(Akira Kurosawa, Ota του Τόκιο, 23 Μαρτίου 1910 – Setagaya του Τόκιο, 6 Σεπτεμβρίου 1998).Ιάπωνας σκηνοθέτης, κινηματογραφικός παραγωγός και σεναριογράφος, καταγόμενος από οικογένεια σαμουράϊ. Σπούδασε στην Στρατιωτική Ακαδημία και την Σχολή Καλών Τεχνών. Ασχολήθηκε αρχικά με συγγραφή σεναρίων για την εταιρεία «Τόχο» και από το 1936, για καθαρά βιοποριστικούς λόγους, άρχισε να σκηνοθετεί κινηματογραφικές ταινίες.Γύρισε την πρώτη δική του ταινία (γιατί έως τότε λειτουργούσε ως βοηθός σκηνοθέτη, στην αρχή δίπλα στον Καζίρο Γιαμαμότο) το 1943 με τίτλο «Ο Θρύλος του Τζούντο» («Sanshiro Sugata»). Η «δυτική» τεχνοτροπία του έργου τον έφερε αντιμέτωπο με την καθεστωτική λογοκρισία της εποχής, καθώς μαινόταν ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά τον νεαρό σκηνοθέτη έσωσε ο Γιασουχίρο Οζού (μετέπειτα δημιουργός του «Ταξιδιού στο Τόκιο»), τολμώντας να επαινέσει δημόσια το έργο του, κάνοντάς το έτσι de facto αποδεκτό.Ο Κουροσάβα μεγάλωσε σε μία εποχή έντονου εθνικισμού και κομμουνιστοφοβίας, λόγω του Α Παγκοσμίου Πολέμου, των «εξεγέρσεων του ρυζιού» (1918), του οικονομικού κραχ του 1929, της εισβολής στην Μαντζουρία (1931) και της τελικής ανάληψης της ηγεσίας της χώρας του από τους στρατιωτικούς. Η ίδια ατμόσφαιρα είχε φυσικά μεταφερθεί και στον χώρο του κινηματογράφου, όπου η αφηγηματική πλοκή αντιμετωπιζόταν από την καθεστωτική λογοκρισία με πολλή καχυποψία, ως «δυτική επιρροή».Ο Κουροσάβα ολοκλήρωσε το έργο «Αυτοί που πάτησαν την ουρά της τίγρης» (1945) με την έναρξη σχεδόν της αμερικανικής κατοχής, και για μία ακόμα φορά ήλθε αντιμέτωπος με τους λογοκριτές, αυτή την φορά από τους ιουδαιοχριστιανούς Αμερικανούς, που δεν ήθελαν να επιτρέψουν αναφορές στο παλαιό ηρωϊκό παρελθόν της κατακτημένης χώρας. Η ταινία, που ήταν εμπνευσμένη από ένα θεατρικό έργο του Καμπούκι και αναφερόταν στις περιπέτειες 8 σαμουράϊ του 12ου αιώνα, απαγορεύτηκε τελικά για μία ολόκληρη 7ετία, ενώ ο Κουροσάβα υποχρεώθηκε για το διάστημα 1946 – 1949 να περιοριστεί στην δημιουργία 6 σύγχρονων κοινωνικών δραμάτων: «Οι νέοι δεν χρειάζονται λύπηση» («No Regrets for Our Youth», 1946), «Μία υπέροχη Κυριακή» («One Wonderful Sunday», 1947), «Μεθυσμένος Άγγελος» («Drunken Angel», 1948), «Η ήσυχη διένεξη» («The Quiet Duel», 1949) «Αδέσποτος σκύλος» («Stray Dog», 1949) και «Σκάνδαλο» («Scandal», 1949).Ο σκηνοθέτης επέστρεψε στις ιστορικές ταινίες το 1950 με το «Ρασομόν» («Rashomon»), έναν αριστουργηματικό αφηγηματικό κινηματογραφικό προβληματισμό επάνω στην αλήθεια και το ψέμα, ο οποίος του χάρισε το βραβείο Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας και έκανε το όνομά του γνωστό σε όλον τον κόσμο.Στις 20 ταινίες που έκτοτε ακολούθησαν, ο Κουροσάβα εστίασε στην Παράδοση και την πολύπαθη Ιστορία της πατρίδας του και παρουσίασε τις ιδιαίτερες κοινωνικές συνθήκες της μεσαιωνικής κυρίως εποχής της (ιδίως κατά τον ταραχώδη 16ο αιώνα), αν και παράλληλα πάντοτε τολμούσε να απλώνεται και σε επεξεργασία κορυφαίων έργων της ευρωπαϊκής Γραμματείας, με μεγαλύτερη προτίμηση στον κύκλο του Σαίξπηρ. Για τον Κουροσάβα, η Ιστορία, την οποία κατά κανόνα δεν μπορούμε να επηρεάσουμε, δεν αποτελεί μία αναπότρεπτη μοίρα, αλλά κίνητρο για μελέτη, στοχασμό και επανακαθορισμό της ζωής μας.Το έργο του επηρέασε σημαντικά τον κινηματογράφο της Ευρώπης, ενώ από την πλευρά του μετέφερε αρκετά ευρωπαϊκά στοιχεία στον κινηματογράφο της χώρας του, ιδίως στην αντίληψη περί πολιτικής εξουσίας και Ιστορίας. Σπουδαιότερες ταινίες του θεωρούνται οι: «Το κρυμμένο φρούριο» («The Hidden Fortress», μία αλληγορία για την ανθρώπινη απληστία, 1958), «Οι 7 Σαμουράϊ» («The Seven Samurai», που αναδεικνύει την ηθική διάσταση της θυσίας, 1954), «Ο Θρόνος του Αίματος» («Throne of Blood», μία αλληγορία για την μανία για εξουσία και την αυτοκαταστροφική φύση του ανθρώπου, μεταφορά του σαιξπηρικού «Μάκβεθ» στον ιαπωνικό Μεσαίωνα, 1957), «Ρασομόν», «Καγκεμούσα» («Kagemusha» ή «Shadow Warrior», αφήγηση της εσωτερικής μάχης ενός άνδρα ενάντια στον εγωϊσμό και την αλαζονεία του, 1980), «Ραν» («Ran», μεταφορά του σαιξπηρικού «Βασιλιά Ληρ» στην ιαπωνική ιστορική πραγματικότητα, 1985), «Σαντζούρο» («Sanjuro», με θέμα έναν «ρονίν», δηλαδή αδέσποτο σαμουράϊ, 1962), «Γιοχίμπο» ή «Ο σωματοφύλακας» («Yojimbo», 1961), «Οι κακοί κοιμούνται ήσυχα» («The Bad Sleep Well», μία επίθεση στο ιαπωνικό οικονομικό «θαύμα» και το βαρύ πολιτισμικό τίμημά του, 1960) κ.ά. στις περισσότερες από τις οποίες πρωταγωνιστεί ο κορυφαίος ηθοποιός Τοσίρο Μιφούνε.
ΑΠΟ ΤΟ http://www.gnwsis.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου