η επιστροφή στην Ελλάδα πριν τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, και του δόθηκε η δυνατότητα να απευθυνθεί στον ελληνικό λαό μέσω τηλεοπτικού διαγγέλματος.
Οι Έλληνες πολίτες ψήφισαν αναφανδόν υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, τιμωρώντας τον Κωνσταντίνο για την συνεργασία του με τους χουντικούς συνταγματάρχες, την απροθυμία του να αποκόψει τους δεσμούς του με τη Χούντα κατά την παραμονή του στο εξωτερικό καθώς και την αποπομπή του Γεωργίο
υ Παπανδρέου, η οποία οδήγησε στην δικτατορία και την εθνική τραγωδία της Κύπρου. Στο δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974, η αβασίλευτη δημοκρατία συγκέντρωσε μεγάλη πλειοψηφία 69,2% έναντι 30,8% της βασιλευομένης. Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ο Κωνσταντίνος Καραμανλής φέρεται να δήλωσε ότι:
«Ένα καρκίνωμα αποκόπηκε σήμερα από το σώμα του έθνους».
Ο Κωνσταντίνος απηύθυνε την επόμενη της ψηφοφορίας το ακόλουθο μήνυμα:
« Έλληνες και Ελληνίδες. Πιστός στη διακήρυξή μου, επαναλαμβάνω ότι προέχει η εθνική ενότητα χάριν της ομαλότητας, της προόδου και της ευημερίας της Χώρας και εύχομαι ολόψυχα οι εξελίξεις να δικαιώσουν το αποτέλεσμα που προέκυψε από τη χθεσινή ψηφοφορία »
Πρώην βασιλική περιουσία και δικαστικές προσφυγές
Ο Κωνσταντίνος δεν εξορίστηκε επίσημα ούτε αποστερήθηκε την περιουσία ή την υπηκοότητά του μετά το δημοψήφισμα, αλλά αποθαρρύνθηκε έντονα να επιστρέψει στην Ελλάδα, και δεν επέστρεψε μέχρι τον Φεβρουάριο του 1981, και μόνο για την κηδεία της μητέρας του, πρώην Βασίλισσας Φρειδερίκης. Υπήρξαν επίσης νομικές προστριβές με το ελληνικό κράτος, δεδομένου ότι ο Κωνσταντίνος αδυνατούσε ή ήταν απρόθυμος να πληρώσει τους φόρους ιδιοκτησίας του στην Ελλάδα. Στις αρχές της δεκαετίας του '90 άρχισε να εμφανίζεται συχνά στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Το 1992 σύναψε συμφωνία με την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, διά της οποίας εκχωρούσε το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του στην Ελλάδα σε ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα με αντάλλαγμα την απόδοση των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου στην Αθήνα και το δικαίωμα να εξαχθεί ένας μεγάλος αριθμός κινητών περιουσιακών στοιχείων από τη χώρα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Κερκυραϊκός λαός πραγματοποίησε κατάληψη στο ανάκτορο Μον Ρεπό διαδηλώνωντας κατά της συμφωνίας και δηλώνοντας ότι το ανάκτορο ανήκει στον κερκυραϊκό λαό και όχι στον μονάρχη. Επίσης το 1992 εξάχθηκε από την χώρα μέρος της κινητής περιουσίας, που βρισκόταν στα παλαιά ανάκτορα Τατοΐου, η οποία σύμφωνα με δημοσιεύματα συμπεριλάμβανε κλασικές και βυζαντινές αρχαιότητες.

Το 1993 επιχείρησε μια πρώτη μεγάλη επίσκεψη στην Ελλάδα, αλλά η κυβέρνηση ενοχλήθηκε από αυτή την περιοδεία του και αντιμέτωπη με τις όλο και ισχυρότερες διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης του ζήτησε να αποχωρήσει. Το 1994, η δεύτερη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου ακύρωσε με νέο νόμο τη συμφωνία του 1992 και αφαίρεσε από τον Κωνσταντίνο τη ιδιοκτησία του στην Ελλάδα και την ελληνική ιθαγένεια. Ως όρο για την επανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας ο νόμος έθετε την υιοθέτηση από τον Κωνσταντίνο και τα μέλη της οικογένειάς του επωνύμου και την εγγραφή τους στα ληξιαρχεία της χώρας.
Ο τέως βασιλιάς άσκησε προσφυγή έπειτα κατά της Ελλάδας ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ισχυριζόμενος ότι ο νόμος για τη βασιλική περιουσία παραβίαζε διατάξεις της
Ευρωπαϊκής Συνθήκης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και απαιτώντας ως αποζημίωση για την περιουσία του 160 εκατομμύρια ευρώ. Δικαιώθηκε πλήρως όσον αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς αλλά του επιδικάσθηκε αποζημίωση μόλις 4 εκατομμύρια ευρώ για την περιουσία του. Η ελληνική κυβέρνηση κατέβαλε αυτό το ποσό από τον προϋπολογισμό "φυσικών καταστροφών", θέλοντας να κάνει έναν πολιτικό υπαινιγμό, και εξέδωσε το σχετικό πιστωτικό εκκαθαριστικό από τη ΔΟΥ Αχαρνών (Μενιδίου) ως κατά τόπον αρμόδια, με το σκεπτικό ότι τελευταίος τόπος διαμονής του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα ήταν τα Ανάκτορα στο Τατόι. Ο Κωνσταντίνος, στη συνέχεια, αφού παρέλαβε μέσω πληρεξουσίου δικηγόρου το ποσό, ανήγγειλε τη δημιουργία του Ιδρύματος «Άννα Μαρία», ως όχημα διάθεσης της αποζημίωσής του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Ιδιωτεύων τέως μονάρχης
Μετά την κατάργηση της συνταγματικής μοναρχίας το 1974, επανειλημμένα έχει δηλώσει ότι αναγνωρίζει τη δημοκρατία, τους νόμους και το σύνταγμα της Ελλάδας, αλλά συνεχίζει να χρησιμοποιεί τον τίτλο "βασιλιάς Κωνσταντίνος," αν και δεν χρησιμοποιεί πλέον το "Κωνσταντίνος, Βασιλεύς των Ελλήνων".
Ο Κωνσταντίνος χλευάζεται συχνά από τον ελληνικό Τύπο για την χρήση του τίτλου του βασιλιά και αναφέρεται πολλές φορές ως κύριος Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ με το όνομα της δυναστείας του ως επώνυμο. Αυτή η πρακτική εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι ο Κωσταντίνος θα έπρεπε να διαθέτει επώνυμο, μιας και δεν κατέχει πλέον τον βασιλικό τίτλο. Το επίσημο ελληνικό διαβατήριο του Κωνσταντίνου τον προσδιόριζε ως "Κωνσταντίνο, πρώην βασιλέα των Ελλήνων". Όμως με βάση τον νόμο του 1994 το διαβατήριο αυτό του αφαιρέθηκε μαζί με την ιθαγένεια. Ο νόμος του δίνει τη δυνατότητα να τα ανακτήσει μόνο εάν υιοθετήσει επώνυμο, κατά το πρότυπο άλλων έκπτωτων βασιλικών δυναστειών της Ευρώπης. Ο Κωνσταντίνος αρνείται ως σήμερα να συμμορφωθεί για λόγους αρχής: "Δεν έχω επώνυμο - η οικογένειά μου δεν έχει επώνυμο. Ο νόμος που ο κ. Παπανδρέου πέρασε βασικά λέει ότι θεωρεί ότι δεν είμαι Έλληνας και ότι η οικογένειά μου ήταν ελληνική μόνο ενόσω ασκούσαμε τα μοναρχικά μας καθήκοντα, και
έπρεπε να παρουσιαστώ και να αποκτήσω ένα επώνυμο. Το πρόβλημα είναι ότι η οικογένειά μου προέρχεται από τη Δανία, και η δανική βασιλική οικογένεια δεν έχει επώνυμο." Το Glücksburg, είπε, δεν ήταν επώνυμο αλλά το όνομα μιας πόλης.
Ο Κωνσταντίνος ταξιδεύει τώρα μέσα και έξω από την Ελλάδα χωρίς προβλήματα, με δανικό διπλωματικό διαβατήριο, ως "Constantine de Grecia" (ισπανικά το "Κωνσταντίνος της Ελλάδας"). Διαμένει μόνιμα με την οικογένειά του στο Λονδίνο και συμμετέχει σε διάφορες κοσμικές εκδηλώσεις. Σύμφωνα με δημοσκόπηση πραγματοποιήθηκε από την Κάπα Research ΑΕ για λογαριασμό της εφημερίδας «Το Βήμα» και δημοσιεύθηκε στις 22 Απριλίου 2007, όπου η συλλογή στοιχείων έγινε μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων και μέσω internet , το 11,6% δήλωσε υπέρ της Βασιλευομένης Δημοκρατίας.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ