Το δίκτυο των μύλων και το Κιντερντάικ Έλσχουτ (Ολλανδία)
«Ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, αλλά οι Ολλανδοί δημιούργησαν την Ολλανδία» είπε ο Καρτέσιος, ο Γάλλος φιλόσοφος που έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του στην Ολλανδία. Όμως η αγάπη του για την χώρα τον είχε παραπλανήσει. Τα στοιχεία σήμερα αποδεικνύουν ότι πολλές περιοχές οι οποίες ακολούθως κατακλύσθηκαν από τη θάλασσα είχαν κατοικηθεί πριν από 5.000 χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, η μάχη που έδωσαν οι Ολλανδοί με τη θάλασσα διήρκησε πολλούς αιώνες. Τα πρώτα αποχετευτικά κανάλια κατασκευάστηκαν τον 11ο αιώνα κατά μήκος των προσχώσεων στο Αλμπλασερβάαρντ και μόλις 100 χρόνια αργότερα μια τάφρος περιέβαλε ολόκληρη την περιοχή, περιλαμβανομένης και της λεκάνης του Άλμπλας και του Γκίσεν, των δύο ποταμών που διασχίζουν αυτή την περιοχή της Νότιας Ολλανδίας. Έτσι δημιουργήθηκαν οι περιοχές της Νέντερβααρντ (κάτω χώρας) και Όφερβααρντ (άνω χώρας) και το 1277 ο κόμης Φλόρις Ε΄ εγκαινίασε την Εταιρία Υδάτων και Προσχώσεων για τη συντήρηση των τάφρων. Παρ’ όλα αυτά όμως και παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν, η περιοχή μαστιζόταν συνεχώς από πλημμύρες. Η πιο τραγική αναφέρεται σαν «πλημμύρα της Ελισάβετ» και συνέβη τη νύχτα της 18ης Νοεμβρίου 1421. Μια σφοδρή καταιγίδα προκάλεσε ξαφνική ανύψωση της στάθμης της θάλασσας με αποτέλεσμα να υπερχειλίσουν οι όχθες και να χαθούν 60 χωριά κάτω από τα ύδατα. Η ιστορία αναφέρει ότι μια γάτα έσωσε από θαύμα ένα νεογέννητο μωρό σπρώχνοντας την κούνια του στο ψηλότερο σημείο του αναχώματος, το οποίο έκτοτε είναι γνωστό σαν Κιντερντάικ ή «ανάχωμα του παιδιού». Το Κιντερντάικ έγινε ο τελευταίος σταθμός των υδάτων στο Αλμπλασερβάαρντ, που καλύπτει έκταση 450 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην εκβολή του ποταμού Λεκ. Μετά από τουλάχιστον 30 καταστροφές, η τελευταία των οποίων συνέβη το 1726, οι αρχές αναγκάστηκαν να αποδεχτούν την ανεπάρκεια των αμυντικών τους συστημάτων και αποφάσισαν να κατασκευάσουν σύστημα αποχέτευσης των υδάτων με μύλους. Το 1738, οι πρώτες σειρές από 8 μύλους με τούβλα κατασκευάστηκαν στη Νέντερβααρντ και ακολούθησαν δύο χρόνια αργότερα άλλοι 8 στην Όφερβααρντ, που ήταν όμως κατασκευασμένοι από ξύλο και σε οκταγωνικό σχέδιο. Με την πάροδο του χρόνου ενισχύθηκαν με την προσθήκη νέων μύλων, τεχνητών φραγμάτων και αντλιοστασίων. Η ζωή στους ανεμόμυλους ήταν πολύ δύσκολη. Τους κατοικούσαν φτωχές οικογένειες που συνήθως είχαν τουλάχιστον 10 παιδιά. Η ζωή τους εξαρτιόταν από το ψάρεμα και από τα λαχανικά που καλλιεργούσαν για την επιβίωσή τους. Οι απαγορευτικές συνθήκες ζωής αντανακλούσαν και στην αρχιτεκτονική των μύλων. Ο χαμηλότερος τροχός και ένα μεγάλο δωμάτιο πολλαπλών χρήσεων (στο οποίο περιλαμβανόταν η κουζίνα και τα κρεβάτια των γονέων και των νεότερων παιδιών) αποτελούσαν το ισόγειο. Τα κρεβάτια των άλλων μελών της οικογένειας βρίσκονταν στον πρώτο όροφο και η αίθουσα για τα καπνιστά ψάρια καταλάμβανε τον δεύτερο. Ο τελευταίος όροφος, γνωστός επίσης και σαν «παχύ δωμάτιο», περιείχε το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού για τη λειτουργία του μύλου:
Την τροχοπέδη, το άνω μέρος του τροχού, τον κύριο άξονα και τα συρταρωτά τμήματα πάνω στα οποία περιστρεφόταν ο θόλος. Ο ίδιος ο μύλος αποτελείτο από 4 φτερά προσαρτημένα στον στρόφαλο του τροχού που ήταν στερεωμένος στον θόλο και συνδεόταν με τον άνω τροχό. Ο μακρύς ξύλινος άξονας (με μήκος μέχρι 10 μέτρα) περιστρεφόταν από τον άνω τροχό, με αποτέλεσμα να γυρίζει ο κάτω τροχός και, μέσα από μια σειρά από γρανάζια, ο τροχός για την διοχέτευση του ύδατος. Ο θόλος μπορούσε να περιστρέφεται σε 360ο επιτρέποντας έτσι στα φτερά να κινούνται σε οποιαδήποτε κατεύθυνση φυσούσε ο άνεμος. Όταν τα φτερά άρχιζαν να γυρίζουν, ο τροχός της αποχέτευσης ανάγκαζε το νερό να κυλάει προς μια μεταλλική θύρα που ξεχώριζε την άνω από την κάτω λεκάνη. Εάν η πίεση στη θύρα υπερέβαινε την πίεση του νερού στην άλλη πλευρά, το νερό της κάτω λεκάνης εξαναγκαζόταν να φύγει και έτσι διοχετευόταν στην ξηρά. Όταν ο μύλος ήταν σε λειτουργία, τα φτερά καλύπτονταν με ύφασμα σαν το πανί που χρησιμοποιείται στα πλοία, ώστε να μπορεί να τεντώνεται ή να χαλαρώνει αναλόγως με την ταχύτητα του ανέμου. Από τους 10.000 ανεμόμυλους που κατασκευάστηκαν στην Ολλανδία για να βοηθήσουν στις προσχώσεις ξηράς από τη θάλασσα παραμένουν μόνο 900 περίπου, 19 από τους οποίους βρίσκονται στο Κιντερντάικ. Αν και το έργο τους υποστηρίζεται από ατμοκίνητες αντλίες από το 1869, εξακολουθούν να λειτουργούν τέλεια, όπως φάνηκε και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν λόγω έλλειψης καυσίμων, χρειάστηκε να επιστρατευτούν οι υπηρεσίες τους. Κάθε Σάββατο τους θερινούς μήνες, οι ανεμόμυλοι του Κιντερντάικ τίθενται σε λειτουργία για να ξαναζωντανέψουν τη μνήμη της ηρωικής εποχής των μαχών κατά των υδάτων.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΊΟ «UNESCO – ΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου