Στις πλευρές της εισόδου του καθεδρικού ναού του Άαχεν υπάρχουν ένας μπρούτζινος λύκος και ένα κουκουνάρι. Το πρώτο αποτελεί σαφή αναφορά στην ίδρυση της Ρώμης και το δεύτερο – σύμβολο της πνευματικής ισχύος – υπαινίσσεται τη «Ρόμα σεκούντα (δεύτερη Ρώμη)» την οποία ο Καρλομάγνος ήθελε να ορίσει πρωτεύουσα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Πράγματι, ο καθεδρικός ναός έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε κάθε πέτρα και διακόσμηση να έχει συμβολική σημασία. Για τον λόγο αυτό, το 786 ο Καρλομάγνος δεν έδωσε στον πιο εμπνευσμένο αρχιτέκτονα της περιόδου, Όντο του Μετς, πλήρη έλεγχο του σχεδίου, αλλά τον συνδύασε με τον δικό του λόγιο βιογράφο, Έγκινχαρντ. Η θεμελιώδης «κληρονομιά» από τη Ρώμη ξεκίνησε με την επιλεγμένη τοποθεσία ενός ειδωλολατρικού ιερού που είχε κατασκευαστεί προς τιμή του Γκράνου, του θεού της υγείας των Κελτών (από όπου προήλθε η λατινική ονομασία της πόλεως, Άκουε Γκράνι), πάνω στο οποίο κατασκευάστηκε ένας από τους πρώτους χριστιανικούς ναούς και αργότερα ένα Παλατινό παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Παναγία από τον Πιπίνο τον Βραχύ. Η αρχική κατασκευή του καθεδρικού ναού ήταν εμπνευσμένη από τη βασιλική του Αγίου Βιταλίου στη Ραβένα και την Αγία Σοφία στο Βυζάντιο. Είχε οκταγωνική βάση με δύο ορόφους στοών επάνω και καλυπτόταν από τρούλο. Το οκτάγωνο αναπαριστά το σημείο συνάντησης με τον κύκλο, το θεϊκό σχήμα που δεν έχει αρχή και τέλος, ενώ το τετράγωνο σημαίνει τον κόσμο με τα 4 βασικά σημεία. Ο καθεδρικός ναός κατά συνέπεια υποτίθεται ότι συμβόλιζε την ίδια την ιδέα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, στερεής στη γη και εμπνευσμένης από τον ουρανό. Ο αριθμός 12 ανατρέχει στις μετρήσεις και στις αναλογίες, δεδομένου ότι 12 ήταν ο αριθμός των Αποστόλων και των φυλών του Ισραήλ. Στον συμβολισμό των αριθμών, το γινόμενο του 12 επί 12, το 144 δηλαδή, εθεωρείτο ο τέλειος αριθμός και η περιφέρεια του πρώτου παρεκκλησίου είχε 144 πόδια (44 μέτρα).
Το 805 ο καθεδρικός ναός εγκαινιάστηκε από τον Πάπα Λέοντα Γ΄, ο οποίος πέντε χρόνια νωρίτερα είχε στέψει τον Καρλομάγνο «Αυτοκράτορα των Ρωμαίων» στον Άγιο Πέτρο της Ρώμης, περιβάλλοντάς τον έτσι με το κύρος του προστάτη της χριστιανοσύνης. Παρά τις πολλές μετατροπές που έγιναν κατά τους μεταγενέστερους αιώνες, ο τόπος εξακολουθεί να διατηρεί όλη τη δύναμη της καρολίγγειας τέχνης. Ανάμεσα στα πολλά αριστουργήματά του, υπάρχει ο λευκός μαρμάρινος θρόνος πάνω στον οποίο στέφτηκαν 30 βασιλείς της Γερμανίας (και της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) από το 936 μέχρι το 1531. Ο Καρλομάγνος πέθανε στο Άαχεν το 814 σε ηλικία 72 ετών και η σορός του ενταφιάστηκε στον καθεδρικό ναό, σε κάποιο σημείο που ακόμη και σήμερα είναι άγνωστο.
Ο Καρλομάγνος αγιοποιήθηκε την 29η Δεκεμβρίου 1165 σε μια ιεροπρεπή τελετή που παρακολούθησε ο Φρειδερίκος Α΄ Μπαρμπαρόσα, ο οποίος είχε καταβάλει τεράστιες προσπάθειες για να πετύχει αυτή τη διάκριση για τον προκάτοχό του, επειδή αν ο ιδρυτής της αυτοκρατορίας ήταν άγιος, η ισχύς των διαδόχων του θα ήταν ενισχυμένη. Για την περίσταση αυτή, ο Φρειδερίκος δώρισε στον καθεδρικό ναό έναν τεράστιο πολυέλαιο που συμβόλιζε την ουράνια Ιερουσαλήμ, είχε διάμετρο 4 μέτρα και ήταν κατασκευασμένος από επίχρυσο χαλκό σε σχήμα στέμματος με 16 προπύργια που καθένα είχε 48 κεριά. Επιθυμώντας να δώσει έμφαση στη μοναδικότητα του ναού αυτού, το 799 ο Καρλομάγνος έφερε εκεί σπουδαία λείψανα από την Ιερουσαλήμ: τα σάβανα που κάλυψαν τον Χριστό, το φόρεμα της Παρθένου κατά την ημέρα γεννήσεως του Χριστού και το ένδυμα που φορούσε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής την ημέρα που αποκεφαλίστηκε. Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα σημαντικά λείψανα έκαναν το Άαχεν έναν από τους σημαντικότερους τόπους προσκυνήματος της Ευρώπης. Ο αριθμός των προσκυνητών αυξήθηκε προοδευτικά και το 1355 αποφασίστηκε η επέκταση του καθεδρικού ναού. Συνέπεια αυτού ήταν να προσκληθούν οι διασημότεροι αρχιτέκτονες της εποχής για να κατασκευάσουν τη «γυάλινη λειψανοθήκη» του Άαχεν. Το αποκορύφωμα της τελευταίας γοτθικής τεχνικής τελειότητας, το εκπληκτικό εκκλησιαστικό χοροστάσιο που ήταν εμπνευσμένο από το Σαν Σαπέλ στο Παρίσι, είναι κατασκευασμένο από 930 τετραγωνικά μέτρα γυαλί, χωρισμένο από 14 λεπτούς κίονες που υψώνονται μέχρι την οροφή. Τα γυάλινα παράθυρα, που καταστράφηκαν όλα το 1729, αντικαταστάθηκαν μόλις τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, το οκταγωνικό σχέδιο του καρολίγγειου κτιρίου δεν είναι πλέον δυνατόν να αναγνωριστεί από την εξωτερική πλευρά. Με την πάροδο των αιώνων, κυρίως στη διάρκεια της γοτθικής περιόδου, προστέθηκαν πολυάριθμα παρεκκλήσια στο κύριο τμήμα του κτιρίου, πολλά από τα οποία είναι διακοσμημένα σε ρυθμό μπαρόκ. Στο Άαχεν συσσωρεύτηκε επίσης μια συλλογή από μπρούτζινα και μαρμάρινα γλυπτά και χρυσά έργα τα οποία διακρίνονται μέσα στον καθεδρικό ναό και στα γύρω κτίρια.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «UΝESCO – ΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ»
Το 805 ο καθεδρικός ναός εγκαινιάστηκε από τον Πάπα Λέοντα Γ΄, ο οποίος πέντε χρόνια νωρίτερα είχε στέψει τον Καρλομάγνο «Αυτοκράτορα των Ρωμαίων» στον Άγιο Πέτρο της Ρώμης, περιβάλλοντάς τον έτσι με το κύρος του προστάτη της χριστιανοσύνης. Παρά τις πολλές μετατροπές που έγιναν κατά τους μεταγενέστερους αιώνες, ο τόπος εξακολουθεί να διατηρεί όλη τη δύναμη της καρολίγγειας τέχνης. Ανάμεσα στα πολλά αριστουργήματά του, υπάρχει ο λευκός μαρμάρινος θρόνος πάνω στον οποίο στέφτηκαν 30 βασιλείς της Γερμανίας (και της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) από το 936 μέχρι το 1531. Ο Καρλομάγνος πέθανε στο Άαχεν το 814 σε ηλικία 72 ετών και η σορός του ενταφιάστηκε στον καθεδρικό ναό, σε κάποιο σημείο που ακόμη και σήμερα είναι άγνωστο.
Ο Καρλομάγνος αγιοποιήθηκε την 29η Δεκεμβρίου 1165 σε μια ιεροπρεπή τελετή που παρακολούθησε ο Φρειδερίκος Α΄ Μπαρμπαρόσα, ο οποίος είχε καταβάλει τεράστιες προσπάθειες για να πετύχει αυτή τη διάκριση για τον προκάτοχό του, επειδή αν ο ιδρυτής της αυτοκρατορίας ήταν άγιος, η ισχύς των διαδόχων του θα ήταν ενισχυμένη. Για την περίσταση αυτή, ο Φρειδερίκος δώρισε στον καθεδρικό ναό έναν τεράστιο πολυέλαιο που συμβόλιζε την ουράνια Ιερουσαλήμ, είχε διάμετρο 4 μέτρα και ήταν κατασκευασμένος από επίχρυσο χαλκό σε σχήμα στέμματος με 16 προπύργια που καθένα είχε 48 κεριά. Επιθυμώντας να δώσει έμφαση στη μοναδικότητα του ναού αυτού, το 799 ο Καρλομάγνος έφερε εκεί σπουδαία λείψανα από την Ιερουσαλήμ: τα σάβανα που κάλυψαν τον Χριστό, το φόρεμα της Παρθένου κατά την ημέρα γεννήσεως του Χριστού και το ένδυμα που φορούσε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής την ημέρα που αποκεφαλίστηκε. Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα σημαντικά λείψανα έκαναν το Άαχεν έναν από τους σημαντικότερους τόπους προσκυνήματος της Ευρώπης. Ο αριθμός των προσκυνητών αυξήθηκε προοδευτικά και το 1355 αποφασίστηκε η επέκταση του καθεδρικού ναού. Συνέπεια αυτού ήταν να προσκληθούν οι διασημότεροι αρχιτέκτονες της εποχής για να κατασκευάσουν τη «γυάλινη λειψανοθήκη» του Άαχεν. Το αποκορύφωμα της τελευταίας γοτθικής τεχνικής τελειότητας, το εκπληκτικό εκκλησιαστικό χοροστάσιο που ήταν εμπνευσμένο από το Σαν Σαπέλ στο Παρίσι, είναι κατασκευασμένο από 930 τετραγωνικά μέτρα γυαλί, χωρισμένο από 14 λεπτούς κίονες που υψώνονται μέχρι την οροφή. Τα γυάλινα παράθυρα, που καταστράφηκαν όλα το 1729, αντικαταστάθηκαν μόλις τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, το οκταγωνικό σχέδιο του καρολίγγειου κτιρίου δεν είναι πλέον δυνατόν να αναγνωριστεί από την εξωτερική πλευρά. Με την πάροδο των αιώνων, κυρίως στη διάρκεια της γοτθικής περιόδου, προστέθηκαν πολυάριθμα παρεκκλήσια στο κύριο τμήμα του κτιρίου, πολλά από τα οποία είναι διακοσμημένα σε ρυθμό μπαρόκ. Στο Άαχεν συσσωρεύτηκε επίσης μια συλλογή από μπρούτζινα και μαρμάρινα γλυπτά και χρυσά έργα τα οποία διακρίνονται μέσα στον καθεδρικό ναό και στα γύρω κτίρια.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «UΝESCO – ΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου